Έφερε το κουτί ο αδελφός μου....κάτι του είχε πει η μητέρα έτι ζώσα " όταν φύγω, στο κάτω συρτάρι....". Ασαράντιστο είναι ακόμη το φευγιό της για τον ουρανό.
Ανοίξαμε το κουτί των λουκουμιών και όλα μας θύμισαν την προηγούμενη ζωή μας: Μικρά κουτάκια τακτοποιημένα το ένα δίπλα στο άλλο, με τον τρόπο που νοικοκύρευε τα πάντα.
Το τσίγκινο κουτάκι από τις παστίλιες για τον λαιμό του πατέρα είχε μέσα κέρματα. Δραχμούλες, δίφραγκα, τάλληρα από τότε που είμασταν ακόμη Ελλάδα, που είχε μια δραχμή το κουλούρι και δύο η τυρόπιτα.
Μιάμιση δραχμή είχε το ντόνατς και τα πενηνταράκια ήταν στο διάφανο κουτί που κάποτε έβαζε τις καρφίτσες της ραπτικής της -πώς θυμάμαι τα βολάν σε κείνο το ροζ φουστάνι....-. Σε μασούρι τυλιγμένο σε λευκό χαρτί είχε τυλίξει σιδερένια κατοστάρικα και κάτω-κάτω ακουμπούσαν λίγα χιλιάρικα και πεντακοσάρικα. Ήταν οι οικονομίες της τις οποίες ποτέ δεν αντάλλαξε σε ευρώ και μας τις άφηνε, περισσότερο λέω εγώ σαν ανάμνηση των όσων ζήσαμε, πεινάσαμε, ελπίσαμε και ευτυχήσαμε μαζί σαν οικογένεια, σαν εκδρομή που τελείωσε, σαν υπογράμμιση μιας εποχής που έφυγε μαζί της.
Για να μας πει πως ο μπαμπάς δεν θα μας ξαναπάει εκδρομή τις Κυριακές, πως αυτή δεν θα ξαναφορέσει τα ασπρόμαυρα γάντια της που λάτρευα και επίσης να μην ψάξουμε, λέει, τις τσέπες του μπαμπά διότι δεν θα ξαναπάνε σινεμά , για να βρούμε εμείς την υπόθεση τους έργου. Ποτέ πια την Κυριακή.
Δίπλα δύο χαρτάκια (κομμένα από το μπλοκάκι που έγραφε τα μέτρα των τζαμιών στο μαγαζί ο πατέρας μου) διπλωμένα. Στο ένα γραμμένο το όνομα του αδελφού μου και στο άλλο το δικό μου. Το καθένα είχε μέσα από μια λίρα ! Παλαιάς κοπής, μπορεί και απομεινάρι της προίκας της.....Σαν κάτι να κάναμε όπως έπρεπε και μας φίλευε, μας επιβράβευε.
Κοιτάζοντας για ώρα διαπιστώσαμε πως ο χρυσός δεν παθαίνει τίποτε από τα δάκρυα, πως η μητέρα βρήκε τον τρόπο να μας πει το τελευταίο αντίο (μια και δεν μιλούσε πριν φύγει) και να κλείσει την πόρτα μην μπει κάποιος στο σπίτι...
Δεν θα μπει κανείς, μαμά. Προσέχουμε. Μην ανησυχείς. Και ο αδελφός μου ποτίζει τα λουλούδια.
Σε μια γωνιά, την πιο γλυκιά νομίζω των πάλαι ποτέ λουκουμιών, δίπλα-δίπλα τα μικρά χρυσά της σκουλαρίκια Ολοστρόγγυλες μπαλίτσες. Τα άφησε εκεί δίπλα στις δεκαρούλες της οικονομίας της (είχε και απ' αυτές το κουτί) και έφυγε. Για εκεί όπου επισκοπεί το φως του προσώπου Του, για εκεί όπου πάλευε μια ζωή να γίνει άξια αλλά ποτέ δεν πίστεψε ότι ήταν....Ίσως και αυτό να είναι που θα την βγάλει στους δρόμους του Παραδείσου.
Ώρα καλή μαμά μου. Το κουτί το κρατάμε κλειστό. Για να θυμόμαστε....Και για να παραμείνει δικό σου και δικό μας!
Δημοσιεύτηκε Yesterday από τον χρήστη ΕΛΕΝΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου