Πέμπτη, Ιουλίου 12, 2012

Μεταμοσχεύσεις: Γιατί οι “εγκεφαλικά νεκροί” δεν είναι νεκροί.



Εξαιρετική επιστημονική ανάλυση – σχόλιο στη Δημόσια Διαβούλευση

>>Δακρύρροια, άνοιγμα βλεφάρων, τρομώδεις κινήσεις προσώπου και άνω άκρων έχουν παρατηρηθεί σε “εγκεφαλικά νεκρούς” κατά την αφαίρεση οργάνων..
>>η βασικότερη δοκιμασία (test) για τη διάγνωση του «θανάτου του εγκεφαλικού στελέχους», δηλαδή η «δοκιμασία της άπνοιας», είναι δυνατόν να επιδεινώσει την ήδη σοβαρή εγκεφαλική βλάβη στους ασθενείς αυτούς..
>>δεν είναι δυνατόν να έχουμε πρόσβαση στο φλοιό του εγκεφάλου, ο οποίος θεωρείται ως έδρα της συνείδησης· …. άρα, είναι αυθαίρετη υπόθεση ότι στους «εγκεφαλικά νεκρούς» ασθενείς δεν υπάρχει συνείδηση!

Το πλήρες κείμενο του σχολίου στο άρθρο 9 του Σχεδίου Νόμου για τις μεταμοσχεύσεις οργάνων:

“Στα άρθρα 4,7,9,10,11 αναγράφονται οι εκφράσεις «θανόν πρόσωπο», «νεκρός δότης», «μετά θάνατον» κ.τ.λ.. Όπως, όμως, διευκρινίζεται στην παράγραφο 6 του άρθρου 9 («Όταν ο θεράπων ιατρός διαγνώσει νέκρωση του εγκεφαλικού στελέχους και εφόσον η λειτουργία ορισμένων οργάνων διατηρείται με τεχνητά μέσα, υποχρεούται να προβεί από κοινού με έναν αναισθησιολόγο και ένα νευρολόγο ή νευροχειρουργό στη σύνταξη πιστοποιητικού θανάτου»), τίθεται η διάγνωση του θανάτου, όταν διαγνωσθεί η «νέκρωση του εγκεφαλικού στελέχους».
Το ζητούμενο, εν προκειμένω, είναι κατά πόσον είναι δυνατόν να διαγνωσθεί προθανατίως η «νέκρωση του εγκεφαλικού στελέχους» και περαιτέρω, εάν είναι δυνατόν να ταυτισθεί η πλήρης ανεπάρκεια ορισμένων λειτουργιών του εγκεφαλικού στελέχους με το θάνατο του ανθρώπου.
Ο όρος «νέκρωση του εγκεφαλικού στελέχους» είναι παθολογο-ανατομικός όρος και ως τοιούτος είναι δυνατόν να τεθεί μόνον μετά θάνατον κατά την παθολογο-ανατομική εξέταση πολλαπλών τομών του εγκεφαλικού στελέχους. Επομένως, ορθό θα ήταν, κατ’ αρχή, να χρησιμοποιείται ο όρος «ολική ανεπάρκεια, όλων των λειτουργιών του εγκεφαλικού στελέχους».
Εξεταστέον στη συνέχεια είναι: 1) εάν στους «εγκεφαλικώς νεκρούς» ασθενείς («εν», στο εξής) υπάρχει πράγματι «ολική ανεπάρκεια όλων των λειτουργιών του εγκεφαλικού στελέχους» και 2) ακόμη και εάν υπάρχει η προαναφερθείσα ανεπάρκεια, εάν είναι ορθό να ταυτίζεται αυτή με τον θάνατο του ανθρώπου.
1. Όσον αφορά στο πρώτο ερώτημα, από την ανασκόπηση της βιβλιογραφίας από το 1968 (αφότου καθιερώθηκε η έννοια του «εγκεφαλικού θανάτου» -«εθ», στο εξής) και εντεύθεν έχουν παρατηρηθεί τα ακόλουθα σε «εν» ασθενείς: α) διατήρηση σταθερής της αρτηριακής πίεσης σε μεγάλο ποσοστό (40-70%) κατά την αρχική φάση, της νωτιαίας καταπληξίας, γεγονός ασύμβατο με ύπαρξη «νεκρού εγκεφαλικού στελέχους» β) συχνά, παρατηρείται δακρύρροια κατά την εγχείρηση για λήψη (“harvesting”) των οργάνων τους· σπανιότερα έχουν παρατηρηθεί ελάχιστο άνοιγμα των βλεφάρων μετά ισχυρή πίεση της θηλής του μαστού, τρομώδεις κινήσεις του προσώπου, συμμετρικές κινήσεις των άνω άκρων προσομοιάζουσες με στάση απεγκεφαλισμού και έκλυση του στοματικού αντανακλαστικού και του αντανακλαστικού του μασητήρα. Πολύ ενδιαφέρον είναι επίσης το γεγονός ότι σε δύο από τους 25 «εν» ασθενείς των εισηγητών (Mohandas A, Shou SN) της ταύτισης του θανάτου με τoν «θάνατο του εγκεφαλικού στελέχους» δεν παρατηρήθηκαν παθολογο-ανατομικές αλλοιώσεις στο στέλεχος του εγκεφάλου!
Οι προαναφερθείσες παρατηρήσεις είναι ασύμβατες με τη διάγνωση της «νέκρωσης του εγκεφαλικού στελέχους» ή, ορθότερα, της «ολικής ανεπάρκειας όλων των λειτουργιών του εγκεφαλικού στελέχους» και επομένως ακυρώνουν και τη διάγνωση του «εθ», όταν αυτές παρατηρηθούν, παρά το γεγονός ότι αυτή η διάγνωση έχει ήδη τεθεί με όλα τα ισχύοντα κριτήρια .
Περαιτέρω, η βασικότερη δοκιμασία (test) για τη διάγνωση του «θανάτου του εγκεφαλικού στελέχους», δηλαδή η «δοκιμασία της άπνοιας», είναι δυνατόν να επιδεινώσει την ήδη σοβαρή εγκεφαλική βλάβη στους ασθενείς αυτούς· για το λόγο αυτό και στην μεγαλύτερη μελέτη σε «εν» ασθενείς (ασθενείς με βαθύ, απνοϊκό, μη αντιδρών κώμα -μελέτη NINCDS-, η οποία δημοσιεύθηκε το έτος 1980, δεν εξετελείτο η δοκιμασία αυτή· ο λόγος είναι ότι η προκαλούμενη αύξηση της ενδοκρανιακής πίεσης κατά τη διενέργεια της δοκιμασίας αυτής, εν συνδυασμώ με την ενίοτε παρατηρούμενη παρενέργεια της υπότασης, είναι δυνατόν να προκαλέσουν κατάρρευση της ενδοκρανιακής κυκλοφορίας. Επιπροσθέτως, τα δεδομένα για την εκτέλεση και την αξιολόγηση της δοκιμασίας αυτής είναι ελλιπή.
2. Όσον αφορά στο δεύτερο ερώτημα, «εν» ασθενείς – υποστηριζόμενοι σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας- διατηρούν τη λειτουργία της καρδίας και της κυκλοφορίας του οξυγονωμένου αίματος, οι πνεύμονές των έχουν τη δυνατότητα να ανταλλάσσουν το οξυγόνο και το διοξείδιο του άνθρακος, τα κύτταρα αφομοιώνουν τις θρεπτικές ουσίες για παραγωγή ενέργειας, το ήπαρ κάνει αποτοξίνωση του αίματος διατηρώντας μια πολυσύνθετη ομοιοστατική ισορροπία, οι νεφροί συχνά διατηρούν το ισοζύγιο των υγρών και των ηλεκτρολυτών (μερικές φορές με φαρμακευτική υποστήριξη), το ανοσοποιητικό σύστημα αναγνωρίζει τα ξένα σώματα και καταπολεμεί τις λοιμώξεις, ενώ ορισμένες ενδοκρινικές λειτουργίες συνεχίζονται· τέλος. ορισμένες «εν» ασθενείς –δέκα τρεις τον αριθμό- έχουν γεννήσει με καισαρική τομή βιώσιμα νεογνά, μετά παραμονή σε Μονάδες Εντατικής θεραπείας έως και 4 σχεδόν μήνες!
Όπως αβίαστα προκύπτει από τα προαναφερθέντα, οι «εν» ασθενείς δεν είναι πτώματα και τα όργανα, τα οποία λαμβάνονται από αυτούς δεν είναι ασφαλώς «πτωματικά»!
Η ταύτιση της «νέκρωσης του εγκεφαλικού στελέχους» με τον «εθ» και του τελευταίου με το θάνατο του ανθρώπου δεν είναι δυνατόν να γίνει δεκτή και για τον ακόλουθο λόγο: Εφόσον το εγκεφαλικό στέλεχος είναι «νεκρό», έχουν διακοπεί όλες οι ανιούσες και κατιούσες νευρικές οδοί –οι πλείστες εκ των οποίων διέρχονται διά του εγκεφαλικού στελέχους- προς και από τον φλοιό του εγκεφάλου· επομένως, δεν είναι δυνατόν να έχουμε πρόσβαση στο φλοιό του εγκεφάλου, ο οποίος θεωρείται ως έδρα της συνείδησης· κατ’ ακολουθία, δεν είναι δυνατόν να εξετασθεί το προσχηματισμένο (προτού να συμβεί η εγκεφαλική βλάβη) περιεχόμενο της συνείδησης στους «εν» ασθενείς· άρα, είναι αυθαίρετη υπόθεση ότι στους «εν» ασθενείς δεν υπάρχει συνείδηση!
Συμπερασματικώς, τίθεται η διάγνωση του «εθ» και του θανάτου του ανθρώπου, χωρίς να υπάρχει δυνατότητα να εξετασθεί το μεγαλύτερο τμήμα του εγκεφάλου (φλοιός, γάγγλια) και ενώ επιπροσθέτως υπάρχουν ενδείξεις ότι μικρά τμήματα («νησίδες») του εγκεφαλικού στελέχους ακόμη λειτουργούν.
Όσον αφορά στην «εικαζόμενη συναίνεση», αυτή πάσχει οξέως από έλλειψη δημοκρατικού φρονήματος, είναι απαράδεκτη, θα προκαλέσει μείζονες αντιδράσεις και θα βλάψει τελικώς την υπόθεση των μεταμοσχεύσεων. Επιβάλλεται η άμεση τοποθέτηση της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, τα οποία αμέσως βάλλονται με την νομοθετούμενη υποχρέωση των αντιτιθεμένων να γνωστοποιούν στον ΕΟΜ την αντίθεσή τους στη ρύθμιση αυτή.
Τέλος, από κακή διατύπωση, υποθέτω, στην παράγραφο 6 αναγράφεται: «Όταν ο θεράπων ιατρός διαγνώσει νέκρωση του εγκεφαλικού στελέχους και εφόσον η λειτουργία ορισμένων οργάνων διατηρείται με τεχνητά μέσα, υποχρεούται να προβεί από κοινού με έναν αναισθησιολόγο και ένα νευρολόγο ή νευροχειρουργό στη σύνταξη πιστοποιητικού θανάτου». Σύμφωνα με την διατύπωση αυτή φαίνεται ως εάν μόνος ο θεράπων ιατρός διαγιγνώσκει κατ’ αρχήν τη «νέκρωση του εγκεφαλικού στελέχους». Αυτό επιθυμεί ο νομοθέτης; Εάν όχι, θα πρέπει να γραφεί ότι η διάγνωση τίθεται από τρεις ιατρούς…., οι οποίοι τελικώς συντάσσουν και το πιστοποιητικό θανάτου.”
Κωνσταντίνος Καρακατσάνης
πηγή: http://freepeoplenow.wordpress.com,

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου