Σαββατόβραδο ανάλογο του 'Σάββατο κι' απόβραδο και ασετιλίνη", με κείνη να κοιτάζει αφηρημένα την ανοιχτή τηλεόραση, την βέρα της -ακόμη χρυσή ενώ τα χέρια της γεράζουν-, το παρατημένο στην καρέκλα ερχόχειρό της, την βροχή έξω από το τζάμι και την ζωή της στην ανάσα του άντρα που τον πήρε ο ύπνος στον καναπέ.
Ζεστό σαλόνι παλιών επίπλων, χαλιά προικώα με αναγωγή σε έγνοια μάνας, τεράστια βιβλιοθήκη -"αγοράζαμε βιβλία και όταν δεν είχαμε να φάμε"-, φωτογραφίες (αποκλειστικά) ηρώων της καρδιάς της και εκείνο κανταΐφι το παλαίφατο να ευωδιάζει απουσιάζον, μαζί με τον μπακλαβά που εδώ και πέντε χρόνια (από το θάνατο του πατέρα) έπαψε να φτιάχνει η μητέρα.
Πλησιάζει Πρωτοχρονιά.....Ένα κάποιο μοβ χρωμάτισε την γραμμή "λαιμός-καρδιά", ως διαδρομή υποψήφια προς κατάργηση, καθώς τα φιλιά βαριούνται πια να την κάνουν και οι άνθρωποι έχουν Ι.Χ....
Ένα δάκρυ γύρισε πίσω στους βολβούς όταν του είπε αγριεμένα "δεν σε παίρνει", κανένα τηλέφωνο δεν χτύπησε και αυτό ήταν ευτυχία, ξημέρωνε Κυριακή και αυτό δεν άλλαζε!
"Θα σε πάρω να φύγουμε" τραγουδούσαν στην τηλεόραση και αυτή σκέφτηκε πως δεν ήθελε να φύγει και δεν είχε κανέναν να πάρει.
Όλα της και όλοι της ήταν εδώ: Αγαπημένοι, παλαμάκια που χτύπησε σε γλέντια, χέρια που τα έπλεξε σε οδύνη κηδείας, οι λεμονανθοί των γάμων που ξεπροβόδισε, τα ζιπουνάκια των μωρών, το αλεύρι του ζυμώματος, το καλό της σερβίτσιο, τα κρυφά κλάματα, οι στίχοι, τα σημειώματα, οι απλήρωτοι λογαριασμοί, οι προσευχές που είπε, τα σεμέν της προίκας, το βελονάκι της γιαγιάς, οι φωτογραφίες του σογιού, οι πατάτες με το κρέας, το κόκκινο κρασί, το κόκκινο των πληγών, το κόκκινο του έρωτα, ο δικέφαλος της Βυζαντινής της πατριάς και το ξημέρωμα της Κυριακής -πάνω απ'ολα-.
Πού να πάει λοιπόν;
Εδώ ξημερώνουν οι Κυριακές, οι Κυριακές της -μαλαμοκαπνισμένες από τις μάχες της και δικαιωμένες σε αθέατα "εξαιρέτως" (ένα τους, ήδη δραπέτευσε για τούτη την Κυριακή)....
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου