Κυριακή, Ιανουαρίου 01, 2023

Πάει ο παλιός ο χρόνος ή από τα τριαντάφυλλα περνούν οι αγάπες

Δίπλωσε το μεσημέρι σε απομεσήμερο, η ώρα του καφέ, λίγο πριν γίνει απόγευμα. "Δίπλωσε" λέω για να διασώσω μυρωδιές πίτας που διπλώνουν τα φύλλα της και κλείνουν τα αρώματα ή διπλωμένα ρούχα που κλείνουν ευωδιές, μπορεί και χέρια διπλωμένα με εγκαρτέρηση και προσμονή...
Δίπλωσε το μεσημέρι, παραμονή Πρωτοχρονιάς και από το παράθυρό μου χαζεύω τα αυτοκίνητα στον μεγάλο δρόμο. Για να φτάσει εκεί το βλέμμα διατρέχει την αυλή, τον κήπο, τα τριαντάφυλλα και ανάμεσά τους, τα απομεσήμερα, διαβαίνουν αθέατοι αυτοί που κάποτε κοντοστάθηκαν στα κάγκελα και μου μίλησαν:



Η Ουρανία -των ουρανών τώρα πια- που περνούσε με αργό περπάτημα και ριχτά στους ώμους τα μαλλιά, με ντύσιμο "καλλιτεχνικό" με πολλά και παράξενα χρώματα το ένα πάνω στο άλλο σε φαρδιές φούστες, μικρά μπλουζάκια, μακριά κασκόλ. Μου μιλούσε για τους μικρούς της καημούς, τις μεγάλες της ελπίδες στον Κύριο και ύστερα έφευγε "ζωγραφίζω" μου έλεγε...Πριν λίγες ημέρες έφυγε για τον Παράδεισο, δίχως τα πινέλα της. Μάλλον θα της έχουν άλλους χρωστήρες εκεί φυλαγμένους οι άγιοι που αγάπησε.

Ο κυρ Κώστας ο μπαμπάς της Ζήνας που με αγαπούσε πολύ και κοντοστεκόταν να με ρωτήσει τι κάνω και να μου χαμογελάσει, ένα γέλιο όλο φως. Ελπίζω να βρήκε και το Φως εκεί πάνω από τα σύννεφα όπου έστριψε το τιμόνι του ο παλιός οδηγός, όταν πριν λίγο καιρό τον πρόσταξε ο Κύριος.

Ο Γιάννης ο Τσίγκρας, ο ποιητής μου, δεν περνούσε από την αυλή αλλά είναι παντού μέσα μου, τόσο που νομίζω πως πίσω από κάποιο τριαντάφυλλο έχει κρύψει τα μολύβια του και τις νύχτες γράφει όλα αυτά που νιώθω, με γλύκα, στην μνήμη του αν και έχει φύγει χρόνια τώρα.....Πόσα χρόνια έχω να μιλήσω σοβαρά Γιάννη μου...Τόσα όσα και τα χρόνια του θανάτου σου!

Η γιαγιά μου η Ελένη, η ωραία και θλιμμένη Ελένη, κοντοστέκεται στον αυλόγυρο και χαμογελάει "μεγάλωσες" μου λέει "έχω εγγόνια " της απαντώ και φεύγει ικανοποιημένη (νομίζω).

Οι θειάδες μου με κοιτούν κάθε μία με την δικιά της απορία. Δεν ξέρω ακριβώς την αποκρυπτογράφηση αλλά νομίζω άλλη απορεί που μεγάλωσα, άλλη που πάχυνα, άλλη που δεν μαζεύω πια ελιές τον χειμώνα, άλλη που χαζεύω από το παράθυρο, αντί να κάνω καμία δουλειά....Η Αθηνά με τα κουλουράκια βανίλιας που μας έφυγε πρώτη, η Ρήνα το ταπεινό χαμομηλάκι των αγρών του Κυρίου της, η Βαγγελιώ που πεθαίνοντας αναρωτιόταν... αν θα πεθάνει, η Ελένη που ακόμη αιμορραγεί μέσα μας η τρανή της απουσία. Δίπλα τους ο θείος Δημητράκης, ασαράντιστος ακόμη, στον δρόμο για τον ουρανό.

Και ο μπαμπάς μου....

Και άλλοι πολλοί.....Αγαπημένοι. Μυρωδάτοι με τις μυρωδιές ευλογημένης ύπαρξης. Μπερδεμένοι με λουλούδια, μουσικές, μικρά ποιήματα του δημοτικού σχολείου και με τον εθνικό ύμνο να ακούγεται στο βάθος, ως απόδειξη πως εδώ είναι η πατρίδα που όσοι φεύγουν (για ξενιτιά ή για ουρανό) δεν ξεχνιούνται.

"Πάει ο παλιός ο χρόνος"....Πες το πάλι μπαμπά.

Το έλεγε τόσο ωραία και ήταν τόσο όμορφος στο κασμιρένιο παλτό του! "Παραγγελία το έκανα" έλεγε και ήταν αλήθεια. Στον Θωμά το είχε ράψει. Από τους καλύτερους και ακριβότερους ράφτες της πόλης. Δεν το έκανε από ξιπασιά ο πατέρας αλλά αφ' ενός επειδή είχε υψηλή αισθητική και αφ' ετέρου -και κυρίως- ήταν η περηφάνια του ορφανού και νηστικού παιδιού που τώρα πια ευλογήθηκε να γίνει νοικοκύρης...

Πάει ο παλιός ο χρόνος πατέρα.....Σήμερα πήγαμε την μαμά στο νοσοκομείο, για άλλη μία φορά...
Δημοσιεύτηκε 7 hours ago από τον χρήστη ΕΛΕΝΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου