Πέμπτη, Ιανουαρίου 16, 2014

Φυσοκάλαμο και τάκα-τάκα

Photo: Julija...!/Flickr Η δεκαετία ξεκίνησε για τον Λευτέρη με τρία ασυνήθιστα περιστατικά. Η μητέρα τον έστειλε να αφήσει ένα ζευγάρι παπούτσια, στoν κυρ-Σταύρο, τον τσαγκάρη. 1971 και οι Έλληνες δεν πετούσαν τα φθαρμένα, τα έφτιαχναν.
Επιστρέφοντας, πέρασε από την Καμάρα. Στη γωνία, ένας μεσήλικας μοίραζε χάρτινα πλακάτ, που απεικόνιζαν έναν κοστουμαρισμένο μυστακοφόρο με αινιγματικό βλέμμα. «Αρχηγός της επανάστασης», έλεγε η λεζάντα. Το αγόρι πήρε ένα, μα σαν έφτασε σπίτι, ο πατέρας θύμωσε και το έσκισε. «Μην ξαναφέρεις εδώ τέτοια πράγματα!», είπε αυστηρά. Έσκυψε το κεφάλι, με απορία.

Το επόμενο, εκτυλίχθηκε μια 21η Απριλίου, όταν γινόταν η στρατιωτική παρέλαση. Ο Λευτέρης ήξερε ότι οι εθνικές γιορτές ήταν το «ΟΧΙ» τον Οκτώβριο και ο σηκωμός του ’21 τον Μάρτιο. «Τι γιορτάζουμε σήμερα;» ψέλλισε… «Πάψε», αποκρίθηκε κοφτά ο πατέρας. Υπάκουσε.
Μια Κυριακή συνόδευσε τη μητέρα στο «δημοψήφισμα». Δεκάδες παράξενες φιγούρες γύρω από το σχολείο, κοιτούσαν διερευνητικά τους εκλογείς από την κορυφή ως τα νύχια. Η μητέρα δίπλωσε προσεκτικά το ψηφοδέλτιο που περίσσεψε... Η Ελλάδα του 1973 ψήφιζε φοβισμένα.
Μπροστά στα έκπληκτα μάτια του Λευτέρη, η χώρα άλλαζε. Μετά την επταετία σιωπής οι Έλληνες πολιτικολογούσαν και πάλι ανάμεσα στους καπνούς των τσιγάρων «Παλλάς» και «Κεράνης». Εγκατέλειπαν τα ελαφρολαϊκά του Κοινούση κι άκουγαν τα -μέχρι πρότινος- απαγορευμένα του Μίκη.
Η καθημερινότητα του Λευτέρη είχε στερήσεις. Στο σπίτι υπήρχαν μόνο τα απαραίτητα, όπως βιβλία. Κατασκευάστηκαν δύο βιβλιοθήκες με τάβλες πάνω σε βερνικωμένα τούβλα. Στους τοίχους κολλήθηκαν ταπετσαρίες. Αγόρασαν μια ασπρόμαυρη τηλεόραση LOΕWE OPTA. Δημιουργήθηκε ασυνήθιστη κινητικότητα καθώς οι γείτονες μαζεύονταν για να παρακολουθήσουν ποδόσφαιρο, τη «Γειτονιά» και τον «Άγνωστο Πόλεμο».
Εκείνος, έβλεπε Κάπταιν Σκάρλετ και Λάσση. Στο σχολείο, συμμετείχε σε γυμναστικές επιδείξεις με ομοιόμορφη φορεσιά. Οι συμμαθήτριες φορούσαν γαλάζια ποδιά και καμάρωναν τις κούκλες τους σε κουτιά με ζελατίνα. Έφτιαχνε φυσοκάλαμο, καρφώνοντας δύο μανταλάκια σε ένα πλαστικό κοντάρι. Σε γειτονικό μαγαζάκι βρήκε έναν επίγειο παράδεισο με εκατοντάδες μεταχειρισμένα περιοδικά: Λούκυ Λουκ, Μπλεκ, Μίκυ Μάους, Ποπάϊ και Τιραμόλα. Τα διάβαζε γρήγορα κι έτρεχε να τα ανταλλάξει σε αναλογία δύο προς ένα...
Στο σπίτι έρχονταν συχνά επισκέψεις. Ήρθε κι ένας θείος που τον έβλεπε πρώτη φορά. Έλειπε, είπαν, σε «εξορία» κι όλο μιλούσε με θέρμη για το Κόμμα. «Μα για ποιό από όλα;», σκέφτηκε και μπούκωσε ένα σοκολατάκι «μαργαρίτα». Οι επισκέπτες έφερναν ποτά: Βερμούτ, Μεταξά, και «Κούβα». Η οικογένεια σπάνια τα κατανάλωνε. Η μητέρα, αλλάζοντας το γιορτινό περιτύλιγμα, τα ξαναπήγαινε σε επισκέψεις. 
Άλλοτε, κάθονταν οικογενειακώς σε ζαχαροπλαστεία, όπου τα «γκαρσόνια» φορούσαν λευκό πουκάμισο και μαύρο παντελόνι. Οι γονείς παράγγελναν ελληνικό καφέ κι ο Λευτέρης πάστα αμυγδάλου.
Ο αδερφός του, άφησε μακριά μαλλιά, μουστάκι και φορούσε παντελόνια καμπάνα. Τον πήρε μαζί σε φεστιβάλ νεολαίας, όπου κι άλλοι μακρυμάλληδες μιλούσαν για την Αλλαγή. «Τι είναι αυτό;» θέλησε να ρωτήσει, μα ντράπηκε.
Μια μέρα, ένας ξάδερφος τού χάρισε το νέο παιχνιδάκι, το τάκα-τάκα, που είχε «ξελογιάσει» τους νέους. Ο Λευτέρης έπαιζε ασταμάτητα, προξενώντας δυνατό θόρυβο. Ο βαρήκοος παππούς αδιαφορούσε, αλλά η μητέρα ανακουφίστηκε όταν το φασαριόζικο παιχνίδι απαγορεύτηκε...
Λίγο αργότερα διοργάνωσε το πρώτο του πάρτι με δίσκους ρεφενέ. Φόρεσε τα καλά του και σχεδόν λούστηκε με κολόνια Aqua Velva. Του κάκου: δεν βρήκε το θάρρος να ζητήσει από τη Ράνια να χορέψουν μπλουζ του Joe Dassin. Απογοητεύτηκε…
Η δεκαετία του ’70 έδυε. Οι Έλληνες ετοιμάζονταν να προσυπογράψουν το «Συμβόλαιο με τον Λαό» που πρότεινε ο ανερχόμενος πολιτικός αστέρας με το ζιβάγκο.
Μια μέρα, ο Λευτέρης, είδε ότι τα παπούτσια του είχαν σκιστεί στο πλάι. Ζήτησε από τη μητέρα να τα πάει για επισκευή. «Στον τσαγκάρη;»… απόρησε εκείνη… «Πέταξέ τα», είπε. «Θ’ αγοράσουμε καινούρια»!

Θεόδωρος Κουτρούκης είναι Επίκουρος Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου