Κυριακή, Αυγούστου 05, 2018

ΠΕΡΊ ΜΌΡΑΣ, ΚΑΣΊΔΑΣ ΚΑΙ ΛΟΙΠΏΝ ΔΑΙΜΟΝΊΩΝ (ΕΠΑΝΆΛΗΨΗ)


(επανάληψη  )

Παραπολυαγαπημένο μου


Ο βασικότερος λόγος, για τον οποίο επιμένω να επανέρχομαι 
στο θέμα περί ύπαρξης παγκακίστων δαιμονικών οντοτήτων, 
είναι διότι χωρίς αυτή τη φωτισμένη συνειδητοποίηση, δεν εστιάζεται 
-καθώς πρέπει- ο πνευματικός μας αγώνας και πέφτουμε σε σοβαρότατα λάθη.

 Η πνευματική ασθένεια της κατάθλιψης 
συνιστά  ένα από  τα μεγαλύτερά τους επιτεύγματα, σε αυτόν τον αιώνα.

Χωρίς τη συνειδητοποίηση περί της πραγματικότατης δράσης των πονηρών πνευμάτων, 
πεδικλωνόμαστε απ’ τις ύπουλες τρικλοποδιές τους,  και  διάφοροι εφάμαρτοι λογισμοί

(που είτε μας πλήττουν στο ξαφνικό, είτε χρόνια 
μας βασανίζουν σαν αχόρταγα τσιμπούρια πίνοντάς μας το αίμα)

συναποτελούν  δική τους , καταχθόνια παρουσία- και ψιθυριστή, 
αποδομητική της προσωπικότητάς μας- υποβολή, στα βάθη του εγκεφάλου μας.

Το συναπάντημά μου με τη δαιμονισμένη, που την ονομάσαμε Μαρία
όπως επίσης, το κεφάλαιο περί Δαιμονισμού στο βιβλίο του Σκοτ Πέκ με τίτλο:
«Οι άνθρωποι του Ψεύδους» που μετέφρασε και κυκλοφόρησε ο Κέδρος, 
υπήρξαν οι πρώτες μου αφυπνίσεις επί του θέματος...

Ωστόσο, μέχρι εκείνη την ηλικία
(είχα παντρευτεί, και ήταν τα παιδιά μου στις πρώτες τάξεις του δημοτικού)
απ’ τα κακά πνεύματα, καμία άλλη, ξεχωριστή, εμπειρία δεν διέθετα.

Ήμουν νέα ακόμη, χαρούμενη, δημιουργική, και αυτές οι ιστορίες που έπεφταν στην αντίληψή μου- ως παραμύθια για υποβαθμισμένους- περισσότερο- αντηχούσαν...παρά ως κάτι άξιο προς παρατήρηση...ωστόσο, μια και ανήκα στην Ορθόδοξη Εκκλησία και μια και η Ορθόδοξη Εκκλησία, παραδεχόταν τη δράση των κακών πνευμάτων, για τα οποία κάνει αποτρεπτικό λόγο, σε πλήθος ευχές της, όφειλα, κάπως το θέμα-ήθελα δεν ήθελα- να το προσέξω...

Και πάλι όμως, αφού δεν το είχα βιώσει- μακρινό από μένα, φαινόταν- ως γεγονός- και  με υπόσταση,  όχι ιδιαίτερα αξιόπιστη...

Μιλώντας καμιά φορά, γενικά επί του θέματος των δαιμονικών προσεγγίσεων, με άλλους , άκουγα να περιγράφουν κάποια εμπειρία τους, που την ονομάτιζαν ως «μόρα».

Η λέξη «μόρα», μου φαινόταν πάνυ αστεία, έως και ...αναξιοπρεπής.

Μου θύμιζε την παιδική κατάρα που εκτοξεύαμε στη συμμαθητρια, όταν θυμώνοντας, μπορεί να μας φώναζε :

-Αει πήγαινε, άει κουρεύου από δω χάμου, μωρήη! 

-Μόρα και κασσίδαααα, που θα πεις εμένα, «μωρή!» της αποκρινόταν, φουρκισμένα αμέσως, η ...προσβεβλημένη...

Και με αυτή τη φοβερή βρισιά τελείωνε το παιδικό μας μίσος σε λίγο...

Δεν το είχα ψάξει ποτέ το «μόρα», τότε τι σήμαινε. 

Το κασίδα το ήξερα. Ο κασιδιάρης ήταν ο ψωριάρης. 
Αυτός που έπασχε από τριχόπτωση στο τριχωτό της κεφαλής.

- Και τι προσδιορίζεται, παρακαλώ, ως μόρα;
-Να σου πώ, απ’τα λίγα που και γω κατάλαβα.

Εκεί, λέει, που είναι ξάπλα ο άνθρωπος, λίγο πριν κοιμηθεί συνήθως- ευρισκόμενος δηλαδή μεταξύ ύπνου και ξύπνιου, ή αφού κοιμάται και αρχίσει να ξυπνάει- νιώθει το σώμα του, σαν ολικά παραλυμένο, και αισθάνεται να τον πλησιάζει μια απειλητική, ψυχοπλακωτική, αόρατη- ή σαν σκιά φαινόμενη- δαιμονική, παρουσία.

Θέλει, τότε τρομαγμένος,  ο άνθρωπος να φωνάξει και δεν μπορεί. 
Θέλει να κουνήσει τα δάχτυλα, να κάνει το σταυρό του και πάλι δεν μπορεί.

Με μεγάλη προσπάθεια τελικά, ή λέει μια προσευχή, ή κάνει το σημείο του σταυρού, και τότε, αυτή η κατάσταση του πλακώματος και της πνευματικής απειλής, χάνεται, και καταφέρνει να αφυπνιστεί και να έρθει στα συγκαλά του.

Κάπως έτσι, μου το έχουν περιγράψει, το φαινόμενο της μόρας,  οι διάφοροι παθόντες...[ υπνική παράλυση το λένε τώρα με πιο επιστημονική γλώσσα ]

Προσωπικά, ουδέποτε έζησα τέτοια εμπειρία, για τούτο και ιδιαίτερη σημασία δεν έδινα, και πάλι, στο πίσω μέρος του μυαλού μου, ακούγοντας τις σχετικές περιγραφές, αμφισβητούσα, την ψυχική υγεία των διηγουμένων τα σχετικά και, αναρωτιόμουν, άραγε, πόσο να τους χρειαζόταν μια  βοήθεια από ειδικό ή και  κάποιο αντικαταθλιπτικό ή αντιψυχωσικό φαρμακάκι...

Έτσι έμοιαζαν χαρτογραφημένα αυτά τα ζητήματα, μέσ’ στο υπαρξιακό μου δωμάτιο.

Ούσα λοιπόν, νέα και καλοδιάθετη- για πολλούς λόγους- γυναίκα, βγήκα ένα απόγευμα για καφέ, με νεαρότερη συνάδελφο, από την Κύπρο. 

 Την έλεγαν Θέλμα Λ.. Η αδερφή της εργαζόταν στην Πάτρα, ως γιατρός.

Η Θέλμα τότε ανύπανδρη, χωρίς κάτι ερωτικό στον ορίζοντα.

Γυναίκα μόνη που έψαχνε... 

Στον καφέ, θέσαμε επί τάπητος, πολλά και διάφορα:

Από απόψεις περί αισθητικής, περί γάμου, μέχρι ότι ο Χριστούλης αναστήθηκε και κοντέψαν να το πάθουν το έμφραγμα- απ’τη σκασίλα- οι κερατάδες οι σταυρωτήδες Του.


Η Θέλμα, δεν φαινόταν πολύ του κατηχητικού
(ούτε και γω εξάλλου-μπαμ κάνει μια ώρα δρόμο, το ότι δεν έχω ιερό ούτε όσιο, σεβαστέ μου πάτερ...) πλην, εκείνη, εξαιρετικά καλοπροαίρετη ούσα, απ' την κουβέντα, πολλαπλώς και ποικιλοτρόπως, προβληματίστηκε.

Χωρίσαμε, με την καρδιά ζεστή –ίδια φλιτζάνι γλυκειάς σοκολάτας.

Λίγες μέρες αργότερα , ανεχώρησε για Κύπρο,  η φίλτατη Θέλμα.

Εκείνο το βράδυ, όμως, της κουβέντας μας, 
επέστρεψα σπίτι, όπως συνήθως, μετά τη δουλειά μου, καλοδιάθετη.

-Καλοδιάθετη;

- Ναι, γιατί σου φαίνεται παράξενο, παρακαλώ; 
Πες μου εσύ, ρε όρνιο, γιατί να μην νιώθω καλοδιάθετη;

Όχι να το παινευτώ, χιχι... αλλά ήμουν, νέα,

και από το σύντροφο λατρεμένη- άρα ήμουν και... ωραία ξανα χιχιχι! )

αδυνατούλα και χαζή -πλην- με δυο υγιή, υπέροχα παιδιά, διέθετα τα προς το -εντίμως- ζην, σε μια ειρηνική πόλη, δίχως εγκληματικότητα, δίχως προβλήματα...

Επέστρεψα, λοιπόν, απόλυτα καλοδιάθετη σπίτι, έκανα τις διάφορες δουλειές της ρουτίνας και έπεσα κατά τις έντεκα το βράδυ για ύπνο, χωρίς να ανάψω το καντήλι που συχνά –όχι και κάθε μέρα- άναβα- μηχανικά μάλλον,  παρά από βαθύτερη ευλάβεια. 

Δεν το θεώρησα και σπουδαία παράλειψη. Ψιλοβαρέθηκα.

(Κοιμόμασταν νωρίς τότε, δεν είχαμε τυφλεόραση στο σπίτι, ούτε μπλόγκια και λοιπά πλιτσιπλόγκια υπήρχαν για να μου ροκανίζουν τον πολυτιμότατο  χρόνο -που εδόθη προς σωτηρίαν και ουχί προς μπαλαφαρίαν...)

Και εδώ αρχίζει το θέμα μου, περιστέρι μου.

Πριν συνεχίσω να επαναλάβω- 
κι ας γίνομαι βαρετή- ότι δεν έχω λάβει ψυχοφάρμακα ποτέ μου

(αν δε με πιστεύεις να σου δείξω όλα τα συνταγογραφημένα μου βιβλιάρια -τα έχω φυλάξει!), 

να επαναλάβω ότι δεν υπάρχει ιστορικό ψυχασθένειας στους στενούς συγγενείς μου.

Κοντολογίς , δεν καπνίζω, δεν πίνω, δεν έχω αϋπνίες, και στα ναρκωτικά, προς το παρόν, με τη δύναμη του Κυρίου, δεν έχω παραστρατήσει.

Να τονίσω επίσης, ότι σπανίως βλέπω(σπανίως δηλαδή θυμάμαι) όνειρα και αν δω(θυμηθώ) είναι μάλλον ασήμαντα, χωρίς ιδιαίτερη φόρτιση, εκτός εξαιρέσεων, μετρουμένων στα δάχτυλα και των δυο χεριών- των ποδιών, όχι ...

(Ας πούμε όταν ήμουν έγκυος στο πρώτο παιδί, έβλεπα κάποια όνειρα αγωνίας, αναφερόμενα στην υγεία του έμβρυου...)

Να ξεκαθαρίσω ακόμη, ότι αρνητικά συναισθήματα -μίσους π.χ.- δεν έτρεφα για κανέναν- ούτε από άνθρωπο, είχα εισπράξει ποτέ μου κακία.

Εδώ που τα λέμε, τι στόχος κακίας να γίνεις, αν δεν έτυχε να βλάψεις ψυχή, ενσυνείδητα , αν δεν έχεις χωρίσει ζευγάρι,  αν δε ρουφιάνεψες, αν δεν έχεις πάρει τη δουλειά ή τον άντρα, κάποιας άλλης γυναίκας; 

Εντάξει. Τα πεθερικά έβγαζαν μια ψύχρα (αναπτύσσει άριστες σχέσεις με την ψύχρα, η πεθερική πλειονότης) ψύχρα αντιμετωπίσιμη και ιάσιμη -όπως η συνέχεια των σχέσεων απέδειξε.

Εκτός από όνειρα- ποτέ των ποτών, δεν είχα καμία παραίσθηση και μάλιστα κακή- όπως αυτοί που μου 'λεγαν για τη «μορα»...γι αυτό εξάλλου και τους διηγουμένους τα τοιαύτα, τους άκουγα με μισόκλειστο εσωτερικό μάτι και καχυποψία, κρυμμένη- προκειμένου να μην τους πληγώσω.

Και έρχόμαστε πάλι σε κείνο το βράδυ μετά την συνάντηση και την κουβέντα με τη συνάδελφο, Θέλμα.

Είπαμε ότι κατά τις έντεκα έπεσα εν ειρήνη και αγάπη

 (αφού αγκάλιασα τρυφερά και το παρακοιμώμενο...αρκουδάκι, [τον Πέτρο ντέ...]) 

για ύπνο.

Και ενώ έχω αποκοιμηθεί περίπου μια ώρα νιώθω, ξαφνικά, στο βαθύ μου το πρωτοϋπνι, ότι με πλησιάζει κάτι πάρα πολύ κακό- χωρίς όμως να δω κάποια  εικόνα, ή  ήχο ν'ακούσω.

Ήταν απλά,  της ψυχής περίεργη αίσθηση. 

Βιώνοντας, της απειλής το αιφνίδιο αίσθημα, απότομα  απ’ τον ύπνο τινάζομαι, 
ξυπνάω εντελώς, και πατώ ενστικτωδώς του πορτατίφ, το διακόπτη.

Το δωμάτιο φωτίζεται.

Ανακάθομαι, στο κρεβάτι, διπλωμένη στα γόνατα, και με ορθάνοιχτα μάτια, 
τι βλέπω απέναντί μου, Θεέ μου και Κύριε;

-Τι βλέπεις, πάλι, σαλεμενότατη; 

-Βλέπω, ω βλέπω .... τη Μαρμάγκα, αυτοπροσώπως! 

-Τη μαρμάγκα; Πάψε τα φούμαρα! Η μαρμάγκα είναι μεγάλο δηλητηριώδες σφαλάγγι. 

Τι ακριβώς είδες δηλαδή;

-Τι είδα; Δεν περιγράφεται, περιστεράκι μου, αυτό που είδα!

Αχ! Θα το θυμάμαι ως να πεθάνωωωω! 

Απέναντί μου, σε ύψος περίπου ενάμιση μέτρο απ' το δάπεδο, και μπροστά απ΄ τη λευκή, κλειστή πόρτα της κάμαρης, είδα  μετέωρη μια μορφή τρισδιάστατη, που ήταν σαν προτομή ανθρώπου, με κεφάλι καραφλό εντελώς, σαν κεφάλι εξωγήινου που ζωγραφίζουν σε κόμικς χωρίς όμως μάτια, αυτιά , μύτη- τίποτα !

-Ρε Σαλογραία...Κόψε τα ληγμένα, το καλό που σου θέλω!

-Το όν, επιμένω,  δεν είχε ούτε κορμό, ούτε χέρια ή πόδια, και στο ξαναλέω, χάπια δεν παίρνω! 

Μόνο κεφάλι, είχε ο δαίμων,  όπως το περίγραψα, λαιμό και ο σχηματισμός του, έφτανε μέχρι το μπούστο, σαν κάτι προτομές για  σπουδαίους μακαρίτες που τιμής ένεκεν -από μπρούτζο, ή μάρμαρο- στήνουν στα πάρκα...

Αυτό το πλάσμα, το αποτελούμενο μόνο από κεφάλι -γλόμπο, χωρίς πρόσωπο, που εκτεινόταν η παρουσία του,  όλη κι όλη μέχρι το μπούστο, ήταν ζωντανό και έρχόταν πολύ αργά και απειλητικά πάνυ, προς τη μεριά μου. 

Πλησίαζε  αργά προς το μέρος μου, η μετέωρη απρόσωπη μορφή, 
που έκπεμπε, ωστόσοτ ή ν κακία την άφατη!

-Τρόμος!

-Ο δικός μου απόλυτος τρόμος.

Ήταν γκρίζα στο χρώμα, η αλλόκοτη μορφή, φτιαγμένη σαν από γκρίζα δαχτυλίδια καπνού...και ενώ δεν διέθετε πρόσωπο- το πρόσωπο οριζόταν ως μια απλή, «τυφλή» επιφάνεια προσώπου- το πλάσμα αυτό, λέω, έκπεμπε προς εμένα, τέτοια άφατη κακίατην οποία, ουδέποτε στη ζωή μου, θα μπορούσα να φανταστώ ότι μπορεί να αισθανθεί μία γήινη ύπαρξη για μία άλλη, ή ένας άνθρωπος για έναν συνάνθρωπό του.

Το πλάσμα αυτό με μισούσε α ν α ί τ ι α (με βάση τη δική μου λογική)
με μισούσε απίστευτα και ήθελε να με αφανίσει, 
να με καταστρέψει με τον οδυνηρότερο τρόπο. 

Ευλαβικέ μου αναγνώστη, τα δευτερόλεπτα εκείνης της εμπειρίαςπου βίωσα με ορθάνοιχτα μάτια, μου φανήκαν αιώνες! 

Δεν περιγράφεται, με λέξεις, της φρίκης μου, το συναίσθημα. 

Το αγριότερο θρίλερ που θα έβλεπε κάποιος στο σινεμά, 
τόση εκπεμπόμενη κακία να περιγράψει δεν θα μπορούσε. 

Το πλάσμα, ερχόταν προς εμένα, πλήρες μίσους.

Φρίκαρα τόσο πολύ, απ’το θέαμα και το αίσθημα της επικείμενης καταστροφής μου, που έβαλα αυθόρμητα, φωνή, με όλη την δύναμη των πνευμόνων μου :

-Παναγία μου , Σώσεεεεε! 

Λέγοντας "Παναγία» το πλάσμα, αμέσως, εξαφανίστηκε!

Ο μακάρια κοιμώμενος -δίπλα- σύνευνος, πετάχτηκε επάνω σαν ελατήριο

(σου λέω, εκείνο το βράδυ, η φωνή μου, έσπαγε τζάμι...)

-Τι έπαθες κορίτσι μου; ρώτησε αλαφιασμένος
(ναι...ναι...κάποτε και οι γριές υπήρξαν κορίτσιααα!).

Εξήγησα.

Πού να πιστέψει! 

-Ελα μωρέ, ηρέμησε , ένα όνειρο θα είδες, ξεφύσηξε.

-ΔΕΝ ήταν όνειρο, σου λέωωωω! 

Το είδα, το πλάσμα,  με τα μάτια ορθάνοιχταααα! διαμαρτυρήθηκα. 

Βλέπεις εσύ όνειρα με τα μάτια ορθάνοιχτα; 

Απόλυτα ξύπνιος; 

Δε βλέπεις! 

-Σώπα, βρε τώρα. Θα σου φάνηκε για πραγματικό. Δεν ήταν πραγματικό. Κοιμήσου, ησύχασε!

Όνειρο ήταν, επέμενε εκείνος με συγκατάβαση του επιστήμονα που ο ορθολογισμός του, του κατασκευάζει τις άπειρες βεβαιότητες περί του ότι υπάρχει, βασικά, μόνο ό,τι πιάνουμε και ό,τι βλέπουμε, και ότι βέβαια δεν μας απειλούν, με τόσο προσωπικό τρόπο, πνεύματα αόρατα, κακιασμένα.

«Εντάξει. Υπάρχει το δαιμονικό στον κόσμο, αλλά δεν είναι τόσο προσωποποιημένο. Αν θες, υπάρχουν οι δαίμονες, αλλά δεν ασχολούνται πια έτσι με μας...μην τρελαίνεσαι.

Είναι το κακό που πηγάζει απ' την άθλια προαίρεση των ανθρώπων, 
και που οι άνθρωποι το αποδίδουν στη δράση των δαιμόνων. Καμία σχέση! ».

Όνειρο, εφιάλτη, θα είδα εγώ, να μην ανησυχώ...

Και αφού επιστημονικώς με διαβεβαίωσε για άλλη μία φορά, ήσυχος περί της υφής της πραγματικότητας, μακάρια, ξανακοιμήθηκε.

Εμένα-περιττό να το πω- άργησε να με ξαναπάρει ο Μορφέας στην αγκαλιά του.

Ήτο πανικόβλητος και βγήκε για μπύρες
(ο Μορφέας ντε, σου εξηγώ- με παρακολουθείς ή έχεις χαζέψει;)

Είχα, ωστόσο, την απόλυτη βεβαιότητα για το πραγματικό της τρομακτικής εμπειρίας μου.

Δόξα τω Θεώ, ύπνο και ξύπνιο, ποτέ μου δεν τα μπέρδευα, ήξερα πότε κοιμάμαι και πότε ονειρεύομαι...όμως αφού ο ορθολογισμός του συντρόφου μου, το απέρριπτε, δεν επέμεινα. 

Συνηθίζω να μην επιμένω, όταν ο άλλος αντιστέκεται για κάποιο ζήτημα. 

Υποχωρώ ή σωπαίνω. 

Εφόσον αντιστέκεται σημαίνει ότι δεν ήρθε ακόμα η ώρα του να καταλάβει...

Προσωπικά, πάντως, είχα αλαλιάσει.

Είδα και έπαθα μέχρι να ηρεμήσω, να με ξαναπαρηγορήσει ο ύπνος.

Από τότε, πού να ξανακοιμηθώ χωρίς να ανάψω καντήλι! 

Χωρίς να θυμιάσω...

Δίνουν κι αυτές οι λεπτομέρειες προστασία, όταν συνοδεύονται  απ' τα ουσιαστικότερα της πρακτικής της Ορθόδοξης, μας διδάσκουν οι άγιοι της Εκκλησίας μας.

Κάποιος, ωστόσο, από τον πνευματικό κόσμο, είχε εξαιρετικά ενοχληθεί μαζί μου, και εκείνη τη νύχτα, άγρια με απείλησε.

Γιατί άραγε; Αφού τίποτα πνευματικό και καλό δεν είχα πράξει...

Απερίγραπτη εμπειρία. 

Θα τη θυμάμαι, μέχρι να βγει η ψυχούλα μου.


(Ελπίζω τις όψεις των σκοτεινών και πονηρών δαιμόνων ούτε από μακριά να τις ξαναδώ...

Είναι απεγνωσμένο το συναίσθημα. 

«Χριστούλη μου φύλαγε...θα διορθωθώ...δε θα ξαναχώσω μπινελίκια, δεν θα ξαναπώ παλιοκουβέντες, δεν θα ξανακαταραστώ να τους πσοφήσει το πουλί και να τους χαλάσει η τυφλεόραση, ήμαρτον!»).

...........................................

Κάπου ένα μήνα μετά αυτό το σκηνικό, ο Κύριος, μου έδωσε και μια επιπλέον 
επιβεβαίωση, για το αντικειμενικώς δαιμονικό, της ιστορίας.

«Τυχαία» είδα σε ένα περίπτερο το περιοδικό «Τρίτο Μάτι». 

Εκεί υπήρχε μια συνέντευξη του Αμερικάνου ψυχίατρου Ρέημοντ Μούντι, του οποίου βιβλία έχουν μεταφραστεί στην Ελλάδα. 
Υπήρξε απ' τους πρώτους μετά την Ελίσαμπετ Κάμπλερ Ρος που ερεύνησε το θέμα των μεταθανάτιων εμπειριών...

Ξεκίνησε από άθεος και με την έρευνα έφτασε να πιστέψει και στην αθανασία της ψυχής , και στην ύπαρξη πνευματικού κόσμου- πλην, παρεκτράπτη σε οδούς πνευματικής πλάνης.

Έτσι, λοιπόν, έφτιαξε ένα δωμάτιο του σπιτιού του και το διαμόρφωσε ως νεκρομαντείο, 
όπου καλούσε ψυχές "νεκρών" για επαφή -λέει- με τους ζωντανούς συγγενείς τους.

Δεν θα υπεισέλθω σε λεπτομέρειες. 

Θα πω μόνο ότι η "ψυχή" του -εμφανιζόμενου, στο νεκρομαντείο του Μούντι- δήθεν "νεκρού" συγγενούς, έμοιαζε φτιαγμένη σαν από γκρίζα δαχτυλίδια καπνού...

Αυτή η πληροφορία,  μου επιβεβαίωσε το αληθινό της κακίας του πνεύματος που μου παρουσιάστηκε.

Δεν την είχα ανάγκη την επιβεβαίωση, επειδή το έζησα το σκηνικό. 

Όμως, και η επιβεβαίωση μου δόθηκε. 
Ίσως για την ακούσει ο ορθολογιστής, σύνευνός μου. 

Ιδέα δεν είχα-ως τότε, ούτε και με ενδιέφερε
- για το πώς μπορεί να παρουσιαστεί ένα κακό πνεύμα. 

Έως και ως άγγελος φωτός , βέβαια, μπορεί να εμφανιστεί, λέν'οι ειδήμονες. 

Υπάρχουν και πάμπολλες τέτοιες μαρτυρίες...δεν θα επεκταθώ...δε θέλω, θησαυρέ μου, να σε κουράσω...

................................

Πέντε χρόνια μετά αυτή τη μοναδική εμπειρία, χτύπησε ξαφνικά το τηλέφωνο.

Ήταν η φίλη η Θέλμα Λ. από την Κύπρο. 

Χαρά μεγάλη.

Συναντηθήκαμε για καφέ στα Ψηλαλώνια της Πάτρας [στην οποία Πάτρα, κατοικοεδρεύω από το 1981].

Ανάμεσα στ’άλλα, τότε, η Θέλμα μου απεκάλυψε ότι  η κουβέντα που είχαμε πέντε χρόνια πριν, υπήρξε για κείνην αφορμή, να συνειδητοποιήσει  πράγματα και να προβεί σε κάποιες πολύ σημαντικές αλλαγές στη ζωή της.

Κάνοντας αυτές τις αλλαγές, η ζωή της, μπήκε σε κανάλι ευλογίας.

Βρήκε σύντροφο με πίστη χριστιανική και αγάπη, είχε αποκτήσει και δυο παιδιά, και ένιωσε- λέει- την ανάγκη, ερχόμενη στην Πάτρα, να μου πεί και μένα ότι τα λόγια του Θεού, που ανταλλάξαμε τότε, ότι το Πνεύμα το Άγιο δεν τα άφησε άκαρπα, δεν πήγαν χαμένα. 

Ότι διαμόρφωσαν στο βίο της, μια νέα πραγματικότητα.

Ευλογητός ο Κύριος, που ανασταίνει ψυχές που διψούν για τη δική Του Αλήθεια

Δεν είπα τίποτε στη Θέλμα, για να μη την τρομάξω- προκειμένου να μη της σκιάσω τη χαρούμενη διάθεση- αλλά τότε υποψιάστηκα, το γιατί, το διαολισμένο πνεύμα εκείνο το βράδυ, προ πενταετίας,οργίστηκε μαζί μου, και φανερώθηκε, όπως φανερώθηκε, απειλώντας με.

Την ευχαριστώ τη χάρη της Κυρίας Θεοτόκου που το έτρεψε σε φυγή και με προστάτεψε.

Να το θυμάσαι, λατρεμένο μου:

Το ύψος της καθαρότητάς Της, το βάθος της Ταπείνωσής Της, 
το τρέμουν πάσαι αι στρατιαί των πνευμάτων της Πονηρίας.

Να το θυμάσαι.

Σε κάθε πειρασμό, που αντιμετωπίζεις στον καθημερινό πνευματικό σου αγώνα ως αναζητητής του θελήματος του Κυρίου, σε κάθε δύσκολη περίσταση, σε κάθε ανάσα, να επικαλείσαι τη Χάρη Της. 

Η Κυρία των Αγίων Αγγέλων, η Παρθένος Μαρία 

είναι η Στολή των γυμνών παρρησίας.


Είναι η Στοργή, η πάντα πόθον νικώσα...


Νυν και αεί και εις τους αιώνες

θα αποτελεί τη Σκέπη, την Ελπίδα, 
τη Φοβερά Προστασία μας....

Ευανθία η Σαλογραία

..............................................................................
..............................................................................

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου