Κυριακή, Μαΐου 27, 2012

ΩΡΑΙΑ ΜΕΡΑ ΓΙΑ ΝΑ ΠΕΘΑΝΕΙΣ


ΩΡΑΙΑ ΜΕΡΑ ΓΙΑ ΝΑ ΠΕΘΑΝΕΙΣ
Σε ένα χωριό της Γερμανίας μια σειρά από αυτοκτονίες δεκαεπτάχρονων παιδιών έχει προκαλέσει τον πανικό και την απόγνωση στους κατοίκους. Οι απαντήσεις στα δεκάδες ερωτήματα των γονιών περιλαμβάνουν τις λέξεις αποκρυφισμό, death metal, chat room. Τελικά δεν είναι λίγες οι φορές που η σχέση των αιρέσεων, της μουσικής και του Διαδικτύου με τους νέους αποδεικνύεται ολέθρια.

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΕΛΕΝΑ ΧΑΡΙΤΟΥ

   Ήταν μια ψυχρή νύχτα του καλοκαιριού όταν ένας φί­λος του Φρανκ έλαβε ένα γραπτό μήνυμα στο κινητό του. Ο δεκαεπτάχρονος φίλος του από το Κλιτζ -ένα χωριό κάπου στη Σαξονία- Άνχαλτ, τον ενημέρωνε: «Σήμερα είναι ω­ραία μέρα για να πεθάνεις». Λίγο αργότερα ένας άλλος φίλος του Φρανκ διάβαζε ένα ε­πίσης αινιγματικό μήνυμα: «Εάν δεν αλλάζει ο κόσμος, αλλάζουμε εμείς κόσμο». Μάταια προσπαθούσαν και οι δύο να επι­κοινωνήσουν μαζί του. Ο Φρανκ μαζί με τον συνομήλικο φίλο του Μάρτιν είχαν ήδη μεταφερθεί στον άλλο κόσμο που αναζητούσαν. Οδήγησαν το αυτοκίνητό τους με ιλιγγιώδη ταχύτητα πάνω σε ένα δέντρο βάζοντας έτσι τέλος στη σύντομη ζωή τους. Από εκείνη τη νύχτα της 8ης προς 9η Ιου­λίου του περασμένου έτους το χωριό Κλιτζ δεν είναι πια το ίδιο. Στις 27 Οκτωβρίου έ­νας άλλος φίλος των παιδιών, ο Μάρκο, ε­πίσης δεκαεπτά ετών, αυτοκτόνησε με τον ίδιο τρόπο ενώ στις 10 Δεκεμβρίου ο Πέ­τρος τούς ακολούθησε κι αυτός στο ταξίδι χωρίς γυρισμό.
Στις αυτοκτονίες αυτές προστέθηκαν τέσσερις ακόμα αποτυχημέ­νες απόπειρες, επίσης φίλων των παιδιών, με χάπια, με μαχαίρι και με τον δοκιμασμέ­νο πλέον τρόπο με το αυτοκίνητο. Η γνω­στοποίηση των σχεδίου τους όμως είχε φανεί σωτήρια, αφού τα πρόλαβαν κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή. Μετά από τις εξελίξεις αυτές διαπιστώθηκε ότι μία ομάδα δεκαπέντε περίπου ατόμων είχε καταληφθεί από μια ακατανόητη δίψα για θάνατο. Σε μερικούς νέους προτάθηκε η παροχή ψυχιατρικής βοήθειας, την οποία όμως εκείνοι αρνήθηκαν. Μέσα στην από­γνωσή τους δύο γονείς έστειλαν τα παιδιά τους σε συγγενείς που έμεναν μακριά από το χωριό, σε μία ύστατη προσπάθεια να τα απομακρύνουν από την καταστροφική παρέα. Οι γονείς, οι καθηγητές και η αστυ­νομία της περιοχής στέκουν έκπληκτοι και αβοήθητοι μπροστά σε αυτό το φαινό­μενο. Βλέπουν τα παιδιά τους, το ένα μετά το άλλο, να αυτοκτονούν και αισθάνονται ανίκανοι να τα εμποδίσουν.

4«Εάν δεν αλλάζει ο κόσμος, αλλάζουμε εμείς κόσμο»

Τι είναι όμως αυτό που ωθεί τους νέους ε­νός χωριού χιλίων εννιακοσίων κατοίκων να βάζουν τέρμα στην τόσο σύντομη ζωή τους; Όλοι μιλάνε για τη δράση διαφό­ρων αποκρυφιστικών αιρέσεων και κυ­ρίως για την αίρεση με το όνομα «Μπλε Τριαντάφυλλο», που φημολογείται ότι δρα στην περιοχή. Η συμφωνία σιωπής όμως που υπάρχει ανάμεσα στους μυημέ­νους και στους φίλους τους εμποδίζει την αποτροπή και άλλων αυτοκτονιών. Εκτός αυτού η περιοχή προσφέρει ελάχι­στες ευκαιρίες ψυχαγωγίας για τους νέ­ους. Η γειτονική πύλη Χάβελμπεργκ δεν διαθέτει ούτε σινεμά ούτε κάποιο κλαμπ και μπορεί οι αστυνομικοί να καυχώνται για την απουσία ακροδεξιών αλλά οι κα­θηγητές κάνουν λόγο για καταπιεσμένα συναισθήματα ανάμεσα στους μαθητές τους. Επιστέγασμα όλων αυτών είναι τα οικογενειακά προβλήματα και κυρίως το χάσμα μεταξύ των γονέων και των παι­διών, όπως αυτά υποστηρίζουν. Τα παραπάνω βέβαια ίσως φαντάζουν πε­ρισσότερο δικαιολογίες παρά σοβαροί λό­γοι που μπορούν να οδηγήσουν μέχρι την αυτοκτονία. Ωστόσο στη μελαγχολική τους πύλη οι νέοι μιλάνε συνεχώς για α­νία, πλήξη και συμφωνούν ότι: «εδώ όλοι έχουν σκεφθεί τουλάχιστον μία φορά να αυτοκτονήσουν». Οι γονείς του Φρανκ υ­πέβαλαν μήνυση κατά αγνώστων στον ει­σαγγελέα, αφού είναι πεπεισμένοι ότι άλ­λοι οδήγησαν τον γιο τους στον θάνατο. Μια «εκούσια αυτοκτονία» δεν μπορούν (ή δεν θέλουν) να τη δεχθούν. Γεγονός εντούτοις είναι ότι ο Φρανκ συμ­μετείχε σε ένα κλειστό κύκλωμα το οποίο αποξένωνε τους νέους από τον κοινωνικό τους περίγυρο. Η διασκέδασή τους περιοριζόταν σε βόλτες στην πόλη, πάρτι στη λί­μνη, ενώ σατανιστικές τελετές λάμβαναν χώρα στο υπόγειο ενός ερειπωμένου ξενο­δοχείου. «Σε όλη την περιοχή», αναφέρει ο ιερέας της Ευαγγελικής Εκκλησίας και ειδικός επί των αιρέσεων Αντρέας Μπράιτ, «δρουν εδώ και χρόνια διάφορες αποκρυφιστικές αιρέσεις». Άλλωστε στην περιο­χή προσφέρονται πολλοί χώροι για μυστι­κές συγκεντρώσεις.
   Το κύκλωμα των νέων στο Κλιτζ αρνείται κάθε σχέση με τον σατανισμό. Ωστόσο στην πόλη Χάβελμπεργκ  συναντώνται οι λεγόμενοι «Βluttrinker», δηλα­δή αυτοί που πί­νουν αίμα. Χα­ρακτηρίζουν τους εαυτούς τους ως «μαύ­ρες ψυχές που γιορτάζουν τη συγγένειά τους πίνοντας ο ένας το αίμα του άλ­λου υπό το φως των κεριών». Όχι, αυτά δεν α­νήκουν στη σφαίρα της φαντα­σίας. Είναι γνωστή τελετή στους κύκλους αυτούς. Στο βιβλιοπωλείο της Λειψίας «Kailash», δίπλα στο δημαρχείο, υπάρχουν στη βιτρίνα τα βιβλία του σατανιστή Aleister Crowley. Κάθε χρόνο πωλούνται περίπου τετρακόσια αντίτυπα σε άτομα νεαρής ως επί το πλείστον ηλικίας. Όσοι ανήκουν στις «μαύρες ψυχές» συναντώνται κάθε χρόνο στην πόλη αυτή κατά τη διοργάνωση του λεγό­μενου «Wave-Gothic-Treffen», το οποίο είναι κάτι σαν Love Parade των ατόμων αυτών. Μαυ­ροφορεμένοι νέοι, πανκ με διά­φορους χρωματισμούς στα μαλ­λιά αλλά και μεταμφιεσμένοι σε βρικόλακες συγκεντρώνονται για να παρακολουθήσουν τα α­γαπημένα τους συγκροτήματα όπως το Wolfsheim και το Elegia. Τους στίχους μάλιστα ενός τραγουδιού του συγκροτήμα­τος Wolfsheim επέλεξαν να γράψουν στο αποχαιρετιστήριο γράμμα τους οι φίλοι του δεκα­οκτάχρονου Κρισπάν από τη γειτονική πόλη του Κλιτζ, Σολένε όταν πέθανε στις αρχές Νοεμβρίου: «Πολλά δάκρυα έχω χύσει αλλά σε αυτόν τον κό­σμο δεν έχω καμία θέση». Μαζί με τους στίχους αυτούς άφησαν πάνω στον τάφο του Κριστιάν και το σύμβολό τους, ένα μπλε τριαντάφυλλο. Οι γονείς του Φρανκ προσπαθούν να συ­μπληρώσουν τα κομ­μάτια του παζλ προ­κειμένου να καταλά­βουν αυτό που οδή­γησε τον γιο τους στην αυτοκτονία. Ο νεαρός ήρθε για πρώ­τη φορά οε επαφή με τα κυκλώματα αυτά μέσω της μουσικής Death Metal. Μια μουσική όλο κραυγές και τραγούδια που εκφράζουν θλίψη, απελπισία, οργή. Στί­χοι που υμνούν τον θάνατο και μοιρολο­γούν  τη ζωή. Μετά από λίγους μήνες φο­ρούσε μπλουζάκια με σκελετούς και είχε στολίσει το δωμάτιο του με νεκροκεφα­λές, τις οποίες είχε κρεμάσει πάνω από το κρεβάτι του. Ανάμεσα σε αυτές είχε τοπο­θετήσει και το μπλε τριαντάφυλλο. Σιγά σιγά είχε εμπλουτίσει τη διακόσμηση του δωματίου του με σταχτοδοχείο- νεκροκε­φαλή, κηροπήγιο-νεκροκεφαλή κτλ. Μέσω αυτών οδηγήθηκε στον αποκρυφι­σμό. Ο πατέρας του Φρανκ είχε παρατη­ρήσει τον τρόπο με τον οποίο χαιρετούσε ο γιος του τους φίλους του στον δρόμο, έ­ναν συγκεκριμένο χαιρετισμό των σατανιστών, όπως έμα­θε αργότερα. Ωστό­σο, κανένας στο στενό του περιβάλ­λον δεν είχε υπο­πτευθεί κάτι ανη­συχητικό, γιατί ο Φρανκ ήταν σταθε­ρός, συγκροτημέ­νος νέος χωρίς προβλήματα στο σχολείο ή στην οι­κογένειά του. Τις ελεύθερες ώρες του τις περνούσε μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή. Οι γονείς του δεν κατα­λάβαιναν πολλά από αυτά και η γνώση τους για το Διαδίκτυο περιοριζόταν μόνο στους φουσκωμένους λογαριασμούς τηλε­φώνου. Με τον φίλο του Μάρτιν επισκέπτονταν ιστοσελίδες που μιλούσαν για τον θάνατο και τον σατανισμό, συμμετείχαν σε συζητήσεις των διαφόρων chat room για τα αγαπημένα τους θέματα: την ανία, την οργή, την αυτοκτονία. Εκατοντάδες οι ιστοσελίδες για αυτά τα θέματα και ακόμα περισσότεροι αυτοί που συζητάνε στα chat room. Αγαπημένος αριθμός του Φρανκ και του Μάρτιν ήταν ο 3222. Στη διεύθυνση http://w/vw.forum3222.e.vu αντάλλασ­σαν τις απόψεις τους για όσα τους απασχολούσαν, διάβαζαν τα αποχαιρετιστήρια γράμματα των εικονικών συνομιλητών τους και γοητεύονταν από τα καταθλιπτικά ποιήματα των αυτοχείρων.

 4Στο βιβλιοπωλείο της Λειψίας «Kailash», δίπλα στο δημαρχείο, υπάρχουν στη βιτρίνα τα βιβλία του σατανιστή Aleister Crowley. Κάθε χρόνο πωλούνται περίπου τετρακόσια αντίτυπα σε άτομα νεαρής ως επί το πλείστον ηλικίας.

   Σύμφωνα με τους ειδικούς  σε  αυτά τα φόρουμ ασκείται τρομερή ψυχολογική πίεση. Ο ψυχίατρος Ράινχολντ Φαρτάσικ μάλιστα δήλωσε ότι : «Με την πρώτη ματιά αυτά τα φόρουμ φαίνονται ότι βοηθάνε στην επικοινωνία, στην πραγματικότητα όμως συντελούν στην πλήρη διακοπή μιας πραγματικής επικοινωνίας με τον κοινωνικό περίγυρο». Την ημέρα του θανάτου τους ο Φρανκ και ο Μάρτιν δεν έκαναν τίποτα αξιοπερίερ­γο. Γευμάτισαν με τους γονείς τους, ήπιαν τον απογευματινό τους καφέ και συνα­ντήθηκαν με τους φίλους τους. Κανείς δεν υποπτευόταν τι έμελλε να συμβεί. Όταν έστειλαν τα σύντομα γραπτά μηνύ­ματα από το κινητό τηλέφωνο, η απόφα­ση είχε ήδη παρθεί. Στις 11 η ώρα είχαν μεταφερθεί στον κόσμο που τόσο πολύ α­ναζητούσαν. Στην κηδεία οι γονείς τους παρατήρησαν ανάμεσα σε αυτούς που εί­χαν έρθει να τους συλλυπηθούν νεαρά ά­τομα με περίεργη εμφάνιση. Αυτοί πέν­θησαν με διαφορετικό τρόπο τον χαμό του Φρανκ και του Μάρτιν. Οργάνωσαν πάρτι, μέθυσαν και χόρεψαν κάτω από τους δυνατούς ήχους του Death Metal. Οι τύψεις, οι ενοχές και τα αναπάντητα ερωτηματικά ήταν έκδηλα. Στα βλέμματα των γονιών διέκρινες την απορία και μια σκέψη να βασανίζει το μυαλό τους. Μή­πως και το δικό τους παιδί σκέφτεται να... Μια μητέρα προσπάθησε να εκμαιεύσει από τον γιο της τυχόν πληροφορίες. Η α­πάντηση που έλαβε κάθε άλλο παρά την κα­θησύχασε. «Η ζωή δεν έχει καμία αξία πια. Δεν την θέλω. Αλλά πάλι είμαι μόλις δεκα­έξι ετών». Τα παιδιά κατηγορούν τους γο­νείς πως αδιαφορούν. «Οι γονείς ζουν στον δικό τους κόσμο και εμείς στον δικό μας. Δεν μας καταλαβαίνουν». Στον τοίχο του δωματίου του ο Μάρτιν είχε κρεμασμένο ένα ημερολόγιο, πάνω στο οποίο είχε ση­μειώσει σχεδόν ξεκάθαρα τα σχέδιά του. Την επιγραφή «Έτος 2000» την είχε σβήσει και είχε γράψει από πάνω: «Ένας νέος κόσμος». Δίπλα στην ημερομηνία 8 Ιουλί­ου είχε σημειώσει τη λέξη «Θάνατος». Αν κάποιος είχε προσέξει αυτό το ημερολόγιο ίσως ο Μάρτιν να ήταν ακόμα ζωντανός.

Από το περιοδικό Infο ΜΑΡΤΙΟΣ 2001 Η φωτό είναι από εδώ
Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον    www.egolpion.com
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου