Ἐλάχιστοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ μένουν εὐχαριστημένοι ἀπὸ ὅσα καθημερινὰ συμβαίνουν στὴ σύγχρονη κοινωνία μας. Πρόκειται γιὰ τοὺς ἐμπνευστὲς καὶ πρωταγωνιστὲς τῆς θλιβερῆς πραγματικότητας, τὴν ὁποία οἱ ἴδιοι ἐπιθυμοῦν καὶ καταδικάζουν μόνο μερικὰ ἀκραῖα φαινόμενα καὶ ζητοῦν τὴν παρέμβαση τῆς δικαιοσύνης. Ποτὲ ὅμως δὲν θέλουν νὰ τηροῦν οἱ ἄνθρωποι τὶς ἠθικὲς ἀρχές, ποὺ προτείνει καὶ καλλιεργεῖ ἡ Ἐκκλησία. Προχωροῦν ἀκόμα καὶ στὸ
ἀποκαρδιωτικὸ σημεῖο νὰ θεωροῦν τὴν ἄρνησή τους αὐτὴ ὡς δικαίωμά τους καὶ νὰ ζητοῦν τὴ νομικὴ κατοχύρωση. Ἔτσι οἱ πιὸ πολλὲς ἁμαρτίες χαρακτηρίζονται ὡς «δικαιώματα» τῶν ἀνθρώπων, ποὺ προστατεύονται ἀπὸ τοὺς νόμους καὶ ὅσοι τὰ ἀμφισβητοῦν νὰ ὁδηγοῦνται στὰ δικαστήρια, γιὰ νὰ τιμωροῦνται γιὰ τὰ ἀδικήματα, ποὺ διαπράττουν καὶ νὰ σωφρονίζονται ἐντὸς τῶν φυλακῶν!
Οἱ πολλοὶ ὅμως ἄνθρωποι ἀνησυχοῦν γιὰ ὅσα συμβαίνουν στὴν... κοινωνία, χωρὶς ὅμως νὰ ἀναγνωρίζουν τὶς δικές τους εὐθύνες. Γιὰ ὅλα φταῖνε οἱ ἄλλοι, ἐνῶ καὶ οἱ ἴδιοι εἶναι μέλη αὐτῆς τῆς κοινωνίας καὶ μὲ τὶς πράξεις τους συντελοῦν στὴ διαρκῆ ὑποβάθμισή της. Δὲν μποροῦν νὰ καταλάβουν ἤ καλύτερα δὲν παραδέχονται, λόγῳ ἐγωϊσμοῦ, ὅτι αὐτὸ ποὺ βλέπουν στὴν κοινωνία καὶ τοὺς πληγώνει εἶναι ἀποτέλεσμα τῶν δικῶν τους ἐνεργειῶν. Ὅ,τι ἔσπειραν, θερίζουν.
Ὁ Ὅσιος Φιλόθεος Ζερβάκος, ὁ ὁποῖος ὡς πνευματικὸς πατέρας πολλῶν ἀνθρώπων βρισκόταν πάντα ἐν ἐγρηγόρσει καὶ πονοῦσε γιὰ τὰ ἁμαρτωλὰ ἔργα τῶν ἀνθρώπων, ἔλεγε σχετικά: «Σήμερα οἱ ἄνθρωποι θερίζουν ὅ,τι ἔσπειραν καὶ τρυγοῦν τοὺς καρποὺς τῶν πονηρῶν ἔργων τους τῆς ὑπερηφάνειας, δηλαδὴ τοῦ φθόνου, τῆς μνησικακίας, τοῦ ψεύδους, τῆς συκοφαντίας, τῆς ἁρπαγῆς, τῆς πλεονεξίας, τῆς διαφθορᾶς, τῆς παραλυσίας, τῆς βλασφημίας, τῆς ἀπιστίας καὶ ἀσέβειας».
Αὐτὸς εἶναι ὁ κατηφορικὸς δρόμος τῆς ἀπώλειας, ποὺ τὸν ἀκολουθοῦν οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι. Οἱ συνειδητοὶ ὡστόσο χριστιανοὶ ἀρνοῦνται τὸ σύγχρονο ρεῦμα καὶ ἐπιλέγουν μὲ σταθερότητα τὸ δρόμο τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, στοχαζόμενοι πάντα τὸ θεῖο λόγο καὶ ἀγωνιζόμενοι γιὰ τὴν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν. Στὴν ἐπιλογή τους αὐτὴ δὲν ἔχουν πολλοὺς συνοδοιπόρους, ὅμως παρόλες τὶς δυσκολίες καὶ τοὺς ποικίλους πειρασμούς, βιώνουν εὐχάριστες καταστάσεις, ποὺ ξεπερνοῦν κατὰ πολὺ ἐκεῖνες τῆς κοσμικῆς «εὐτυχίας». Δὲν μπορεῖ νὰ γίνει καμιὰ σύγκριση. Οὔτε εἶναι δυνατὸ οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου νὰ πεισθοῦν γιὰ τὴν ὡραιότητα τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ἄν προηγουμένως δὲν ἔχουν κάποια ἐμπειρία. Κι ἐδῶ βρίσκεται τὸ καθῆκον τοῦ ἀνθρώπου τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος πρέπει νὰ ἔχει φωτεινὴ ζωὴ καὶ νὰ δίνει τὴν εὐκαιρία στοὺς καλοπροαίρετους νὰ τὸν μιμηθοῦν καὶ νὰ κάνουν τὴ μεγάλη στροφὴ πρὸς τὴν Ἐκκλησία, ἀκολουθώντας ὅ,τι ἐκείνη διδάσκει καὶ ἀπολαμβάνοντας ὅ,τι προσφέρει στὰ μέλη της.
Ὁ Ὅσιος Φιλόθεος συμβούλευε τοὺς ἀνθρώπους νὰ ἀποφεύγουν τὴν εὐρύχωρη ὁδὸ τῆς κακίας καὶ τῆς ἁμαρτίας καὶ «νὰ ἀκολουθοῦν τὴ στενὴ καὶ τεθλιμμένη, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ στὴν αἰώνια ζωή. Ἄς σπείρουμε στὴν πρόσκαιρη αὐτὴ ζωὴ ἀρετές, ἐλεημοσύνη, πίστη, ἀγάπη, ἐλπίδα, ταπείνωση, ἐγκράτεια, ὑπομονή, δικαιοσύνη, γιὰ νὰ θερίσουν εὐδαιμονία καὶ εὐτυχία ποὺ πάντοτε μένει, ἀνεκλάλητη χαρά, δόξα καὶ τιμὴ ἀκατανόητη καὶ ἀνερμήνευτη, καὶ τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν». Συγχρόνως ὁ Ὅσιος ἐξωτερίκευε καὶ τὴν ἐπιθυμία του νὰ φύγει ἀπὸ τὴν παροῦσα ζωή, γιατὶ δὲν ἄντεχε ἄλλο νὰ βλέπει τοὺς ἀνθρώπους νὰ ζοῦν μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεό. Ἔλεγε: «Πιστεύω, ἄν θέλει καὶ ὁ Θεός, νὰ φύγω γρήγορα. Πρέπει νὰ φύγω, γιατὶ ὁ κόσμος τρέχει στὰ πονηρὰ καὶ ἁμαρτωλά. Ἀκράτητοι εἶναι οἱ ἄνθρωποι, καὶ λαὸς καὶ κλῆρος, σὰν τὰ ἀχαλίνωτα ἄλογα, τρέχουν πρὸς τὴν ἁμαρτία. Δὲν συλλογίζονται τὸν Θεό, τὸ θάνατο, τὴν κρίση, τὴν ἀνταπόδοση, τίποτα – τίποτα, μόνο γιὰ τὴν ὕλη, γιὰ τὸ σῶμα, γιὰ τὶς ἡδονές, γιὰ τὶς τιμές. Γιὰ τὴν ψυχή, γιὰ τὸν Θεό, γιὰ τὴν ἀρετή, τίποτα. Λίγοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουν ἀληθινὰ ἐνδιαφέροντα, καὶ ἴσως χάρη αὐτῶν τῶν ὀλίγων κρατεῖ ὁ Θεὸς τὸν κόσμο».
orthodoxostypos
Ἀναρτήθηκε ἀπὸ Διανοητής
Ἐτικέτες Πατερικά
Οἱ πολλοὶ ὅμως ἄνθρωποι ἀνησυχοῦν γιὰ ὅσα συμβαίνουν στὴν... κοινωνία, χωρὶς ὅμως νὰ ἀναγνωρίζουν τὶς δικές τους εὐθύνες. Γιὰ ὅλα φταῖνε οἱ ἄλλοι, ἐνῶ καὶ οἱ ἴδιοι εἶναι μέλη αὐτῆς τῆς κοινωνίας καὶ μὲ τὶς πράξεις τους συντελοῦν στὴ διαρκῆ ὑποβάθμισή της. Δὲν μποροῦν νὰ καταλάβουν ἤ καλύτερα δὲν παραδέχονται, λόγῳ ἐγωϊσμοῦ, ὅτι αὐτὸ ποὺ βλέπουν στὴν κοινωνία καὶ τοὺς πληγώνει εἶναι ἀποτέλεσμα τῶν δικῶν τους ἐνεργειῶν. Ὅ,τι ἔσπειραν, θερίζουν.
Ὁ Ὅσιος Φιλόθεος Ζερβάκος, ὁ ὁποῖος ὡς πνευματικὸς πατέρας πολλῶν ἀνθρώπων βρισκόταν πάντα ἐν ἐγρηγόρσει καὶ πονοῦσε γιὰ τὰ ἁμαρτωλὰ ἔργα τῶν ἀνθρώπων, ἔλεγε σχετικά: «Σήμερα οἱ ἄνθρωποι θερίζουν ὅ,τι ἔσπειραν καὶ τρυγοῦν τοὺς καρποὺς τῶν πονηρῶν ἔργων τους τῆς ὑπερηφάνειας, δηλαδὴ τοῦ φθόνου, τῆς μνησικακίας, τοῦ ψεύδους, τῆς συκοφαντίας, τῆς ἁρπαγῆς, τῆς πλεονεξίας, τῆς διαφθορᾶς, τῆς παραλυσίας, τῆς βλασφημίας, τῆς ἀπιστίας καὶ ἀσέβειας».
Αὐτὸς εἶναι ὁ κατηφορικὸς δρόμος τῆς ἀπώλειας, ποὺ τὸν ἀκολουθοῦν οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι. Οἱ συνειδητοὶ ὡστόσο χριστιανοὶ ἀρνοῦνται τὸ σύγχρονο ρεῦμα καὶ ἐπιλέγουν μὲ σταθερότητα τὸ δρόμο τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, στοχαζόμενοι πάντα τὸ θεῖο λόγο καὶ ἀγωνιζόμενοι γιὰ τὴν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν. Στὴν ἐπιλογή τους αὐτὴ δὲν ἔχουν πολλοὺς συνοδοιπόρους, ὅμως παρόλες τὶς δυσκολίες καὶ τοὺς ποικίλους πειρασμούς, βιώνουν εὐχάριστες καταστάσεις, ποὺ ξεπερνοῦν κατὰ πολὺ ἐκεῖνες τῆς κοσμικῆς «εὐτυχίας». Δὲν μπορεῖ νὰ γίνει καμιὰ σύγκριση. Οὔτε εἶναι δυνατὸ οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου νὰ πεισθοῦν γιὰ τὴν ὡραιότητα τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ἄν προηγουμένως δὲν ἔχουν κάποια ἐμπειρία. Κι ἐδῶ βρίσκεται τὸ καθῆκον τοῦ ἀνθρώπου τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος πρέπει νὰ ἔχει φωτεινὴ ζωὴ καὶ νὰ δίνει τὴν εὐκαιρία στοὺς καλοπροαίρετους νὰ τὸν μιμηθοῦν καὶ νὰ κάνουν τὴ μεγάλη στροφὴ πρὸς τὴν Ἐκκλησία, ἀκολουθώντας ὅ,τι ἐκείνη διδάσκει καὶ ἀπολαμβάνοντας ὅ,τι προσφέρει στὰ μέλη της.
Ὁ Ὅσιος Φιλόθεος συμβούλευε τοὺς ἀνθρώπους νὰ ἀποφεύγουν τὴν εὐρύχωρη ὁδὸ τῆς κακίας καὶ τῆς ἁμαρτίας καὶ «νὰ ἀκολουθοῦν τὴ στενὴ καὶ τεθλιμμένη, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ στὴν αἰώνια ζωή. Ἄς σπείρουμε στὴν πρόσκαιρη αὐτὴ ζωὴ ἀρετές, ἐλεημοσύνη, πίστη, ἀγάπη, ἐλπίδα, ταπείνωση, ἐγκράτεια, ὑπομονή, δικαιοσύνη, γιὰ νὰ θερίσουν εὐδαιμονία καὶ εὐτυχία ποὺ πάντοτε μένει, ἀνεκλάλητη χαρά, δόξα καὶ τιμὴ ἀκατανόητη καὶ ἀνερμήνευτη, καὶ τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν». Συγχρόνως ὁ Ὅσιος ἐξωτερίκευε καὶ τὴν ἐπιθυμία του νὰ φύγει ἀπὸ τὴν παροῦσα ζωή, γιατὶ δὲν ἄντεχε ἄλλο νὰ βλέπει τοὺς ἀνθρώπους νὰ ζοῦν μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεό. Ἔλεγε: «Πιστεύω, ἄν θέλει καὶ ὁ Θεός, νὰ φύγω γρήγορα. Πρέπει νὰ φύγω, γιατὶ ὁ κόσμος τρέχει στὰ πονηρὰ καὶ ἁμαρτωλά. Ἀκράτητοι εἶναι οἱ ἄνθρωποι, καὶ λαὸς καὶ κλῆρος, σὰν τὰ ἀχαλίνωτα ἄλογα, τρέχουν πρὸς τὴν ἁμαρτία. Δὲν συλλογίζονται τὸν Θεό, τὸ θάνατο, τὴν κρίση, τὴν ἀνταπόδοση, τίποτα – τίποτα, μόνο γιὰ τὴν ὕλη, γιὰ τὸ σῶμα, γιὰ τὶς ἡδονές, γιὰ τὶς τιμές. Γιὰ τὴν ψυχή, γιὰ τὸν Θεό, γιὰ τὴν ἀρετή, τίποτα. Λίγοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουν ἀληθινὰ ἐνδιαφέροντα, καὶ ἴσως χάρη αὐτῶν τῶν ὀλίγων κρατεῖ ὁ Θεὸς τὸν κόσμο».
orthodoxostypos
Ἀναρτήθηκε ἀπὸ Διανοητής
Ἐτικέτες Πατερικά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου