Τετάρτη, Μαρτίου 19, 2014

"Εγώ θα γείρω λίγο"

Τέτοια ώρα ήταν -απομεσήμερο- που έλεγε "εγώ θα γείρω λίγο" και έκανε τις συγκεκριμένες κινήσεις που απελευθέρωναν την γαλήνη της, εμείς την κοινωνούσαμε και τότε όλα έμπαιναν σε μια τάξη διαφορετική από το  σύνηθες της ημέρας τρεχαλητό.

Όπως καθόταν στην άκρη του ομορφοστρωμένου κρεβατιού της, έβγαζε τις παντόφλες και αυτές υπάκουες σαν κόρες-προεκτάσεις του εαυτού της έμειναν εκεί στοιχημένες και τακτοποιημένες, δίπλωνε με μιαν απροσποίητη κομψότητα τα πόδια, τα

ανέβαζε στο κρεβάτι και ακουμπούσε το κεφάλι στα μαξιλάρια "της φιγούρας". Είχε γείρει.....Έκλεινε τα μάτια, σαν να μας έκλεινε έξω από τα μικρά μεσημβρινά της ενύπνια κι' εμείς σταματούσαμε να μιλάμε. 
Η γιαγιά κοιμόταν. Όχι όμως για πολύ. Δεν ήταν εκείνος ο βαθύς ύπνος που σε χωρίζει από τους άλλους αλλά κάτι σαν το τράβηγμα μιας αραχνοΰφαντης κουρτίνας όσο να κάνεις τις συναντήσεις σου με αγγέλους και ξωτικά, να μάθεις τα νέα του Θεού, ίσως και τις παραγγελιές Του και μετά σηκωνόταν (το ίδιο απλά, όπως είχε γείρει), έτριβε τα μάτια, "ένιβε" το πρόσωπό της, ίσιαζε τα μαλλιά της και έβαζε στη φωτιά το μπρίκι του καφέ, κάνοντας τον σταυρό της "πάει κι' αυτή η μέρα" -χτυπούσε η εσπερινή καμπάνα-.
Την θυμήθηκα, γέρνοντας κι' εγώ στον καναπέ μου.
Ίσως την ίδια ώρα να γέρνουν και στην Εδέμ, γιατί ένιωσα εκείνη την αρχαία γαλήνη. Και από κοντά λίγη θλίψη ή νοσταλγία ή ορφανή τρυφεράδα. Δεν ξέρω ακριβώς.....


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου