Σε ένα χωριό της Γερμανίας μια σειρά από αυτοκτονίες δεκαεπτάχρονων παιδιών έχει προκαλέσει τον πανικό και την απόγνωση στους κατοίκους. Οι απαντήσεις στα δεκάδες ερωτήματα των γονιών περιλαμβάνουν τις λέξεις αποκρυφισμό, death metal, chat room. Τελικά δεν είναι λίγες οι φορές που η σχέση των αιρέσεων, της μουσικής και του Διαδικτύου με τους νέους αποδεικνύεται ολέθρια.
|
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΕΛΕΝΑ ΧΑΡΙΤΟΥ
Ήταν μια ψυχρή νύχτα του καλοκαιριού όταν ένας φίλος του Φρανκ έλαβε ένα γραπτό μήνυμα στο κινητό του. Ο δεκαεπτάχρονος φίλος του από το Κλιτζ -ένα χωριό κάπου στη Σαξονία- Άνχαλτ, τον ενημέρωνε: «Σήμερα είναι ωραία μέρα για να πεθάνεις». Λίγο αργότερα ένας άλλος φίλος του Φρανκ διάβαζε ένα επίσης αινιγματικό μήνυμα: «Εάν δεν αλλάζει ο κόσμος, αλλάζουμε εμείς κόσμο». Μάταια προσπαθούσαν και οι δύο να επικοινωνήσουν μαζί του. Ο Φρανκ μαζί με τον συνομήλικο φίλο του Μάρτιν είχαν ήδη μεταφερθεί στον άλλο κόσμο που αναζητούσαν. Οδήγησαν το αυτοκίνητό τους με ιλιγγιώδη ταχύτητα πάνω σε ένα δέντρο βάζοντας έτσι τέλος στη σύντομη ζωή τους. Από εκείνη τη νύχτα της 8ης προς 9η Ιουλίου του περασμένου έτους το χωριό Κλιτζ δεν είναι πια το ίδιο. Στις 27 Οκτωβρίου ένας άλλος φίλος των παιδιών, ο Μάρκο, επίσης δεκαεπτά ετών, αυτοκτόνησε με τον ίδιο τρόπο ενώ στις 10 Δεκεμβρίου ο Πέτρος τούς ακολούθησε κι αυτός στο ταξίδι χωρίς γυρισμό.
Στις αυτοκτονίες αυτές προστέθηκαν τέσσερις ακόμα αποτυχημένες απόπειρες, επίσης φίλων των παιδιών, με χάπια, με μαχαίρι και με τον δοκιμασμένο πλέον τρόπο με το αυτοκίνητο. Η γνωστοποίηση των σχεδίου τους όμως είχε φανεί σωτήρια, αφού τα πρόλαβαν κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή. Μετά από τις εξελίξεις αυτές διαπιστώθηκε ότι μία ομάδα δεκαπέντε περίπου ατόμων είχε καταληφθεί από μια ακατανόητη δίψα για θάνατο. Σε μερικούς νέους προτάθηκε η παροχή ψυχιατρικής βοήθειας, την οποία όμως εκείνοι αρνήθηκαν. Μέσα στην απόγνωσή τους δύο γονείς έστειλαν τα παιδιά τους σε συγγενείς που έμεναν μακριά από το χωριό, σε μία ύστατη προσπάθεια να τα απομακρύνουν από την καταστροφική παρέα. Οι γονείς, οι καθηγητές και η αστυνομία της περιοχής στέκουν έκπληκτοι και αβοήθητοι μπροστά σε αυτό το φαινόμενο. Βλέπουν τα παιδιά τους, το ένα μετά το άλλο, να αυτοκτονούν και αισθάνονται ανίκανοι να τα εμποδίσουν.
4«Εάν δεν αλλάζει ο κόσμος, αλλάζουμε εμείς κόσμο» |
Τι είναι όμως αυτό που ωθεί τους νέους ενός χωριού χιλίων εννιακοσίων κατοίκων να βάζουν τέρμα στην τόσο σύντομη ζωή τους; Όλοι μιλάνε για τη δράση διαφόρων αποκρυφιστικών αιρέσεων και κυρίως για την αίρεση με το όνομα «Μπλε Τριαντάφυλλο», που φημολογείται ότι δρα στην περιοχή. Η συμφωνία σιωπής όμως που υπάρχει ανάμεσα στους μυημένους και στους φίλους τους εμποδίζει την αποτροπή και άλλων αυτοκτονιών. Εκτός αυτού η περιοχή προσφέρει ελάχιστες ευκαιρίες ψυχαγωγίας για τους νέους. Η γειτονική πύλη Χάβελμπεργκ δεν διαθέτει ούτε σινεμά ούτε κάποιο κλαμπ και μπορεί οι αστυνομικοί να καυχώνται για την απουσία ακροδεξιών αλλά οι καθηγητές κάνουν λόγο για καταπιεσμένα συναισθήματα ανάμεσα στους μαθητές τους. Επιστέγασμα όλων αυτών είναι τα οικογενειακά προβλήματα και κυρίως το χάσμα μεταξύ των γονέων και των παιδιών, όπως αυτά υποστηρίζουν. Τα παραπάνω βέβαια ίσως φαντάζουν περισσότερο δικαιολογίες παρά σοβαροί λόγοι που μπορούν να οδηγήσουν μέχρι την αυτοκτονία. Ωστόσο στη μελαγχολική τους πύλη οι νέοι μιλάνε συνεχώς για ανία, πλήξη και συμφωνούν ότι: «εδώ όλοι έχουν σκεφθεί τουλάχιστον μία φορά να αυτοκτονήσουν». Οι γονείς του Φρανκ υπέβαλαν μήνυση κατά αγνώστων στον εισαγγελέα, αφού είναι πεπεισμένοι ότι άλλοι οδήγησαν τον γιο τους στον θάνατο. Μια «εκούσια αυτοκτονία» δεν μπορούν (ή δεν θέλουν) να τη δεχθούν. Γεγονός εντούτοις είναι ότι ο Φρανκ συμμετείχε σε ένα κλειστό κύκλωμα το οποίο αποξένωνε τους νέους από τον κοινωνικό τους περίγυρο. Η διασκέδασή τους περιοριζόταν σε βόλτες στην πόλη, πάρτι στη λίμνη, ενώ σατανιστικές τελετές λάμβαναν χώρα στο υπόγειο ενός ερειπωμένου ξενοδοχείου. «Σε όλη την περιοχή», αναφέρει ο ιερέας της Ευαγγελικής Εκκλησίας και ειδικός επί των αιρέσεων Αντρέας Μπράιτ, «δρουν εδώ και χρόνια διάφορες αποκρυφιστικές αιρέσεις». Άλλωστε στην περιοχή προσφέρονται πολλοί χώροι για μυστικές συγκεντρώσεις.
Το κύκλωμα των νέων στο Κλιτζ αρνείται κάθε σχέση με τον σατανισμό. Ωστόσο στην πόλη Χάβελμπεργκ συναντώνται οι λεγόμενοι «Βluttrinker», δηλαδή αυτοί που πίνουν αίμα. Χαρακτηρίζουν τους εαυτούς τους ως «μαύρες ψυχές που γιορτάζουν τη συγγένειά τους πίνοντας ο ένας το αίμα του άλλου υπό το φως των κεριών». Όχι, αυτά δεν ανήκουν στη σφαίρα της φαντασίας. Είναι γνωστή τελετή στους κύκλους αυτούς. Στο βιβλιοπωλείο της Λειψίας «Kailash», δίπλα στο δημαρχείο, υπάρχουν στη βιτρίνα τα βιβλία του σατανιστή Aleister Crowley. Κάθε χρόνο πωλούνται περίπου τετρακόσια αντίτυπα σε άτομα νεαρής ως επί το πλείστον ηλικίας. Όσοι ανήκουν στις «μαύρες ψυχές» συναντώνται κάθε χρόνο στην πόλη αυτή κατά τη διοργάνωση του λεγόμενου «Wave-Gothic-Treffen», το οποίο είναι κάτι σαν Love Parade των ατόμων αυτών. Μαυροφορεμένοι νέοι, πανκ με διάφορους χρωματισμούς στα μαλλιά αλλά και μεταμφιεσμένοι σε βρικόλακες συγκεντρώνονται για να παρακολουθήσουν τα αγαπημένα τους συγκροτήματα όπως το Wolfsheim και το Elegia. Τους στίχους μάλιστα ενός τραγουδιού του συγκροτήματος Wolfsheim επέλεξαν να γράψουν στο αποχαιρετιστήριο γράμμα τους οι φίλοι του δεκαοκτάχρονου Κρισπάν από τη γειτονική πόλη του Κλιτζ, Σολένε όταν πέθανε στις αρχές Νοεμβρίου: «Πολλά δάκρυα έχω χύσει αλλά σε αυτόν τον κόσμο δεν έχω καμία θέση». Μαζί με τους στίχους αυτούς άφησαν πάνω στον τάφο του Κριστιάν και το σύμβολό τους, ένα μπλε τριαντάφυλλο. Οι γονείς του Φρανκ προσπαθούν να συμπληρώσουν τα κομμάτια του παζλ προκειμένου να καταλάβουν αυτό που οδήγησε τον γιο τους στην αυτοκτονία. Ο νεαρός ήρθε για πρώτη φορά οε επαφή με τα κυκλώματα αυτά μέσω της μουσικής Death Metal. Μια μουσική όλο κραυγές και τραγούδια που εκφράζουν θλίψη, απελπισία, οργή. Στίχοι που υμνούν τον θάνατο και μοιρολογούν τη ζωή. Μετά από λίγους μήνες φορούσε μπλουζάκια με σκελετούς και είχε στολίσει το δωμάτιο του με νεκροκεφαλές, τις οποίες είχε κρεμάσει πάνω από το κρεβάτι του. Ανάμεσα σε αυτές είχε τοποθετήσει και το μπλε τριαντάφυλλο. Σιγά σιγά είχε εμπλουτίσει τη διακόσμηση του δωματίου του με σταχτοδοχείο- νεκροκεφαλή, κηροπήγιο-νεκροκεφαλή κτλ. Μέσω αυτών οδηγήθηκε στον αποκρυφισμό. Ο πατέρας του Φρανκ είχε παρατηρήσει τον τρόπο με τον οποίο χαιρετούσε ο γιος του τους φίλους του στον δρόμο, έναν συγκεκριμένο χαιρετισμό των σατανιστών, όπως έμαθε αργότερα. Ωστόσο, κανένας στο στενό του περιβάλλον δεν είχε υποπτευθεί κάτι ανησυχητικό, γιατί ο Φρανκ ήταν σταθερός, συγκροτημένος νέος χωρίς προβλήματα στο σχολείο ή στην οικογένειά του. Τις ελεύθερες ώρες του τις περνούσε μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή. Οι γονείς του δεν καταλάβαιναν πολλά από αυτά και η γνώση τους για το Διαδίκτυο περιοριζόταν μόνο στους φουσκωμένους λογαριασμούς τηλεφώνου. Με τον φίλο του Μάρτιν επισκέπτονταν ιστοσελίδες που μιλούσαν για τον θάνατο και τον σατανισμό, συμμετείχαν σε συζητήσεις των διαφόρων chat room για τα αγαπημένα τους θέματα: την ανία, την οργή, την αυτοκτονία. Εκατοντάδες οι ιστοσελίδες για αυτά τα θέματα και ακόμα περισσότεροι αυτοί που συζητάνε στα chat room. Αγαπημένος αριθμός του Φρανκ και του Μάρτιν ήταν ο 3222. Στη διεύθυνση http://w/vw.forum3222.e.vu αντάλλασσαν τις απόψεις τους για όσα τους απασχολούσαν, διάβαζαν τα αποχαιρετιστήρια γράμματα των εικονικών συνομιλητών τους και γοητεύονταν από τα καταθλιπτικά ποιήματα των αυτοχείρων.
4Στο βιβλιοπωλείο της Λειψίας «Kailash», δίπλα στο δημαρχείο, υπάρχουν στη βιτρίνα τα βιβλία του σατανιστή Aleister Crowley. Κάθε χρόνο πωλούνται περίπου τετρακόσια αντίτυπα σε άτομα νεαρής ως επί το πλείστον ηλικίας. |
Σύμφωνα με τους ειδικούς σε αυτά τα φόρουμ ασκείται τρομερή ψυχολογική πίεση. Ο ψυχίατρος Ράινχολντ Φαρτάσικ μάλιστα δήλωσε ότι : «Με την πρώτη ματιά αυτά τα φόρουμ φαίνονται ότι βοηθάνε στην επικοινωνία, στην πραγματικότητα όμως συντελούν στην πλήρη διακοπή μιας πραγματικής επικοινωνίας με τον κοινωνικό περίγυρο». Την ημέρα του θανάτου τους ο Φρανκ και ο Μάρτιν δεν έκαναν τίποτα αξιοπερίεργο. Γευμάτισαν με τους γονείς τους, ήπιαν τον απογευματινό τους καφέ και συναντήθηκαν με τους φίλους τους. Κανείς δεν υποπτευόταν τι έμελλε να συμβεί. Όταν έστειλαν τα σύντομα γραπτά μηνύματα από το κινητό τηλέφωνο, η απόφαση είχε ήδη παρθεί. Στις 11 η ώρα είχαν μεταφερθεί στον κόσμο που τόσο πολύ αναζητούσαν. Στην κηδεία οι γονείς τους παρατήρησαν ανάμεσα σε αυτούς που είχαν έρθει να τους συλλυπηθούν νεαρά άτομα με περίεργη εμφάνιση. Αυτοί πένθησαν με διαφορετικό τρόπο τον χαμό του Φρανκ και του Μάρτιν. Οργάνωσαν πάρτι, μέθυσαν και χόρεψαν κάτω από τους δυνατούς ήχους του Death Metal. Οι τύψεις, οι ενοχές και τα αναπάντητα ερωτηματικά ήταν έκδηλα. Στα βλέμματα των γονιών διέκρινες την απορία και μια σκέψη να βασανίζει το μυαλό τους. Μήπως και το δικό τους παιδί σκέφτεται να... Μια μητέρα προσπάθησε να εκμαιεύσει από τον γιο της τυχόν πληροφορίες. Η απάντηση που έλαβε κάθε άλλο παρά την καθησύχασε. «Η ζωή δεν έχει καμία αξία πια. Δεν την θέλω. Αλλά πάλι είμαι μόλις δεκαέξι ετών». Τα παιδιά κατηγορούν τους γονείς πως αδιαφορούν. «Οι γονείς ζουν στον δικό τους κόσμο και εμείς στον δικό μας. Δεν μας καταλαβαίνουν». Στον τοίχο του δωματίου του ο Μάρτιν είχε κρεμασμένο ένα ημερολόγιο, πάνω στο οποίο είχε σημειώσει σχεδόν ξεκάθαρα τα σχέδιά του. Την επιγραφή «Έτος 2000» την είχε σβήσει και είχε γράψει από πάνω: «Ένας νέος κόσμος». Δίπλα στην ημερομηνία 8 Ιουλίου είχε σημειώσει τη λέξη «Θάνατος». Αν κάποιος είχε προσέξει αυτό το ημερολόγιο ίσως ο Μάρτιν να ήταν ακόμα ζωντανός.
Από το περιοδικό Infο ΜΑΡΤΙΟΣ 2001 Η φωτό είναι από εδώ
Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον www.egolpion.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου