«Το σπίτι που γεννήθηκα, το σπίτι που μεγάλωσα, το σπίτι π’ αγάπησα και λάτρεψα. Κάθε δωμάτιο και κάθε γωνιά, στο μυαλό μου φέρνει και μια ανάμνηση.
Δεν λείπανε ποτέ οι χαρές και οι λύπες. Ως επί τω πλείστω η καθημερινότητα, ήταν ξέγνοιαστη και χαρούμενη. Η μνήμη του , δεν θα σβήσει ποτέ όσο ζω. Το σπίτι αυτό που κτίστηκε με πολλούς κόπους και θυσίες, από τα χέρια του πατέρα μου.
Το σπίτι που στο χωριό ήταν μοναδικό, με την κυκλική εσωτερική πετρόκτιστη σκάλα του. Το όμορφο μπαλκονάκι, που για κάγκελο είχε τες όμορφες, σκαλιστές πέτρες. «Τα χέρια μου ρόζιασα, μέχρι να τες κάμω» έτσι έλεγε ο πατέρας .Αυτό ήταν το σπίτι που μεγάλωσα κι’ αγάπησα.
Τί τους έκανε και το χάλασαν; Στην τελευταία επίσκεψη που πήγα, ούτε μια πέτρα δεν βρήκα να καθίσω για να ξαποστάσω. Κανείς, δεν ξέρει γιατί ισοπέδωσαν ολόκληρη γειτονιά. Η εικόνα του ζωγραφισμένη έμεινε στην μνήμη μου.
Αχ, χωριό μου, αγαπημένο! Πόσο άλλαξε η μορφή σου. Γιατί, σε καταστρέψανε έτσι άραγε; Κανείς δεν θα μας δώσει την απάντηση. Βρεθήκαμε στην γειτονιά μας, εντελώς τυχαία όλοι οι γείτονες. Κάναμε την γνωριμία μας, που έχει τόσα χρόνια να βρεθούμε, και θυμηθήκαμε τα παλιά.
Δεν θέλω να κρατήσω την εικόνα που έχει τώρα το χωριό μας. Θα κρατήσω τες παλιές και αξέχαστες μου μνήμες.
Δεν θέλω να σε ξαναδώ έτσι χωριό μου αγαπημένο. Κλαίει η ψυχή μου π’ αντίκρισα, έτσι κατάντια της Λύση μας, που όλοι την είχανε υπόδειγμα καθαριότητας. Έσκυψα και λίγο χώμα πήρα και το έφερα να το έχω μαζί μου. Μια χούφτα χώμα έφερα, κι’ όταν εγώ πεθάνω να μπει μέσα στον τάφο μου, στο σώμα μου απάνω», έγραψε η κυρία Παναγιώτα Γιάλλουρου, η οποία κατάγεται από τη Λύση..
Η Λύση, είναι κατεχόμενο χωριό και βρίσκεται νοτιοανατολικά της Μεσαορίας, μία από τις εκδοχές θέλουν το όνομα προέλευσης του χωριού, από τους αρχαίους οικισμούς Ελλισώ και Ελίση, μία άλλη πάλι εκδοχή είναι ότι στην συγκεκριμένη περιοχή έλυσαν τις διαφορές του δύο βασιλιάδες, σύμφωνα πάντα με τα λεγόμενα, αυτοί ήταν, ο Ισαάκιος Κομνηνός και ο Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος.
Ένα από τα πιο ξεχωριστά σημεία, της κατεχόμενης Λύσης, είναι η εκκλησία της Παναγίας, ο ναός κτίστηκε το 1892-1901. Η Παναγία της Λύσης, βυθίστηκε στη σιωπή για 45 ολόκληρα χρόνια και οι καμπάνες της ήχησαν ξανά για πρώτη φορά, στις 8 Σεπτεμβριου 2019, σε ένα κλίμα συγκίνησης και κατάνυξης για χιλιάδες πιστούς και προσκυνητές, προκαλώντας τους, ανάμεικτα συναισθήματα. Ένας μαθητής, δεκαέξι ετών, κατέβασε την τούρκικη σημαία, από κάποιους η πράξη του αυτή χαρακτηρίστηκε ηρωική και από άλλους απερίσκεπτη.
Έντονα συναισθήματα, η συγκεκριμένη επίσκεψη, δεν προκάλεσε μόνο στους πιστούς ή στους «Λυσιώτες», αλλά και σε μία Τουρκοκύπρια, που παρά τις τουρκικές προκλήσεις και παραβιάσεις αλλά και τα επικοινωνιακά τρικς, τόλμησε να εκφράσει τη γνώμη της, μέσα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και να ζητήσει δημόσια συγνώμη, προς τους κατοίκους του χωριού, την επιστολή της από την τουρκική γλώσσα, μετάφρασε η εξαίρετη συνάδελφος, Ράλλη Παπαγεωργίου, η οποία βρέθηκε κι εκεί..
Η Mehtap Cardak, γράφει:
«Αγαπητοί μου φίλοι, Το χωριό στο οποίο ζούμε, είναι ελληνοκυπριακό χωριό. Το όνομα του είναι Λύση. Μετά έγινε Ακντόγαν. Μέσα σε μία νύχτα αναγκάστηκαν, να φύγουν και να αφήσουν τα σπίτια τους, τα κρεβάτια τους, τους κήπους τους, τις εικόνες στους τοίχους, τους τόπους που εργάζονταν, τα θρησκευτικά τους μνημεία, τα όνειρα τους. Δηλαδή, τα πήραν από τους πραγματικούς ιδιοκτήτες τους, τα έκλεψαν και χωρίς να τους ρωτήσουν μας τα έδωσαν. Χωρίς να υπολογίζουν τα όσα έζησαν, χωρίς να υπολογίζουν τον πόνο των ανθρώπων. Σε καθεστώς πλιάτσικου, λαφύρων δεν μπορεί να διαρκέσει κανενός η ευτυχία, που βασίζεται στη δυστυχία. Δεν μπορείτε δε να φτάσετε να πουθενά, με εθνικιστικές δηλώσεις, καπηλευόμενοι τη θρησκεία και τη σημαία. Στην εκκλησία, στη ΛΥΣΗ που παλιά χρησιμοποιήθηκε ως τζαμί, άναψαν κερί ζητώντας άδεια γι αυτό. Καλωσήρθατε, σας ζητώ συγνώμη που ζω στο χωριό σας, στο σπίτι σας, χωρίς την άδεια σας».
Προσωπικά, πρώτη φορά, γνωρίζω μία Τουρκοκύπρια, που να ζητάει συγνώμη και να αναλαμβάνει τις ευθύνες των πράξεων… στην κουβέντα που είχα προσωπικά μαζί της θέλησα να μάθω περισσότερα γι αυτήν.. «Είμαι πενήντα ετών και κατάγομαι από την Λουρουκίνα. Ζω στη Λύση, εδώ και 42 χρόνια», μου είπε. «Οι σκέψεις μου, είναι πολύ ανάμεικτες όπως και τα συναισθήματα μου. Ζητώ, συγνώμη για τους πραγματικούς κατοίκους της Λύσης. Έχω μεγαλώσει στη Λύση, εδώ γέννησα τα παιδιά μου, οι γονείς μου και οι παππούδες μου, έχουν πεθάνει κι έχουν θαφτεί εδώ. Αν με ρωτάς, δεν ξέρω να σου πω, που ανήκω..»
Και συνεχίζει:
«Σε έναν πόλεμο, δεν υπάρχει τίποτα όμορφο, δεν μπορεί να ανθίσει κιόλας. Άλλωστε την προσωπική που άποψη, την έχω εκφράσει δημόσια, και έχω ζητήσει κι εκεί συγνώμη. Έχω απολογηθεί ήδη για τον εαυτό μου. Δεν ξέρω, αν η ευρύτερη οικογένεια μου, τι αντικείμενα έχουν βρει από τους ιδιοκτήτες και κατοίκους. Ήμουν μόνο οκτώ ετών, όταν ήρθαμε. Δεν έχω ιδιαίτερες μνήμες. Έχω γνωρίσει, τους ιδιοκτήτες του σπιτιού, ήταν μία συνάντηση που με άγγιξε ιδιαίτερα και ομολογώ πως συγκινήθηκα , αφού οι πραγματικοί ιδιοκτήτες, οι παππούδες, δεν βρίσκονται στη ζωή. Είναι δύσκολο και για τις δύο πλευρές, και είναι ακόμα πιο δύσκολο να ξεχάσουμε, είναι όμως που κάτι που οφείλουμε να προσπαθήσουμε, τουλάχιστον όσοι πιστεύουμε στην ειρήνη, το οφείλουμε για τη νέα γενιά».
Πηγή: hellasjournal.com (Ελλη Αυξεντίου)
Δεν λείπανε ποτέ οι χαρές και οι λύπες. Ως επί τω πλείστω η καθημερινότητα, ήταν ξέγνοιαστη και χαρούμενη. Η μνήμη του , δεν θα σβήσει ποτέ όσο ζω. Το σπίτι αυτό που κτίστηκε με πολλούς κόπους και θυσίες, από τα χέρια του πατέρα μου.
Το σπίτι που στο χωριό ήταν μοναδικό, με την κυκλική εσωτερική πετρόκτιστη σκάλα του. Το όμορφο μπαλκονάκι, που για κάγκελο είχε τες όμορφες, σκαλιστές πέτρες. «Τα χέρια μου ρόζιασα, μέχρι να τες κάμω» έτσι έλεγε ο πατέρας .Αυτό ήταν το σπίτι που μεγάλωσα κι’ αγάπησα.
Τί τους έκανε και το χάλασαν; Στην τελευταία επίσκεψη που πήγα, ούτε μια πέτρα δεν βρήκα να καθίσω για να ξαποστάσω. Κανείς, δεν ξέρει γιατί ισοπέδωσαν ολόκληρη γειτονιά. Η εικόνα του ζωγραφισμένη έμεινε στην μνήμη μου.
Αχ, χωριό μου, αγαπημένο! Πόσο άλλαξε η μορφή σου. Γιατί, σε καταστρέψανε έτσι άραγε; Κανείς δεν θα μας δώσει την απάντηση. Βρεθήκαμε στην γειτονιά μας, εντελώς τυχαία όλοι οι γείτονες. Κάναμε την γνωριμία μας, που έχει τόσα χρόνια να βρεθούμε, και θυμηθήκαμε τα παλιά.
Δεν θέλω να κρατήσω την εικόνα που έχει τώρα το χωριό μας. Θα κρατήσω τες παλιές και αξέχαστες μου μνήμες.
Δεν θέλω να σε ξαναδώ έτσι χωριό μου αγαπημένο. Κλαίει η ψυχή μου π’ αντίκρισα, έτσι κατάντια της Λύση μας, που όλοι την είχανε υπόδειγμα καθαριότητας. Έσκυψα και λίγο χώμα πήρα και το έφερα να το έχω μαζί μου. Μια χούφτα χώμα έφερα, κι’ όταν εγώ πεθάνω να μπει μέσα στον τάφο μου, στο σώμα μου απάνω», έγραψε η κυρία Παναγιώτα Γιάλλουρου, η οποία κατάγεται από τη Λύση..
Η Λύση, είναι κατεχόμενο χωριό και βρίσκεται νοτιοανατολικά της Μεσαορίας, μία από τις εκδοχές θέλουν το όνομα προέλευσης του χωριού, από τους αρχαίους οικισμούς Ελλισώ και Ελίση, μία άλλη πάλι εκδοχή είναι ότι στην συγκεκριμένη περιοχή έλυσαν τις διαφορές του δύο βασιλιάδες, σύμφωνα πάντα με τα λεγόμενα, αυτοί ήταν, ο Ισαάκιος Κομνηνός και ο Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος.
Ένα από τα πιο ξεχωριστά σημεία, της κατεχόμενης Λύσης, είναι η εκκλησία της Παναγίας, ο ναός κτίστηκε το 1892-1901. Η Παναγία της Λύσης, βυθίστηκε στη σιωπή για 45 ολόκληρα χρόνια και οι καμπάνες της ήχησαν ξανά για πρώτη φορά, στις 8 Σεπτεμβριου 2019, σε ένα κλίμα συγκίνησης και κατάνυξης για χιλιάδες πιστούς και προσκυνητές, προκαλώντας τους, ανάμεικτα συναισθήματα. Ένας μαθητής, δεκαέξι ετών, κατέβασε την τούρκικη σημαία, από κάποιους η πράξη του αυτή χαρακτηρίστηκε ηρωική και από άλλους απερίσκεπτη.
Έντονα συναισθήματα, η συγκεκριμένη επίσκεψη, δεν προκάλεσε μόνο στους πιστούς ή στους «Λυσιώτες», αλλά και σε μία Τουρκοκύπρια, που παρά τις τουρκικές προκλήσεις και παραβιάσεις αλλά και τα επικοινωνιακά τρικς, τόλμησε να εκφράσει τη γνώμη της, μέσα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και να ζητήσει δημόσια συγνώμη, προς τους κατοίκους του χωριού, την επιστολή της από την τουρκική γλώσσα, μετάφρασε η εξαίρετη συνάδελφος, Ράλλη Παπαγεωργίου, η οποία βρέθηκε κι εκεί..
Η Mehtap Cardak, γράφει:
«Αγαπητοί μου φίλοι, Το χωριό στο οποίο ζούμε, είναι ελληνοκυπριακό χωριό. Το όνομα του είναι Λύση. Μετά έγινε Ακντόγαν. Μέσα σε μία νύχτα αναγκάστηκαν, να φύγουν και να αφήσουν τα σπίτια τους, τα κρεβάτια τους, τους κήπους τους, τις εικόνες στους τοίχους, τους τόπους που εργάζονταν, τα θρησκευτικά τους μνημεία, τα όνειρα τους. Δηλαδή, τα πήραν από τους πραγματικούς ιδιοκτήτες τους, τα έκλεψαν και χωρίς να τους ρωτήσουν μας τα έδωσαν. Χωρίς να υπολογίζουν τα όσα έζησαν, χωρίς να υπολογίζουν τον πόνο των ανθρώπων. Σε καθεστώς πλιάτσικου, λαφύρων δεν μπορεί να διαρκέσει κανενός η ευτυχία, που βασίζεται στη δυστυχία. Δεν μπορείτε δε να φτάσετε να πουθενά, με εθνικιστικές δηλώσεις, καπηλευόμενοι τη θρησκεία και τη σημαία. Στην εκκλησία, στη ΛΥΣΗ που παλιά χρησιμοποιήθηκε ως τζαμί, άναψαν κερί ζητώντας άδεια γι αυτό. Καλωσήρθατε, σας ζητώ συγνώμη που ζω στο χωριό σας, στο σπίτι σας, χωρίς την άδεια σας».
Προσωπικά, πρώτη φορά, γνωρίζω μία Τουρκοκύπρια, που να ζητάει συγνώμη και να αναλαμβάνει τις ευθύνες των πράξεων… στην κουβέντα που είχα προσωπικά μαζί της θέλησα να μάθω περισσότερα γι αυτήν.. «Είμαι πενήντα ετών και κατάγομαι από την Λουρουκίνα. Ζω στη Λύση, εδώ και 42 χρόνια», μου είπε. «Οι σκέψεις μου, είναι πολύ ανάμεικτες όπως και τα συναισθήματα μου. Ζητώ, συγνώμη για τους πραγματικούς κατοίκους της Λύσης. Έχω μεγαλώσει στη Λύση, εδώ γέννησα τα παιδιά μου, οι γονείς μου και οι παππούδες μου, έχουν πεθάνει κι έχουν θαφτεί εδώ. Αν με ρωτάς, δεν ξέρω να σου πω, που ανήκω..»
Και συνεχίζει:
«Σε έναν πόλεμο, δεν υπάρχει τίποτα όμορφο, δεν μπορεί να ανθίσει κιόλας. Άλλωστε την προσωπική που άποψη, την έχω εκφράσει δημόσια, και έχω ζητήσει κι εκεί συγνώμη. Έχω απολογηθεί ήδη για τον εαυτό μου. Δεν ξέρω, αν η ευρύτερη οικογένεια μου, τι αντικείμενα έχουν βρει από τους ιδιοκτήτες και κατοίκους. Ήμουν μόνο οκτώ ετών, όταν ήρθαμε. Δεν έχω ιδιαίτερες μνήμες. Έχω γνωρίσει, τους ιδιοκτήτες του σπιτιού, ήταν μία συνάντηση που με άγγιξε ιδιαίτερα και ομολογώ πως συγκινήθηκα , αφού οι πραγματικοί ιδιοκτήτες, οι παππούδες, δεν βρίσκονται στη ζωή. Είναι δύσκολο και για τις δύο πλευρές, και είναι ακόμα πιο δύσκολο να ξεχάσουμε, είναι όμως που κάτι που οφείλουμε να προσπαθήσουμε, τουλάχιστον όσοι πιστεύουμε στην ειρήνη, το οφείλουμε για τη νέα γενιά».
Πηγή: hellasjournal.com (Ελλη Αυξεντίου)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου