Γράφει ὁ Διονύσης Μακρῆς
Θεολόγος-Δημοσιογράφος
Ἤμουν μὲ τὴν παπαδιά μου καὶ τὸ 2,5 ἐτῶν παιδί μας στὸ ἐργαστήρι τῆς κ. Ἄννας στὴν Καρδίτσα καὶ ἔκανα πρόβα ἕνα ζωστικό, ὅταν μπῆκε μέσα ἕνας ἄγνωστος σὲ μένα παπάς! «Χαῖρε παπά μου! Τὸ σπιτάκι σου βλέπω στὸν οὐρανὸ τὸ κτίζεις καλὰ καὶ ὄμορφα. Νὰ εἶσαι εὐλογημένος», μοῦ εἶπε. Εἶναι ἀλήθεια πὼς δὲν ἔδωσα καμιὰ σημασία στὰ λόγια του καὶ δὲν σᾶς κρύβω πὼς μέσα μου πέρασε ἡ σκέψη πὼς κάτι δὲν πάει καλὰ μ’ αὐτόν. Καθὼς τὸν κοιτοῦσα περίεργα ἐκεῖνος ὁ ἄγνωστος παπὰς πῆρε στὴν ἀγκαλιὰ τὸ γιό μου καὶ χωρὶς νὰ πεῖ τίποτε βγῆκε γρήγορα ἔξω ἀπὸ τὴν πόρτα. «Παπαδιὰ τρέξε πίσω του. Ποῦ τὸ πάει τὸ παιδὶ» φώναξα. Ἡ κ. Ἄννα τότε μὲ καθησύχασε λέγοντας πὼς πρόκειται γιὰ ἕνα ἅγιο παπὰ ἀπὸ τὰ Ἄγραφα. Ὡστόσο δὲν μὲ ἔπεισε ἀπόλυτα καὶ ἔγνεψα στὴν παπαδιὰ νὰ τὸν ἀκολουθήσει. Ὁ ἄγνωστος σὲ μένα παπὰς κατευθύνθηκε σὲ ἕνα κατάστημα μὲ παπούτσια, 500 μέτρα πιὸ κάτω ἀπὸ τὸ ἐργαστήριο τῆς κ. Ἄννας. Μπῆκε μέσα καὶ ἀγόρασε γιὰ τὸν μικρὸ ἕνα ζευγάρι παπούτσια, τὰ ὁποῖα εἴχαμε δεῖ τὸ προηγούμενο ἀπόγευμα μὲ τὴν παπαδιὰ καὶ εἴχαμε σκοπὸ μὲ τὴν πρώτη εὐκαιρία νὰ τὰ ἀγοράσουμε. Δὲν σᾶς κρύβω πὼς εἴχαμε κάποιες οἰκονομικὲς δυσκολίες ἐκεῖνο τὸ διάστημα. Ὁ ἄγνωστος παπὰς τῶν Ἀγράφων, ὄχι μόνο ἀγόρασε τὰ παπούτσια ποὺ ἐμεῖς σκεφτόμαστε νὰ ἀγοράσουμε στὸ μικρὸ ἀλλὰ τοῦ τὰ φόρεσε κιόλας. Ἡ παπαδιὰ τὸν πρόλαβε καθὼς ἐπέστρεφε ὁ παππούλης στὸ ἱεροραφεῖο καὶ ξαφνιάστηκε ὅταν εἶδε πὼς ὁ γιὸς της φοροῦσε τὰ παπούτσια ποὺ προγραμμάτιζαν νὰ τοῦ ἀγοράσουν.
Μ’ αὐτὸν τὸν θαυμαστὸ τρόπο γνώρισα τὸν γέροντα τῶν Ἀγράφων λίγο πρὶν τὴ δύση τοῦ προηγούμενου αἰώνα, τὸ ἔτος 1999! Σχεδὸν δὲν πρόλαβα νὰ τὸν εὐχαριστήσω γιατί πῆρε κάτι ποὺ τοῦ εἶχε ράψει ἡ κ. Ἄννα καὶ ἔφυγε βιαστικά. Ὡστόσο, τὸ πρῶτο ποὺ συγκράτησα ἀπὸ τὴν πρώτη συνάντηση μας ἦταν ἡ συμβουλὴ-προτροπὴ τοῦ γέροντα
. «Παπὰ Προκόπη νὰ μὴν ξεχνᾶς πὼς ἐμεῖς οἱ παπάδες προκόβουμε μόνο ὅταν πορευόμαστε μὲ συνοδοιπόρο τὴν ταπείνωση…».
Ἔκτοτε ἀνέβηκα στὸ Βαλάρι στὸν ἅγιο αὐτὸν παππούλη, πολλὲς φορὲς ἄλλοτε μὲ παρέα κι ἄλλοτε μὲ τὴν παπαδιά μου. Ὁ π. Παναγιώτης σὲ κάθε ἐπίσκεψή μου φρόντιζε μὲ ἐπιμέλεια νὰ μὲ γεμίζει μὲ πνευματικὰ καλούδια. Μὲ τὴν ἁπλότητα ἑνὸς μικροῦ παιδιοῦ ξετύλιγε τὴν ὀρθόδοξη θεολογία καὶ χωρὶς νὰ τὸ καταλάβεις σὲ ἔκανε κοινωνὸ αὐτῆς. «Λίγο νὰ διαβάζεις τὸ ψαλτήριο, λίγο τὴν Ἁγία Γραφή, νὰ λειτουργεῖς τακτικά, νὰ μὴν λησμονεῖς νὰ ἐξομολογεῖσαι καὶ νὰ ἀκολουθεῖς τὶς νηστεῖες τότε ἀνοίγει ὁ οὐρανὸς καὶ γίνεσαι κοινωνὸς τῶν ἁγίων μας παπὰ Προκόπη» μοῦ ἔλεγε! Ἐνθυμοῦμαι πὼς κάποτε μὲ πῆγε στὸ ἐκκλησάκι τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους, τὸ ὁποῖο ἀνέγειρε ὁ ἴδιος. Μοῦ εἶπε νὰ φορέσω τὸ πετραχήλι καὶ νὰ γονατίσω μπροστὰ ἀπὸ τὴν Ὡραία Πύλη καὶ νὰ προσευχηθῶ. Ἐκεῖνος κάθισε στὸ ψαλτήρι καὶ ἔκανε κομποσχοίνι. Ἔνοιωθα ἕνα περίεργο δέος. Εἶχα τὴν αἴσθηση ὅτι στὸ ναὸ δὲν ἤμασταν μόνοι. Προσευχήθηκα περίπου 10 λεπτά! Στὴ συνέχεια ὁ παππούλης μὲ κάλεσε κοντά του. Κάθισα δίπλα του σιωπηλός. Ἐκεῖνος τότε μοῦ εἶπε πολὺ προσωπικὰ πράγματα ἀπὸ τὴ ζωή μου! Ἀκόμη καὶ ἀπὸ τότε ποὺ ἤμουν μικρὸ παιδί. Ἀναφέρθηκε μάλιστα καὶ σὲ λογισμούς μου. Εἰλικρινὰ κάτι τέτοιο δὲν τὸ ἔχω ξαναζήσει. Πέραν τῶν συμβουλῶν του σὲ ἔκανε νὰ ἀγαπᾶς τὸν τριαδικὸ Θεό, νὰ νοιάζεσαι γιὰ τὰ τοῦβλα καὶ τὰ ὑλικὰ ποὺ ἔπρεπε μέσα ἀπὸ τὴν καθημερινότητά σου νὰ μαζεύεις, ὥστε νὰ κτίζεις τὸ σπιτάκι τῆς αἰωνιότητας στὸν οὐρανό. «Ὁ παπὰς εἶναι ἀνώτατος ὅλων καὶ προέδρων καὶ πρωθυπουργῶν καὶ ὑπουργῶν γιατί πιάνει μὲ τὰ χέρια του τὸ Σωτήρα Χριστό, ζεῖ καὶ βιώνει τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ» μοῦ ὑπενθύμιζε μὲ κάθε εὐκαιρία.
Αὐτά μοῦ μετέφερε ὁ π. Προκόπιος, ἱερέας τῆς Μητροπόλεως Θεσσαλιώτιδος, ὅταν τοῦ τηλεφώνησα γιὰ νὰ μοῦ περιγράψει τὸ θαυμαστὸ περιστατικὸ μὲ τὴν ἀγορὰ τῶν παπουτσιῶν στὸ γιό του. Ἡ συνομιλία ποὺ εἶχα μαζί του ἔφερε στὴ μνήμη μου μία ἐκτενῆ συζήτηση ποὺ εἶχα μὲ τὸν γέροντα γιὰ τὸ Τριώδιο, τὴν κατανυκτικὴ περίοδο ποὺ φθάνει μέχρι τὸ Πάσχα! Τὸν εἶχα ἐπισκεφθεῖ λίγες ἡμέρες μετὰ τὰ Θεοφάνεια μαζὶ μὲ τὸ φίλο μου τὸν Ἀντώνη στὸ σπίτι του στὴν συνοικία Εὐρυτάνων στὴν Ἀλίατρο Βοιωτίας. Ἐκεῖ ἔμεινε κατὰ τὴν περίοδο τοῦ χειμώνα ὁ παππούλης.
-Ξέρεις τί εἶναι θεολόγε τὸ Τριώδιο, ποὺ ἀνοίγει σὲ λίγες ἡμέρες;
Τὸν κοίταξα μέσα στὰ μάτια ἕτοιμος νὰ «ρουφήξω» αὐτὰ ποὺ ἤθελε νὰ μοῦ μεταφέρει. Ἀπέφυγα νὰ ἀπαντήσω. Ἐκεῖνος κατάλαβε γιατί σιώπησα καὶ συνέχισε.
-Τριώδιο θεολόγε εἶναι ἡ ὠδὴ πρὸς τὸν Τριαδικὸ Θεό. Εἶναι ἡ ἀρχὴ μίας θαυμαστῆς πορείας, ποὺ φθάνει μέχρι τὴν Πεντηκοστή. Εἶναι ἡ ἀφετηρία μίας ἀμιγῶς προσωπικῆς προσέγγισης τοῦ κάθε ἀνθρώπου μὲ τὸν τριαδικὸ Θεό. Εἶναι ἡ ἐπανάληψη τῆς μαθητείας τῶν Ἀποστόλων στὸ Σωτήρα Χριστό, μόνο ποὺ τὴ θέση τῶν μαθητῶν Ἀποστόλων, μπορεῖ νὰ πάρει ὁ καθένας ἀπὸ ἐμᾶς. Εἶναι μία διαρκὴς προπόνηση στὸ στάδιο τῶν ἀρετῶν μὲ προπονητὴ τὸν ἴδιο τὸν Χριστό. Εἶναι μία ἐσωτερικὴ κάθαρση καὶ συνεχὴς συντριβὴ τῆς ἁμαρτίας στὸ χωραφάκι τῆς ψυχῆς μας. Εἶναι ἡ συνειδητὴ συμμετοχή μας στὴν ὁδὸ τοῦ μαρτυρίου ποὺ καταλήγει στὸ Γολγοθὰ καὶ στὴν Ἀνάσταση. Εἶναι ὁ πόθος μετάβασης πρὸς τὴν Πεντηκοστὴ καὶ τὴν ἐν Χριστῷ ἀναγέννησή μας ἐν πνεύματι καὶ ἀληθεία.
– Μὰ μετὰ τὸ Πάσχα παύει τὸ Τριώδιο, τὸ βιβλίο ποὺ χρησιμοποιεῖ ἡ Ἐκκλησία καὶ ἀνοίγει τὸ Πεντηκοστάριο… Λίγο μὲ μπέρδεψαν αὐτὰ ποὺ εἴπατε γέροντα… Ἔχω προβληματισθεῖ γιατί τέτοια ἑρμηνεία πρώτη φορὰ τὴν ἀκούω!
– Ἐ! τότε ἂς βάλουμε μία ἀρχή. Ἂς ξεκινήσουμε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τοῦ Τριωδίου, τὴν Κυριακή τοῦ Τελώνη καὶ τοῦ Φαρισαίου. Τὴν ξέρεις τὴν εὐαγγελικὴ περικοπὴ ἢ νὰ φέρω νὰ τὴ διαβάσουμε;
– Ὄχι γέροντα δὲν χρειάζεται…
-Καλὰ -καλά! Ἂς παρομοιάσουμε τὰ δύο κεντρικὰ πρόσωπα τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς μὲ ὁδηγοὺς δύο σύγχρονων αὐτοκινήτων. Τὸ πρῶτο τοῦ Τελώνη εἶναι μία παλιὰ σακαράκα (παλιὸ μοντέλο), τὸ ὁποῖο δὲν θέλει νὰ τὸ δεῖ κανένας. Εἶναι ξεπερασμένο καὶ φέρει πάνω του πολλὲς βλάβες. Τὸ δεύτερο τοῦ Φαρισαίου εἶναι ἕνα πολυτελέστατο αὐτοκίνητο, σὰν κι αὐτὰ λ. χ. ποὺ συνηθίζουν νὰ χρησιμοποιοῦν οἱ πλούσιοι καὶ οἱ πρωθυπουργοί…
-Δηλαδὴ κάτι σὰν θωρακισμένη μερσεντές… πετάχτηκε καὶ εἶπε αὐθόρμητα ὁ Ἀντώνης! Ὁ γέροντας χαμογέλασε καὶ συνέχισε.
– Τὰ δύο αὐτὰ αὐτοκίνητα τοποθετοῦνται σὲ μία ἀφετηρία προκειμένου νὰ ἀγωνισθοῦν… Βλέποντὰς τα καταλαβαίνει πολὺ εὔκολα ὁ καθένας μας μὲ μία πρώτη ματιὰ ὅτι ὁ ἀγώνας εἶναι ἄνισος. Πῶς εἶναι δυνατὸν ἡ σακαράκα νὰ κερδίσει τὸ μεσεντές, ποὺ εἶπε ὁ Ἀντώνης.
Τόσο ὁ Ἀντώνης ὅσο καὶ ἐγὼ βάλαμε τὰ γέλια! Ὁ παππούλης μᾶς κοίταξε μὲ ἀπορία.
-Μερσεντὲς παππούλη τί λένε ὄχι μεσεντές! εἶπε ὁ Ἀντώνης
-Ἐ καλὰ δὲν θὰ κολλήσουμε στὸ «ρ» Ἀντώνη μου. Βέβαια θὰ μοῦ πεῖς ἕνα «ρ» πολλὲς φορὲς κάνει τὴ διαφορὰ γιατί ἄλλο ἅγιος καὶ ἄλλο ἂγ(ρ)ιος!
Τέλος πάντων τὰ δύο αὐτοκίνητα μπαίνουν στὴ γραμμὴ ἐκκίνησης. Ὁ ἐπικεφαλῆς τοῦ ἀγώνα δίνει τὸ σύνθημα νὰ ξεκινήσουν. Ἡ σακαράκα τοῦ Τελώνη ξεκινάει ἀργὰ ἀλλὰ σταθερὰ ἐνῶ τὸ ἄλλο αὐτοκίνητο τοῦ Φαρισαίου ἔχει κολλήσει. Μάταια ὁ τελευταῖος ἀγωνίζεται νὰ τὸ βάλει μπρός. Ἀνοίγει τὸ καπὸ γιὰ νὰ δεῖ τί συμβαίνει! Ὅλα ἦταν τέλεια μηχανικά, γεγονὸς ποὺ τὸν ἔκανε νὰ παινεύεται καὶ νὰ μὴν ἀνησυχεῖ. Ἦταν ἄλλωστε βέβαιος πὼς μὲ τέτοια διαφορὰ τῶν δύο μοντέλων ἡ νίκη ἦταν δική του. Τὸ ντεπόζιτο στὸ ὄχημα τοῦ Τελώνη ἦταν γεμάτο ἐνῶ στὸ ὄχημα τοῦ Φαρισαίου δὲν ὑπῆρχε οὔτε μία σταγόνα βενζίνης. Ἦταν παντελῶς ἄδειο. Ὁ ἀγώνας εἶχε ἀφετηρία τὴ Γῆ καὶ τερματισμό τὴν Ἄνω Ἱερουσαλήμ, τὴν πόλη τοῦ Θεοῦ. Κατάλαβες θεολόγε;
– Δὲν κατάλαβα τίποτε καλέ μου παππουλάκο. Μπερδεύτηκα περισσότερο, εἶπε ὁ Ἀντώνης.
-Ἄσε Ἀντώνη τὸν γέροντα νὰ μιλήσει καὶ θὰ καταλάβεις, πρόσθεσα!
– Ἡ βενζίνη παιδιά μου ποὺ χρειάζεται γιὰ νὰ πορευτεῖς πρὸς τὸ Θεὸ εἶναι ἡ ταπείνωση, ἡ συντριβὴ τοῦ ἐγωϊσμοῦ, ἡ συνειδητοποίηση τῆς ἁμαρτίας, ἡ μετάνοια. Χωρὶς ταπείνωση δὲν προσεγγίζεις τὸ Θεό. Ὅταν ἐπιθυμεῖς διακαῶς νὰ βιώσεις τὸ μεγαλεῖο τοῦ Θεοῦ, τότε καταλαβαίνεις πὼς εἶσαι ἕνα ἁπλὸ μηδενικὸ καὶ ἐναγωνίως ζητᾶς νὰ πᾶς δίπλα στὸ ΕΝΑ, δηλαδὴ στὸν Χριστό, γιατί μόνο Ἐκεῖνος δίδει τὴν ἀξία στὸ πλάσμα του! Ὅπου ταπείνωση ἐκεῖ καὶ ὁ Θεός. «Κύριε ἰλάσθητι μοι τῷ ἁμαρτωλῷ» προσευχόταν μὲ συντετριμμένη καρδιά ὁ Τελώνης. Ἀρχὴ λοιπόν τοῦ Τριωδίου εἶναι ἀρχὴ τῆς μετανοίας, εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς μετάβασης ἀπὸ τὴν ἀγριότητα στὴν ἁγιότητα. Νὰ γιατί τὴν περηφάνια τὴν ταυτίζουν οἱ Ἅγιοι Πατέρες μας μὲ τὴν κενοδοξία, τὴν ματαιότητα, τὴ σύνδεση μὲ τὰ μηδαμινὰ καὶ τὰ ἀσήμαντα. Αὐτὰ δηλαδὴ ποὺ σὲ προσκολλοῦν στὴ γῆ καὶ δὲν σὲ ἀφήνουν νὰ προχωρήσεις πρὸς τὴν πραγματική μας πατρίδα τὸν οὐρανό. Γι’ αὐτὸ παιδιά μου ὁ Ἀντίδικος, ὁ ἔξω ἀπὸ ἐδῶ, λυσσάει αὐτὲς τὶς ἡμέρες τοῦ Τριωδίου! Ὁρμᾶ σὰν λυσσασμένο σκυλὶ στὸν ἄνθρωπο τραβώντας τον στὰ ἀσήμαντα, καλλιεργώντας τὰ πάθη, τὴ βλασφημία, προβάλλοντας τὰ μασκαριλίκια καὶ τὴν ξετσιπωσιά, τὰ καρναβάλια. Τοῦ καλλιεργεῖ τὸν ἐγωϊσμὸ γιὰ νὰ τὸν ἐμποδίσει νὰ ἀνακαλύψει, αὐτὸ ποὺ βίωσε ὁ Τελώνης, ὅταν μὲ δάκρυα ζήτησε τὴ συγχώρεση, ζήτησε νὰ εἰσέλθει στὴν ὁδὸ τῆς μετανοίας, τὴν ὁδὸ τῆς εὐτυχίας. Καρνάβαλος καὶ μασκαρὰς ἦταν ὁ Φαρισαῖος τῆς περικοπῆς. Εἶχε ὡς στολὴ τὴν ἰδιοτελῆ φιλανθρωπία, τὴν τυπικὴ ἀνούσια νηστεία, τὴν δῆθεν τήρηση τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ καὶ πίστευε ὁ μασκαρὰς πὼς μὲ ὅλα αὐτὰ ποὺ τὸν προσκολλοῦσαν στὰ ἀσήμαντα θὰ γίνει ἀποδεκτὸς καὶ ἴσος μὲ τὸν Θεό! Τηροῦσε τὶς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καὶ θεωροῦσε ἐξ’ αὐτοῦ τοῦ γεγονότος σίγουρη τὴν ἀνταπόδοση ἀπό μέρους τοῦ Θεοῦ. Ἀνταπόδοση ὡς ἀναγνώριση τῆς κοινωνίας, ὡς παροχή κοσμικῆς ἐξουσίας, ὡς πλοῦτο. Μέσα του ἔκαιγε ἡ φλόγα τῆς κενοδοξίας, ἡ ὁποία τὸν εἶχε αἰχμαλωτίσει στὴν πλάνη. Ὁ δυστυχὴς ἀγνοοῦσε ὅτι «πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται»!
– Αὐτὸν τὸν καθωσπρεπισμὸ γέροντα τοῦ Φαρισαίου τὸν ἔχουμε σήμερα καὶ πολλοὶ χριστιανοί. Θέλουμε νὰ εἴμαστε καὶ νὰ νιώθουμε πὼς ξεχωρίζουμε ἐπειδὴ τηροῦμε ἁπλῶς τὰ τυπικά. Μένουμε στὸ γράμμα τοῦ νόμου καὶ ἀφήνουμε τὴν οὐσία. Σᾶς εὐχαριστοῦμε γιὰ τὴν πρωτότυπη αὐτὴ ἑρμηνεία τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς.
-Ἄντε πηγαίνετε τώρα πίσω γιατί νύχτωσε καὶ ἔχετε δρόμο. Τὴν ἑπόμενη φορὰ νὰ δώσει ὁ Θεὸς νὰ ποῦμε καὶ τὰ ὑπόλοιπα.
Ἡ ἑρμηνεία τοῦ γέροντα τῶν Ἀγράφων γιὰ τὴν Κυριακή τοῦ Τελώνη καὶ Φαρισαίου ἦταν ἡ ἀρχὴ σὲ μία θεολογικὴ ἑρμηνεία, ποὺ μὲ τὶς πρεσβεῖες του καὶ τὴν εὐχὴ του ἐλπίζουμε νὰ συνεχίσουμε καὶ σὺν Θεῶ νὰ ὁλοκληρώσουμε.
ΠΗΓΗ: ΣΤΥΛΟΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΤΕΥΧ. 251 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2023
Συντάκτης
orthodoxia.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου