Τετάρτη, Απριλίου 02, 2014

Γκάζωνε για να ζητήσει συγχώρεση...

Και βέβαια θα έγραφα την εξέλιξη στο θέμα "Κύριε, συγχώρεσε την ανησυχία μου" αλλά με παρακίνησε και το σχόλιο ενός φίλου.
Παγωμένη ήταν αυτή χθες βράδυ. Λες και η ψύχρα της νύχτας είχε καθίσει στις άκρες των νυχιών, τα είχε παγώσει και μετά περνούσε σιγά- σιγά σε όλα της τα μέλη και έφτανε στην καρδιά. 
Ένα μικρό καντηλάκι που πάντα έκαιγε στην άκρη της ψυχής, είχε κάψει το φυτιλάκι του και τούτη πάλευε με το σκοτάδι.
 "Φώτισόν μου το σκότος" ψέλλιζε αλλά ήταν ο φόβος, αυτός ο φόβος της απιστίας που ο ενάντιος καθίζει πάνω σου και σε παραλύει.
 Έστω και έτσι όμως, έλεγε την ευχή, διάβασε τους Χαιρετισμούς στην Κυρά, κάλεσε τους Αγίους για συμπαράσταση, έκανε κομποσκοίνια, φίλησε εικόνες, παρακάλεσε, ικέτεψε αλλά τόνιωθε πως όπου μιλούσε χιόνια γέμιζε ο τόπος από τις κουβέντες της τις βορινές, που δεν τις είχε στραγγίξει η ελπίδα από τις κατεβασιές του χειμώνα της.
"Εγώ θα λέω" είπε με πείσμα "εγώ θα παρακαλώ και ας έχω πίστη ανύπαρκτη. Θα με βλέπει ο Κύριος, θα με βλέπει η Παναγιά και θα κάνουν έλεος. Να μην φοβάμαι θέλω και να Σε αγαπήσω Χριστέ μου. Αν το μπορέσω αυτό και Σε κάνω κέντρο μου και όλα κινούνται γύρω Σου, Εσύ θα τα οικονομήσεις". 
Είχε πει, το απόγευμα (εκτός από την φίλη των θαυμάτων) και σε έναν ιερέα φίλο της το ζήτημα, ζήτησε και εκείνου την προσευχή και επίσης του Γέροντά της την ευχή και την ικεσία. 
"Κι αν δεν ακούσεις εμένα (που δεν το αξίζω κιόλας) άκουσε τον Γέροντα, άκουσε και τον άλλον παππούλη, μαζί με την φιλενάδα. Μέσον τους βάζω αυτούς τους αγαθούς δούλους Σου".
Κοιμήθηκε αργά, έχοντας κατεβάσει στο κομποσκοίνι της τους άγιους Πάντες και όσους θυμόταν από τα διαβάσματά της πως είχαν ζωή άσκησης και ομολογίας.
Ξημέρωσε ο Θεός την μέρα και μέσα της τα μουδιασμένα τεντώθηκαν με απαιτήσεις ελπίδας. 
Το πρώτο τηλεφώνημα ήταν καλό. Πήγε στον Αη Φανούρη και του ξαναείπε να φανερώσει τους δρόμους, όπως έκανε πάντα, και ξεκίνησε.
Τα υπόλοιπα ήρθαν ομαλά. Σαν να ήταν κρυμμένες οι λύσεις πίσω από μια πόρτα, άνοιξε το χέρι του Θεού την πόρτα και όλα μπροστά της έγιναν δρόμος ασφαλτοστρωμένος που περίμενε τα βήματά της. Τον περπάτησε και οδηγώντας στην λιακάδα, μονολογούσε "Δόξα Σοι Κύριε".
Ο Θεός, για άλλη μία φορά, παρέβλεψε την απιστία της και έκανε βόλτες πάνω-κάτω στη ζωή της.
Η Κυρά μας η Παναγιά είχε απλώσει και πάλι το μαφόρι Της και είχε διαλύσει τα σκότη, όπως αυτή το ζητούσε.
Και τί Νεκτάριοι, τί Πορφύριοι, τί ο Καρσλίδης είχαν δουλέψει ολονυχτίς για να ξημερώσει το θαύμα τούτης της μέρας....
Γκάζωσε ελαφρά προς.. τιμήν: Για τα γκάζια των Αγίων που ξενύχτησαν για να διαλύσουν την ξεφτίλα της αμφιβολίας της, για το τρέξιμο των Φίλων να προλάβουν τον Κύριο πριν αποστρέψει το πρόσωπό Του για την απιστία της....
Γκάζωνε για να ζητήσει συγχώρεση που τόσο κρύωνε χθες βράδυ....
http://anazhthseis-elena.blogspot.gr/2014/04/blog-post.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου