Καθόλου και ποτέ δεν είχα ακούσει για τούτον τον Άγιο. Σε μια ανακοίνωση είδα ότι φέρνουν την κάρα του, σε ταπεινή εκκλησούλα αγροτικής περιοχής της μητροπόλεώς μας. Μια και δυό λοιπόν, εκεί κι' εγώ για τον κυριακάτικο εκκλησιασμό. Στον
σολέα του ναού, σε αργυρή θήκη, το κεφαλάκι του Οσίου είχε ένα μελιχρό
κίτρινο χρώμα σαν τα φύλλα που ήταν πεσμένα ολόγυρα στην εκκλησιά, σαν
το μέλι που δίνει τον τόνο στα φθινόπωρα των αναμνήσεών μου.Το ασπάστηκα και το ξαναφίλησα και δεν χόρταινα, λες και χαιρετούσα -εν απαρτία- όλα τα τρυφερά της ζωής μου.
Δεν
υπήρχε όμως κανένα φυλλάδιο που να λέει γι αυτόν και έτσι τον
εγκατέστησα εντός μου, σαν τον ταπεινούλη Άγνωστο που του είπα καημούς
και προσευχές, μη γνωρίζοντας από ποιά μεριά πήγε στον Παράδεισο.
Βρίσκεται κοντά στη βουνοκορφή "Παλιοβούνα" του Ελικώνα, στα νότια-νοτιοδυτικά της Βοιωτίας, σχετικά κοντά στις παραλιακές τοποθεσίες "Ζάλτσα" και "Καραχάλιος".
Το καθολικό της Μονής είναι αφιερωμένο στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος.
Στον πρόναο του καθολικού ευρίσκεται ο τάφος του Αγίου όπου, καθημερινά, πιστοί προσέρχονται για να θεραπευθούν, αφήνοντας εκεί πολύτιμα τάματα.
Η μονή είναι Σταυροπηγιακή, όπως φαίνεται από συνοδικό γράμμα του Πατριάρχου Κυρίλλου Α του Λουκάρεως (1638). Έχει δε, ωραίο ξυλόγλυπτο τέμπλο και αξιόλογες τοιχογραφίες.
Κατά την επανάσταση του 1821, εδώ έβρισκε συχνά κατάλυμα ο Γεώργιος Καραϊσκάκης με τα παλικάρια του.
Το διακονούν καλόγεροι και είναι άβατο για τις γυναίκες.
Κάθε χρόνο στις 6 Μαΐου (μνήμη της κοίμησης του Οσίου) πλήθος προσκυνητών συρρέει στην μονή για να προσκυνήσει τον Όσιο και να ζητήσει την βοήθεια του.
Όσιος Σεραφείμ, ο εν τω όρει Δομβούς (Λεβαδείας) ασκήσας
Ένα παλιό βιβλίο αναφέρει "… ο του Θεού άνθρωπος και πατήρ ημών Σεραφείμ, εγεννήθη εις μίαν χώραν όπου ευρίσκεται εις την επαρχίαν της Βοιωτίας, όπου είναι εις τα μέρη της Ελλάδος και ονομάζεται την σήμερον Ζέλιον."
Δεν γράφει το πότε γεννήθηκε, μα έχει εξακριβωθεί πως ήταν γύρω στην δεκαετία του 1520.
Οι γονείς του ήταν ευσεβείς και ενάρετοι και γι'αυτό από μικρός είχε κλίση στη μελέτη των Γραφών και την ασκητική ζωή.
Σε νεαρή ηλικία και παρά την πρόσκαιρη άρνηση των γονέων του, μετέβη στο μονύδριο του Προφήτη Ηλία, στο όρος Κάρκαρα, όπου έκτισε ναό στο όνομα του Σωτήρος Χριστού και ασκήτευε εκεί.
Γρήγορα η φήμη του έγινε γνωστή και άρχισε να έχει συχνές επισκέψεις από πιστούς, οι οποίοι κατέφευγαν σ' αυτόν για να τους συμβουλεύσει και να τους βοηθήσει.
Στη συνέχεια πήγε στο Μοναστήρι της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα, στο Σαγμάτιο όρος, μεταξύ Βοιωτίας και Εύβοιας. Εκεί γρήγορα έλαμψε ως πνευματικός αστέρας πρώτου μεγέθους και ο ηγούμενος τον έκανε μοναχό, δίδοντάς του το όνομα Σεραφείμ.
Αργότερα, αφού χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος, έφτασε στα δυτικά του Ελικώνα στην τοποθεσία Δομπού, όπου έκτισε ναό του Σωτήρος , μερικά κελιά και κάλεσε κοντά του συνασκητές.
Εκεί ασκήτευσε επί δέκα έτη και εκοιμήθη οσιακά το 1602, αφού προείδε την τελευτή του και κοινώνησε των Αχράντων Μυστηρίων.
Στο Βοιωτικό Λειμωνάριο (τόμος Α) διαβάζουμε ότι την ασκητική του πορεία την ξεκίνησε από βρέφος (!) καθώς -κατά τις αφηγήσεις της μητέρας του- Τετάρτη και Παρασκευή δεν θήλαζε και έμενε νηστικός, μέχρι την δύση του ηλίου.
Στην παιδική του ηλικία έμαθε τα ιερά γράμματα, κοντά στον ιερέα του χωριού. Εξέπληττε δε τους πάντες με την φιλομάθεια, το ήθος και την σεμνότητά του και κατέστη παράδειγμα προς μίμηση.
Από το Λειμωνάριο πληροφορούμαστε ότι το κοσμικό του όνομα ήταν Σωτήριος.
Ο Σωτήριος λοιπόν, παρά τις αντιρρήσεις των γονιών του (που δεν ήθελαν να στερηθούν την ήδη αγιασμένη παρουσία του) πολύ νωρίς έφυγε για το μονύδριον του Προφήτη Ηλία, μια ώρα μακριά από το χωριό του. Εκεί έκτισε μικρό ναό στο όνομα του Σωτήρος και έναν μικρό οικίσκο μέσα σε σπήλαιο. Τα ίχνη του φαίνονται μέχρι σήμερα και οι κάτοικοι των γύρω χωριών το αποκαλούν "ασκητήριο του Αγ. Σεραφείμ".
Εκεί κοντά υπάρχει και ναός της Υπεραγίας Θεοτόκου και κελλιά τα οποία, όπως λέγεται, ανήγειραν οι κάτοικοι της Ελάτειας όταν για να αποφύγουν τον κίνδυνο λοιμικής νόσου, κατέφυγαν στο ναό ζητώντας την βοήθεια της Παναγίας και του Αγίου.
Ο τόπος αυτός κοσμήθηκε από τις αγρυπνίες και τις ασκήσεις του Οσίου αλλά σύντομα τον εγκατέλειψε καθώς συχνές ήταν οι επισκέψεις φίλων και συγγενών.
Πήγε λοιπόν στο "πλησίον του Ταλαντίου κείμενον ιερόν των Αγίων Αναργύρων μοναστήριον" αλλά για τον ίδιο λόγο, μετά από έξη μήνες, αποχώρισε και "την έρημον επιζητών, ως άλλη τις τρυγών φιλέρημος" και φεύγοντας από τόπον εις τόπον, κατέληξε "εις τον δυτικώς του Ελικώνος και μίαν περίπου ώραν άνωθι της αρχαίας Βούλιδος κείμενον λόφο, εν τη τοποθεσία Δομπού, και εκεί ναίσκον μικρόν έπ' ονόματι του Σωτήρος και κελλία τινά ανεγείρας, συνήθροισεν ολίγους μοναχούς και μετ' αυτών έμεινε εκεί δέκα έτη, ασκών τα έργα της αρετής και διδάσκων τους μαθητάς αυτού τα σωτήρια της μοναδικής πολιτείας διδάγματα".
Ήδη στο εν Σαγματίω μοναστήρι της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος είχε καρεί μοναχός και είχε χειρονηθεί ιερέας. Το νέο του όνομα ήταν Σεραφείμ.
Μεταξύ άλλων, διαβάζουμε στο Λειμωνάριο:
" Πλησίον του ασκητηρίου του Αγίου, εν η θέσει ακριβώς ευρίσκεται σήμερον το μοναστήριον, υπήρχον ολίγαι τινές οικογένειαι αλβανικής καταγωγής και ηθών σκληρών και αγρίων, ων ο βίος ήτο ληστρικός και επίφοβος εις τους γειτνιάζοντας κατοίκους. Τους αγρίους τούτους κατοίκους του Δομπού πλησιάσας ο άγιος και δι' επαγωγών λόγων κατηχήσας, μετέβαλε την σκληρότητα και αγριότητα αυτών εις ημερότητα και μετάνοιαν δια τον πρότερον άγριον και σκληρό αυτών βίον.
Εν ω λοιπόν πρότερον οι άγριοι ούτοι αλβανοί έφερον μεθ' εαυτών όπλα και μαχαίρας και δι' αυτών εζήτουν να εύρωσι την καθημερινή αυτών τροφήν κλέπτοντες και απειλούντες φόνο και κακώσεις, ευθύς άμα ακούσαντες τας ψυχοσωτηρίους του αγίου συμβουλάς, έρριψαν τα όπλα και άντ' αυτών έλαβον, ο μεν την αξίνην, ο δε το γεωργικόν άροτρον και άλλος άλλο έργον βιοποριστικόν και έντιμον.
Την φήμην του Αγίου ακούοντες, προσέτρεχον πολλοί εκ διαφόρων μερών
χριστιανοί επικαλούμενοι και λαμβάνοντες την βοήθειαν αυτού, όστις δια της προς τον Θεόν προσευχής και της μετά δακρύων επικλήσεως της θείας αντιλήψεως, εθεράπευε τας ασθενείας αυτών, ψυχικάς τε και
σωματικάς. Αλλ' η μεγάλη των καθ' εκάστην προσερχόμενων συρροή και η προς τους ασθενείς αυτών συμπάθεια του Αγίου, ετάραττεν, ως ήτο επόμενον, την πνευματικήν αυτού γαλήνην, και ως εκ τούτου δεν ήδύνατο να διατελή εν αδιαλείπτω προσευχή και να εξασκεί τους πνευματικούς αυτού αγώνας, τουθ όπερ ελύπει αυτόν και εγένετο αφορμή να εγκατάλειψη τους τε μαθητάς αυτού και το μονύδριον, μετά δεκαετή περίπου εν αυτώ εγκαταβίωσιν, και να καταλάβη την βορειοδυτικώς του Ελικώνος και δύο ώρας μακράν από του μονυδρίου αυτού απέχουσαν κορυφή, την σήμερον καλουμένη κελί του Αγίου, όπως εύρη εν αυτή την ποθουμένη πνευματική αυτού άνάπαυσιν."
Όμως εκεί " προσκαρτερών ως ο Θεσβίτης Ηλίας", άκουσε την φωνή του Χριστού που τον καλούσε να κατέβει και να χτίσει μοναστήρι σε μέρος προσβάσιμο, ώστε να είναι τόπος πνευματικής καταφυγής για όσους ήθελαν να αποφύγουν την τύρβη του κόσμου.
Πράγματι ο Σεραφείμ, αφήνοντας την κορυφή των πολλών του στεναγμών, κατέβηκε, βρήκε τους μαθητές που είχε αφήσει, έφερε χτίστες και άρχισε το χτίσιμο του μοναστηριού.
Όμως ήταν και τούτος ο τόπος τραχύς και ακατάλληλος για τους μετέπειτα μοναχούς....Έτσι του είπε η Κυρά μας η Παναγιά και του υπέδειξε να πάει στο χωριό Δομπός να χτίσει.
Διέταξε η Κυρά, πήγε ο Σεραφείμ και αφού ήρθε σε συνεννόηση με τους κατοίκους, έδωσε το αντίτιμο και αγόρασε τις ιδιοκτησίες τους. Ύστερα πήγε στην Κωνσταντινούπολη απ' όπου γύρισε με την ευλογία του Πατριάρχου να αναγείρει ναό σταυροπηγιακό επ' ονόματι του Σωτήρος ημών Χριστού και
μοναστήρι κατά την διαταγή της Θεοτόκου.
Αλλά ο μισόκαλος διάβολος, θέλοντας να ματαιώσει αυτό το θεάρεστο έργο, ώθησε φθονερούς ανθρώπους να καταγγείλουν τον Όσιο στον Τούρκο άρχοντα της Λιβαδειάς, ως ραδιούργο καλόγερο που κορόιδεψε τους κατοίκους και πήρε τις περιουσίες τους με ευτελές αντίτιμο. Εκείνος δε, έστειλε στρατιώτες να φέρουν τον Άγιο για να τον τιμωρήσει.
Αυτοί μόλις τον βρήκαν άρχισαν να τον χτυπούν με αγριότητα στο κεφάλι, μέχρι που έπεσε κάτω ημιθανής. Η δε κεφαλή του εσχίσθη τόσο που ακόμη και σήμερα φαίνεται στην τίμια κάρα.
Όταν συνήλθε κάπως, τον παρέλαβαν και κίνησαν για την Λιβαδειά.
Στον δρόμο οι στρατιώτες δίψασαν αλλά νερό δεν υπήρχε πουθενά και έτσι ξέσπασαν και πάλι στον Άγιο, που έγινε αιτία της κακουχίας τους.
Εκείνος όμως, μιμούμενος τον Δεσπότη Χριστό που προσευχήθηκε για τους σταυρωτές Του, ζήτησε να τον λύσουν προκειμένου να προσευχηθεί ώστε να στείλει ο Κύριος νερό να ξεδιψάσουν.
Ήταν μια ώρα δρόμος από τότε που είχαν ξεκινήσει, στη θέση Παμπλούκι, όταν αφήρεσαν τα δεσμά και ο Όσιος αφού προσευχήθηκε με δάκρυα, χτύπησε με τη ράβδο του την γη και ανέβλυσε ολοκάθαρο νερό, το οποίο συνεχίζει να αναβλύζει μέχρι σήμερα, για να αγιάζονται οι διαβάτες και να θυμούνται το θαύμα!
Οι Τούρκοι στρατιώτες ήπιαν, ξεδίψασαν και συνέχισαν τον δρόμο αλλά -τώρα πια- δείχνοντας μετάνοια καθώς αντελήφθησαν πως ετούτος ο καλόγηρος δεν είναι ένας συνηθισμένος άνθρωπος...
Πιο κάτω, ολόγυρά τους πετούσαν αγριοπερίστερα και οι οδοιπόροι άρχισαν να τα πυροβολούν. Άδειασαν όπλα πολλά αλλά δεν σκότωσαν κανένα. Τότε ο ασκητής προσευχήθηκε και τρία περιστέρια ήρθαν και κάθισαν στα χέρια του και εκείνος έδωσε από ένα σε κάθε στρατιώτη!
Μετά από αυτό, οι δρόμοι τους χώρισαν....
Οι Τούρκοι γύρισαν μόνοι τους στην Λιβαδειά αφού -πεισθέντες για το υπέροχον του Σεραφείμ- τον άφησαν ελεύθερο να επιστρέψει στους μοναχούς του.
Τους βρήκε να θρηνούν την απώλειά του, τους ανέστησε εκ της γης των δακρύων έως τον ουρανό της δοξολογίας του Κυρίου και όλοι μαζί συνέχισαν το έργο που είχε διακόψει η κακία του εναντίου.
Έτσι, σε μικρό διάστημα, η άγονη έρημος του Δομπού " η πρότερον υπό αγροίκων και σκληρών αλβανών κατοικουμένη, απέβη νυν πόλις μουσοτραφής και εύανδρος, διότι άμα της Μονής σύστασης πανταχόθεν συνέρρευσαν άνδρες αρετής και παιδείας ου της τυχούσης, ως δηλούται εκ των καλλίστων
αυτών εκκλησιαστικών συγγραμμάτων, ων λείψανα περιεσώθησαν εις την Μονήν εν μεμβράναις και χάρτη γεγραμμένα, την εξοχότητα των εναρέτων εκείνων ανδρών μαρτυρούντα ".
Τρία χρόνια μετά την ολοκλήρωση του έργου, ο ασκητής προείδε τον θάνατό του και αφού συγκέντρωσε τους καλογήρους τους είπε:
" Τέκνα μου αγαπητά, ο χρόνος της επιγείου ζωής μου έληξε, τον αγώνα, ον ο Κύριος μοι ανέθηκεν ηγωνίσθην, όσον ηδυνάμην, λοιπόν απόκειται μοι άπαξ
αποθανείν.
Μη λυπήσθε, τέκνα μου αγαπητά, διότι εγώ απέρχομαι άφ' υμών, αλλά χαίρετε και αγάλλεσθε ότι τελειώσαμε το έργον, όπερ θέλει μένει επί της γης, προς δοξολογία του Υψίστου του Θεού Ονόματος.
Μη λησμονήσητε δε, αγαπητά μου τέκνα, τα διδάγματα εκείνα, άτινα παρ' εμού του ασθενούς διδάχθητε και μη αφήσετε ποτέ τον πνευματικόν της ασκήσεως αγώνα, διότι δι' αυτού και μόνου ο άνθρωπος διαπλέων το πολυκύμαντον του παρόντος βίου πέλαγος δύναται, ως δια σχεδίας τινός να φθάση εις τον
ποθητόν ουράνιον λιμένα.
Η προσευχή, αγαπητά μου τέκνα, είναι η γλυκύτατη μετά του ουρανίου βασιλέως συνομιλία, ήτις αποβαίνει πνευματική της ψυχής τροφή και είσοδος εις την ουράνιον βασιλείαν. Μη διακόψητε λοιπόν την προσευχήν, αγαπητά μου τέκνα, όπως μη στερηθήτε της γλυκύτατης μετά του Θεού συνομιλίας, όπερ ουδέν άλλο είναι ειμή πνευματικός της ψυχής θάνατος.
Μη ανοίξετε την θύραν της ψυχής υμών, αγαπητά μου τέκνα, εις τα βιοτικά, και μη καταλάβη ημάς ο τύφος της εωσφορικής υπερηφάνειας, άλλ' έστέ πάντοτε ταπεινόφρονες και ολιγαρκείς, μιμούμενοι αυτόν τον Σωτήρα ημών τον μη έχοντα που την κεφαλήν κλίναι και τον ταπεινώσαντα εαυτόν μέχρι θανάτου, θανάτου δε Σταυρού.
Μίαν δε έτι εντολή εντέλλομαι υμίν, αγαπητά μου τέκνα, και παρακαλώ να εκπληρώσετε αυτήν όταν η ψυχή μου εξέλθη εκ του σώματος τούτου, παραλάβετε και θάψατε αυτό εις το παλαιόν μοναστήριον, οπού η Ύπεραγία Θεοτόκος μοι απεκαλύφθη και ίνα μένη άγνωστος ο τόπος της ταφής μου, προς αποφυγήν της συρροής των ανθρώπων".
Λέγοντας αυτά ο Άγιος -πλέον- Σεραφείμ τους ευλόγησε και παρέδωσε το πνεύμα του σ' Αυτόν που πόθησε από τότε που ήταν ακόμη βρέφος....
Εγένετο δε η τελευτή του "τη έκτη Μαΐου του χιλιοστού Εξακοσιοστού δευτέρου έτους, ημέρα της Μεσοπεντηκοστής και ώρα στ' της μεσημβρίας- ζήσας εν όλο έτη 75".
Ετάφη κατά την επιθυμία του και ένας μοναχός φύλαγε, επί δύο χρόνους, τούτο το καταπονημένο σώμα που αγίαζε το χώμα που το σκέπαζε, για να μην συληθεί από ιερόσυλους.
Ο Κύριος όμως δεν άφησε αμάρτυρο τον εκλεκτό Του....
Όπως του έδωσε τα δώρα της θαυματουργίας όταν ζούσε, έτσι και εν τάφω θείο φως έλαμπε πάνω από τη γη που κρατούσε το πονεμένο για την Αγάπη Του σκήνωμα, με αποτέλεσμα να συρρέουν οι χριστιανοί και να επικαλούνται την αντίληψη και βοήθεια του Οσίου!
Με την συμπλήρωση δύο χρόνων, έγινε η ανακομιδή των λειψάνων "άτινα -ως
ευωδέστατα ρόδα και κρίνα ηδύπνοα- μετηνέχθησαν ευλαβώς υπό των μοναχών εκ του παλαιού μοναστηρίου εις το διατηρούμενον νυν μοναστήριον και κατετέθησαν εντός του ιερού αυτού ναού, εις ίδιον τόπον, ως κειμήλιο ιερό και θησαυρός αδάπανος του μοναστηρίου τούτου, όπερ ο Άγιος μετά πολλών
κόπων και μόχθων ιδρύσατο, εις δόξα Θεού και εις ψυχική των χριστιανών ωφέλειαν" .
ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ
Εκ γης ανατείλασα, ως της Ελλάδος βλαστός, η πάντιμος κάρα σου Πατήρ ημών Σεραφείμ, εκβλύζει ιάματα και εκπλήττει ημάς τους πόθο τιμώντας σε.
Όθεν οι τη σορώ σου ευλαβώς προσιόντες, λαμβάνουσι θεραπεία και ιάσεις τελείας.
Διο σε τιμώμεν πατήρ ημών Όσιε.
Σημείωση:
Για να φτάσει κανείς στο μοναστήρι του Όσιου Σεραφείμ ή του παπα-Σεραφείμ, υπάρχουν τρεις διαφορετικοί δρόμοι πρόσβασης.
Ο ένας από το χωριό Πρόδρομος ή Χώστια.
Ο άλλος από τον κόλπο της Ζάλτσας προς την Ανατολή και ο τελευταίος -ο πιο δύσκολος- από την Παλιοβούνα, την κορυφή του Ελικώνα.
Διοικητικά η Μονή ανήκει στο Δήμο Κορώνειας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου