Τετάρτη, Απριλίου 18, 2012

ΠΕΡΙ ΘΕΙΑΣ ΧΑΡΙΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΑΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ

παπα Μάξιμος Αγιορείτης, του Γέροντος Ιωσήφ

Θεία Χάρη = Φως, Αλήθεια, Χαρά.




«Έτοιμοι εστέ αεί πρός απολογίαν παντί τω αιτούντι υμάς λόγον περί της εν υμίν ελπίδος» (1Πέτρου 3,15). Ευχαριστούμε τούς αδελφούς, πού μας παρεκάλεσαν νά τούς ομιλήσωμε περί του βάθους, του κέντρου, της ουσίας, περί των βάσεων καί στόχων της ορθοδόξου πίστεώς μας καί της εν Χριστώ πνευματικής ζωής. 
Είπεν ο Ιησούς Χριστός, «εγώ ειμί τό φως του κόσμου» (Ιω.8,12), «εγώ ειμί η οδός καί η αλήθεια καί η ζωή» (Ιω.14,6), «είσελθε εις τήν χαράν του Κυρίου σου» (Ματθ.25,23). Ο Πρόδρομος Ιωάννης μας βεβαιώνει ότι «η χάρις καί η αλήθεια διά Ιησού Χριστού εγένετο» (Ιω.1,17). Ο Απόστολος εξηγεί ότι «ο Θεός ταπεινοίς δίδωσι χάριν» (1Πέτρου 5,5) καί ο Κύριός μας συμπληρώνει, «εάν τις αγαπά με, τόν λόγον μου τηρήσει, καί ο πατήρ μου αγαπήσει αυτόν, καί πρός αυτόν ελευσόμεθα καί μονήν παρ´αυτώ ποιήσομεν» (Ιω.14,23).
Ο ουράνιος Πατέρας οικονόμησε έτσι τά πράγματα, ώστε ο κάθε άνθρωπος νά έρχεται σέ αυτή τήν επίγεια ζωή από τόν πατέρα του καί τή μητέρα του. Προέκταση των γονιών του είναι ο καθένας μας, έχοντας κληρονομήσει πάρα πολλά στοιχεία από αυτούς, πάνω στά οποία προστίθενται πολλά στοιχεία εκ φύσεως, αλλά καί ουκ ολίγα εξαρτώνται από τήν ελεύθερη βούλησή μας καί τίς επιλογές μας. ΄Ετσι δημιουργείται η ψυχοσωματική ιδιαιτερότητα του κάθε ανθρώπου.
Ο ουράνιος Δημιουργός μας αποκάλυψε μέσω του Κυρίου μας Ιησού Χριστού κυρίως, της Αγίας Γραφής καί των σοφών Αγίων Προφητών καί Πατέρων μας τίς μεγάλες αλήθειες περί του Τριαδικού Θεού, της αιώνιας Ζωής καί τόν θείο Νόμο.
Ο Ποιητής των πάντων καί της γης έπλασε τούς Πρωτοπλάστους καί τούς έβαλε νά εργάζονται μέσα στόν πανέμορφο κήπο της Εδέμ, από τόν οποίον εδιώχθησαν λόγω της γνωστής παρακοής. Έκτοτε ο άνθρωπος ψάχνει νά ξαναβρεί τόν χαμένο Παράδεισο, επιδιώκοντας νά απολαύσει τήν κάθε ευτυχία. Όμως εξαρχής ο εχθρός της σωτηρίας μας Διάβολος παραπλανά τόν άνθρωπο, γιά νά μή βαδίσει στό δρόμο του Θεού, αλλά νά καταντήσει στήν ατελεύτητη κόλαση.
Ο άνθρωπος καλείται πάντοτε νά επιλέξει ένα από τά δύο. Από τή μιά ο Θεός, ο ουράνιος Πατέρας, καλεί τόν άνθρωπο στήν αιώνια σωτηρία, δηλαδή στήν ατελείωτη τρισμακάρια ευτυχία. Καί από  τήν άλλη ο Διάβολος καλεί τόν άνθρωπο νά απιστήσει στόν Θεό, νά αδιαφορήσει γιά τόν Νόμο Του, καί έτσι νά τόν ξεγελάσει καί νά τόν τραβήξει στήν αιώνια κόλαση.
Ό,τι καλό υπάρχει στή ζωή μας είναι δώρο καί κάτι τι από τά άπειρα καλά του Θεού μας. Όταν όμως Τόν ξεχνούμε, τότε μας στερεί κάποια από τά καλά μας, γιά νά μας διαπαιδαγωγήσει πρός τό άγιο θέλημά Του. Μερικές φορές επιτρέπει δοκιμασίες, γιά νά διαπιστωθεί η πίστη καί σταθερότητά μας, ώστε αναλόγως νά μας αμείψει στήν άλλη Ζωή. «΄Ον αγαπά Κύριος παιδεύει, μαστιγοί δέ υιόν όν παραδέχεται» (Εβρ.12,6).
Τό Φώς καί η Αλήθεια πού ψάχνουμε είναι ο ίδιος ο Χριστός, Αυτός είναι η Αιώνια Ζωή καί χαρά, Αυτός έχει καί μοιράζει τή θεία Χάρη. Καί ο άνθρωπος οφείλει νά προσπαθεί ισόβια, νά είναι ευάρεστος στόν Θεό, σύμφωνα καί μέ τήν εντολή Του, «ευαρέστει ενώπιον εμού, καί γίνου άμεμπτος» (Γέν.17,1), έχοντας πάντοτε ως στόχο τήν αιώνια σωτηρία του.
Η σωτηρία του ανθρώπου είναι τό ἔλεος, η Χάρη του Θεού, γιά τήν οποία Τόν παρακαλούμε αδιαλείπτως. Όμως δέν περιμένουμε αυτήν τή μεγάλη Χάρη μόνο αφού αποβιώσουμε, αλλά ποθούμε νά βιώσουμε τά ουράνια καλά από αυτήν εδώ τήν επίγεια ζωή. Από τή μεριά μας βάζουμε τά δυνατά μας νά κατορθώσουμε τίς προϋποθέσεις πού μας ζητεί ο Θεός, καί έπειτα προσπαθούμε καί παρακαλούμε νά πετύχουμε τό «μέγα έλεος», τήν πλούσια θεία Χάρη.
Δηλαδή πιστεύουμε ορθόδοξα, λατρεύουμε τόν Θεό μέ ευλάβεια, συμμετέχουμε στά άγια Μυστήρια της Εκκλησίας μας, αγωνιζόμαστε γιά τήν αρετή, έχουμε πνεύμα μετανοίας καί ταπεινοφροσύνης, αγαπάμε τόν Θεό καί τόν πλησίον μας μέ όλη μας τήν καρδιά, καί προσευχόμαστε πολύ μέ ιδιαίτερη επιμέλεια καί συστηματικά.
Δηλαδή, δέν φτάνει νά λέμε πως είμαστε ορθόδοξοι Χριστιανοί, αλλά φροντίζουμε πολύ καί γιά τήν ορθοπραξία μας. ΄Ελεγε ο Κύριος, «ο γνούς καί μή ποιήσας, δαρήσεται πολλάς· ενώ ο μή γνούς μηδέ ποιήσας, δαρήσεται ολίγας» (Λουκ.12,47). Καί «ουαί παντί τω εργαζομένω τά έργα του Κυρίου αμελώς» (Ιερ.31,10). «Ου πας ο λέγων μοι, Κύριε, Κύριε, εισελεύσεται εις τήν βασιλείαν των ουρανών, αλλα ο ποιών τό θέλημα του Θεού» (Ματθ.7,21).
Η Θεία Χάρη στούς Ταπεινόφρονες!
Ποιός όμως είναι άξιος γιά νά λάβει τήν θεία Χάρη; καί σέ ποιούς χαρίζεται; Είναι Νόμος, «ο Θεός ταπεινοίς δίδωσι χάριν» (Ιακ.4,6). Γιά νά πετύχουμε τό κάθε καλό, οφείλουμε νά προσπαθούμε ισόβια γιά τό καλύτερο, αλλά καί συγχρόνως νά επιζητούμε τή θεία βοήθεια, ώστε ο ουράνιος Πατέρας νά ολοκληρώσει τήν προσπάθειά μας. Π.χ. πρέπει νά πιστεύουμε στόν Θεό, αλλά συγχρόνως παρακαλούμε, «πρόσθες ημίν πίστιν, Κύριε» (Λουκ.17,5). Αυτό ἔπραξαν καί οι άγιοι Απόστολοι. Δέν ήταν αρκετό τό ότι έβλεπαν καί άκουγαν τόν Κύριο, αλλά έπρεπε νά ζητήσουν καί τήν άνωθεν δωρεά της πίστεως, διότι πάντοτε τό καλό έχει καί τό καλύτερό του.
Όπως καί στήν προσευχή. Προσευχόμαστε, αλλά συγχρόνως παρακαλούμε τόν Κύριο νά μας δώσει τό χάρισμα της καλύτερης προσευχής. «Ο Θεός είναι ο διδούς ευχήν τώ ευχομένω» (1Βασ.2,9).
Τό ίδιο καί μέ τήν ταπεινοφροσύνη, η οποία καλλιεργείται κυρίως μέ τήν αυτομεμψία, αλλά καί παρακαλούμε τόν Κύριο νά μας αυξήσει τό χάρισμα αυτό καί έτσι νά ολοκληρώσει τήν προσπάθειά μας αυτή. Αγωνιζόμαστε ισοβίως, γιά νά αποκτούμε τίς αναγκαίες προϋποθέσεις, ώστε νά πετυχαίνουμε τήν όλο καί μεγαλύτερη χάρη του Θεού μας.
Τόν αγώνα μας αυτόν τόν ονομάζουμε άσκηση. Ασκούμεθα συνεχώς, καθημερινά καί συστηματικά, νά τιθασεύσουμε τόν παλαιό μας εαυτό, τόν γεμάτο αμαρτίες, αδυναμίες καί κακές επιθυμίες, καί έτσι νά τόν υποτάξουμε στό θέλημα του Θεού καί στόν θείο Νόμο. Καθώς λέει καί τό τροπάριο, ασκούμεθα μέ νηστεία, αγρυπνία, προσευχή. Σέ όλη τή διάρκεια της ζωής μας σηκώνουμε τόν προσωπικό μας σταυρό καί αγωνιζόμαστε γιά τήν περισσότερη θεία Χάρη.
*   *   *
Θεία Χάρη = Βασιλεία Θεού καί Αιώνια Ζωή!
Η επίγεια ζωή μας έχει νόημα καί ουσία, μόνο εφόσον αγωνιζόμαστε, τό κατά δύναμη, νά στοχεύουμε στήν αιώνια Ζωή καί τή Βασιλεία του Θεού.
              ΚΛΗΣΗ ΚΟΡΝΗΛΙΟΥ: Είναι πολύ χαρακτηριστική η περίπτωση του Εκατοντάρχου Κορνηλίου, (Πράξ.κεφ.10). Ο ειδωλολάτρης αξιωματούχος παρακαλούσε τόν Θεό μέ θερμές καθημερινές προσευχές, μέ νηστείες κι ελεημοσύνες, νά του αποκαλύψει τήν αλήθεια. Καί ο ουράνιος Πατέρας δέν περιφρόνησε τίς ολόψυχες ικεσίες μιας ειλικρινούς καρδιάς. Του έστειλε τόν ΄Αγγελο γιά νά του πει ότι ο Θεός άκουσε τίς προσευχές του καί ευχαρίστως θά τόν κάνει παιδί του, αν προηγουμένως καλέσει τόν Απόστολο Πέτρο, πού βρισκόταν σέ κοντινή πόλη, καί απ αυτόν νά μάθει τήν αλήθεια καί νά βαπτισθεί. Ο Κορνήλιος μέ πολύ σεβασμό καλοδέχτηκε τόν ΄Αγιο Πέτρο. Ύστερα από λίγα εισαγωγικά λόγια του Αποστόλου περί του Ιησού Χριστού, ήρθε η χάρη του Αγίου Πνεύματος καί επισκίασε τήν ψυχή του Αγίου Κορνηλίου.
              Αυτή η ιστορία είναι ένα καλό παράδειγμα γιά όσους θέλουν νά σωθούν. Ακούμε γιά τήν πίστη, προσευχόμαστε μέ θέρμη, αγωνιζόμαστε γιά τήν αρετή, λατρεύουμε τόν Θεό, υπηρετούμε τόν αδελφό, έχοντας πάντοτε ως στόχο τήν θεία Χάρη. Η οποία, όταν έρθει, φωτίζει τήν ψυχή μας, μας γεμίζει χαρά, ομορφαίνει τήν πνευματική μας ζωή, μας εμψυχώνει στή ζωή.
              Από τή μιά υπάρχει Θεός παντοδύναμος, δημιουργός των πάντων καί φιλάνθρωπος Πατέρας· καί από τήν άλλη υπάρχει η ανθρώπινη ζωή μέ ημερομηνία λήξεως, αλλά μέ ψυχή αθάνατη, τήν οποία θά υποδεχθεί ο αιώνιος Παράδεισος ή η ατελείωτη τιμωρία μακριά από τήν θεϊκή μακαριότητα. Η πραγματικότητα αυτή υποχρεώνει τόν μέν ουράνιο Πατέρα νά μας ανοίγει δρόμους αιώνιας σωτηρίας, τά δε παιδιά Του νά αποδέχονται τήν πρόσκληση του Θεού. Ο Θεός «πάντας θέλει σωθήναι καί εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν» (2Τιμ.2,25).
              Όλοι οι Άγιοι, καθώς καί ο άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ, βίωναν καί δίδασκαν ότι σκοπός της ζωής μας δέν είναι μόνο η μετά θάνατον αιώνια σωτηρία, αλλά καί η επί γης απόκτηση του Αγίου Πνεύματος, δηλαδή της θείας Χάριτος.
Είναι ευλογημένος ο κάθε Χριστιανός, εφόσον ζει μέ κέντρο ζωής τόν Ναό της περιοχής του καί τό προσευχητάρι του σπιτιού του, αλλά καί συχνά επισκέπτεται πνευματικούς ανθρώπους, από τούς οποίους ζητάει λόγον σωτηρίας. Είμαστε ευτυχείς κάτω από τή σκέπη του Θεού, καί μέ χαρά σηκώνουμε τόν προσωπικό μας σταυρό στή διάρκεια της πρόσκαιρης επίγειας ζωής μας, ελπίζοντας αλλά καί βιώνοντας ουράνιες καταστάσεις. Γιά τόν καλό Χριστιανό η αιώνια ζωή δέν αρχίζει από τόν θάνατο του σώματος, αλλά αρχίζει από τήν ώρα πού βαπτιζόμαστε, ή -κατ οικονομίαν- από τήν ώρα πού μετανοούμε γιά τά περασμένα καί αποφασίζουμε νά αγωνισθούμε πνευματικά μέ ανδρεία ως στρατιώτες του Αρχηγού μας, του Χριστού (2Τιμ.2,4· Εβρ.2,10).
*   *   *
              Η βάση της κατά Θεόν προκοπής καί της εν αγάπη συμβιώσεως είναι η ταπεινοφροσύνη καί η υπομονή. Πάρα πολλές φορές αναφέρεται στήν Αγία Γραφή, καί στό Ευαγγέλιο καί στόν Απόστολο, ότι ο Θεός μόνο στούς ταπεινούς δίνει χάρη, ενώ στούς υπερηφάνους αντιτάσσεται (Ιακ.4,6). Υπερήφανοι είναι καί αυτοί πού δέν καλλιεργούν τήν ταπεινοφροσύνη. Προκειμένου νά αισθανόμαστε τήν ευλογία του Θεού, καλλιεργούμε τήν ταπεινοφροσύνη κυρίως διά της αυτομεμψίας. Δέν μας επιτρέπεται νά κατακρίνουμε κανέναν άλλον παρά μόνο τόν εαυτό μας, γιά τά χρόνια της αγνοίας καί της νεότητάς μας (Ψαλμ.24,7), αλλά καί γιά τίς παραλείψεις μας κάθε φορά πού έπρεπε νά ευαρεστήσουμε τόν Θεό καί δέν τό πράξαμε.
Ο ταπεινός αδελφός είναι αγαπητός όχι μόνο στόν Θεό, αλλά καί στούς ανθρώπους. Χαίρεσαι νά βρίσκεσαι κοντά του. Μέλι πνευματικό στάζει από τό στόμα του, θεία χάρη ξεχειλίζει από τήν καρδιά του. ΄Αν ο αρχαίος σοφός έλεγε, «έν οίδα, ότι ουδέν οίδα» (δηλαδή, ένα πράγμα γνωρίζω, ότι δέν ξέρω τίποτα), πόσο μάλλον ο μαθητής του Χριστού οφείλει νά ταπεινοφρονεί. Ο Αββάς Ισαάκ εδίδασκε «γίνου ταπεινός εν τη σοφία σου». Καθώς καί ο Απόστολος «τί έχεις, ό ουκ έλαβες;» (=τί από όσα έχεις δέν είναι δώρο πού σου δόθηκε); (1Κορ.4,7). ΄Οσο ταπεινοφρονεί ο δούλος του Θεού, τόση χαρά έχει μέσα του, διότι ο Θεός τόν παρηγορεί, τόν αναπαύει, τόν ευφραίνει, τόν φωτίζει, τόν ευλογεί. Ο ταπεινός δέν επαίρεται ποτέ γιά τό οποιοδήποτε καλό του, αλλά δοξάζει τόν Θεό, διότι ο Θεός είναι πού του έδωσε τή δύναμη καί τή φώτιση νά κάμει ή νά νιώσει αυτό τό καλό πού έχει. Γι αυτό καί ο Κύριος μας συνιστά ότι, «αν εφαρμόσετε όλα όσα σας ζητώ, νά λέτε ότι είστε αχρείοι δούλοι, πού κάνατε μόνο αυτό πού έπρεπε νά κάνετε» (Λουκ.17,10). Η ταπείνωση ελκύει τή θεία χάρη, αλλά ο ταπεινός θεωρεί ανάξιο τόν εαυτό του γιά τή χάρη του Θεού, οπότε αυξάνεται ακόμα περισσότερο η αίσθηση της θείας χάριτος καί η απόκτηση θείων χαρισμάτων, «τω έχοντι δοθήσεται καί περισσευθήσεται» (Ματθ.13,12).
              Ο ταπεινός δέν συγκρίνει ποτέ τόν εαυτό του μέ τούς διάφορους αμαρτωλούς, αλλά μόνο μέ τόν τέλειο Χριστό, ενώπιον του οποίου αισθάνεται όχι μόνο ως ένα μεγάλο μηδενικό, αλλά καί ικετεύει τή συγγνώμη Του, διότι Τόν ελύπησε άπειρες φορές κατά τή διάρκεια της προηγούμενης ζωής του. Γι αυτό καί ικετεύει, «ελέησον ημάς, Κύριε ελέησον ημάς· πάσης γάρ απολογίας απορούντες, ταύτην σοι τήν ικεσίαν ως Δεσπότη οι αμαρτωλοί προσφέρομεν, ελέησον ημάς». Αυτή τήν προσευχή απευθύνουμε στόν Κύριό μας κάθε μέρα καί πάντοτε τήν έχουμε στό νου μας. Ο ταπεινός παρακαλεί, σύμφωνα μέ τήν υπόδειξη του Κυρίου μας, «Πάτερ ημών … άφες ημίν τά οφειλήματα ημών, ως καί ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών» (Ματθ.6,12). Ξέρει καλά ότι, αν τυχόν δέν συγχωρεί τούς συνανθρώπους του, δέν πρόκειται νά τόν συγχωρέσει καί ο Θεός. Μέ λίγα λόγια, ο ταπεινός αναζητεί πολλές αφορμές, γιά νά ταπεινοφρονεί ενώπιον του Θεού· αλλά δέν ταπεινολογεί ενώπιον των ανθρώπων, διότι αυτό τίς περισσότερες φορές είναι δείγμα υπερηφανείας.
Είναι πολύ σημαντικό νά μή μας διαφεύγει ποτέ ότι ο Κύριος μας συνέστησε νά επικαλούμαστε συχνά τόν Θεό, προσφωνώντας Τον «Πατέρα», όταν μας δίδαξε τό «Πάτερ ημών». ΄Ολοι μας κατανοούμε ότι όταν μιλάμε γιά Πατέρα, καί μάλιστα τόν Ουράνιο, δέν εννοούμε κάποιον τυχαίο καί αδιάφορο, πού θά μπορούσε ποτέ νά μας ξεχάσει ή νά μας περιφρονήσει. Αντίθετα, έχουμε Πατέρα τέλειο, πού μας αγαπά, μας παραστέκεται, πονάει καί προνοεί γιά μας. Καί, αν όλοι μας έχουμε τέτοιον Πατέρα, κατανοούμε πόσο πρέπει νά εκτιμούμε τούς αδελφούς μας, ιδίως αυτούς πού αναγνωρίζουν ως Πατέρα τόν δικό μας Πατέρα. Ο Θεός είναι ο Πατέρας όλων μας. Είναι όμως καί των Αιρετικών καί των μή Χριστιανών; Ο Θεός των Χριστιανών είναι μέν ο Δημιουργός καί Προνοητής των πάντων, αλλά όσοι δέν Τόν πιστεύουν κατά ορθόδοξο τρόπο, όπως Τόν παρουσιάζει η Αγία Γραφή ερμηνευμένη σωστά από τούς Αγίους Πατέρες της Εκκλησίας μας, δέν πιστεύουν στόν αληθινό καί μοναδικό Θεό, αλλά σέ κάτι διαφορετικό.
              Ο Ψαλμωδός υποστηρίζει, ότι «οι θεοί των εθνών είναι δαιμόνια» (Ψαλμ.95,5). Όσο πιό μακρυά από τήν μία Αλήθεια ευρίσκεται κάποιος, τόσο πιό πολύ είναι υποταγμένος στόν Σατανά. Μέχρι νά γίνει κανείς εν γνώσει του σατανολάτρης, ο διάβολος προτιμά νά κρύβεται πίσω από τίς διάφορες πλάνες. Ο διάβολος προσπαθεί νά σπρώχνει τούς Ορθοδόξους στήν αμαρτία, αλλά, αν μετανοήσουν, τούς χάνει, δέν είναι πιά δικοί του. Δικοί του γίνονται όσοι όχι μόνο δέν μετανοούν, αλλά καί απελπίζονται καί αυτοκτονούν. Ενώ, όσους είναι πλανεμένοι από τήν οδό της Αλήθειας, αυτούς ο διάβολος μπορεί καί νά τούς βοηθάει πρός τήν αρετή. Γι αυτό η αρετή καί η καλωσύνη των μή Χριστιανών, όχι μόνο δέν έχει καμμία αξία γιά τόν Χριστό, αλλά καί μπορεί νά παραπλανήσει κάποιους απλούστερους εκ των Χριστιανών. Ο Κύριός μας τονίζει ότι, όποιος δέν πιστεύει στόν Μόνο πού έχει τήν εξουσία νά συγχωρεί, αυτός δέν μπορεί ποτέ νά συχωρεθεί γιά τίς αμαρτίες του (Ιω.8,24). Καί ο Απόστολος προσθέτει, «παν ό ουκ εκ πίστεως, αμαρτία εστίν» (=ο,τιδήποτε γίνεται άσχετα απ αυτό πού πιστεύει κανείς, είναι αμαρτία: Ρωμ.14,23).
΄Οταν ο Κύριος εδίδαξε (Ιω.6ο κεφ.) τήν ανάγκη του νά τρώμε τό σώμα Του καί νά πίνουμε τό αίμα Του, κάποιοι σκανδαλίσθηκαν επειδή θεώρησαν βαρειά τά λόγια αυτά του Κυρίου. Ο Οποίος είπε στούς Δώδεκα, «μή καί υμείς θέλετε υπάγειν»; πού σημαίνει «μήπως θέλετε καί σεις νά φύγετε από κοντά μου»; Τότε ο ΄Αγιος Πέτρος απάντησε «Κύριε, πρός τίνα απελευσόμεθα; σύ μόνος ρήματα ζωής αιωνίου έχεις» (Ιω.6,68). Δηλαδή, αν ο διάβολος ή οποιοσδήποτε άλλος μας συνιστά νά αποστατήσουμε από τόν Χριστό, εμείς πρέπει νά του απαντήσουμε μέ αυτόν τό λόγο του Πέτρου, «καί πού νά πάμε αλλού από τόν Χριστό; μήπως ο διάβολος είναι καλύτερος»; ΄Εχουμε υπόψη μας ότι δέν υπάρχει τρίτη λύση· ή μέ τόν Χριστό θά είμαστε, ή μέ τόν διάβολο· ή μέ τό φως ή μέ τό σκοτάδι· ή στόν Παράδεισο ή στήν κόλαση. Γνωρίζοντας δε τό πόσο χαίρεται ο ουρανός τήν μετάνοια καί ο Πατέρας τήν επιστροφή του Ασώτου καί τίς πολλές άλλες σχετικές αναφορές της Γραφής, είμαστε υπερβέβαιοι ότι ο Θεός καλοδέχεται καί αγκαλιάζει στοργικά τόν κάθε επιστρέφοντα εν μετανοία. Καί η Εκκλησία παρακαλεί γιά τούς κεκοιμημένους, «Κύριε, ει καί ήμαρτον, αλλά σου ουκ απέστησαν» (=κι αν αμάρτησαν, όμως δέν έφυγαν από κοντά σου, δέν απίστησαν).
              Η μεγάλη χαρά του Χριστιανού είναι η γεύση καί εμπειρία της θείας ευλογίας, η θεία χάρη. Ο Θεός είναι ζωντανός, είναι Πατέρας στοργικός· σέβεται τήν ελευθερία μας· δέν μας πιέζει, αλλά χτυπά τήν πόρτα της καρδιάς μας, καί περιμένει υπομονετικά νά Του τήν ανοίξουμε (Αποκ.3,20). Βρίσκεται σέ ένα διαρκή διάλογο μαζί μας. Του μιλάμε μέσω της θερμής προσευχής καί όλης μας της ζωής μέ ευλάβεια, κι Εκείνος μας απαντά μέσω της θείας χάριτος. Μας είπε ο Χριστός ότι «η Βασιλεία του Θεού ουκ έρχεται μετά παρατηρήσεως, αλλά εντός ημών εστί» (Λουκ.17,20). Δέν τόν βλέπουμε τόν Θεό, ούτε Τόν γνωρίζουμε μέσω της μελέτης καί της λογικής, αλλά όμως Τόν αισθανόμαστε διά της θείας χάριτος καί έτσι αποκτούμε εμπειρίες της ουράνιας ευλογίας Του. Καί οι Απόστολοι, δέν τούς αρκούσε πού έβλεπαν καί άκουγαν τόν Χριστό, αλλά καί Τόν παρακαλούσαν «πρόσθες ημίν πίστιν, Κύριε» (Λουκ.17,5)
 Βασιλεία των ουρανών ή Βασιλεία του Θεού, Παράδεισος, θεία Χάρις, αιώνια Ζωή, ανάπαυση πνευματική, είναι συνώνυμες έννοιες. «Αύτη δε εστίν η αιώνιος ζωή, ίνα γινώσκωσι σέ τόν μόνον αληθινόν Θεόν, καί όν απέστειλας Ιησούν Χριστόν» (Ιω.17,3). Ο Θεός μας καλεί καί μας βεβαιώνει, «δεύτε πρός με πάντες οι κοπιώντες καί πεφορτισμένοι, καγώ αναπαύσω υμάς» (Ματθ.11,28). Ο Χριστός «εμπεριπατεί», ζεί μέσα σ αυτόν πού πιστεύει καί αγαπά τόν Θεό, καί μας βεβαιώνει ότι «Εγώ καί ο Πατήρ εν αυτώ ελευσόμεθα καί μονήν παρ αυτώ ποιήσομεν» (2Κορ.6,16, Ιω.14,23). Βέβαια, οι ΄Αγιοι (όπως καί ο Αγιορείτης άγιος Σιλουανός) θά συμπληρώσουν ότι, γιά νά έχει καί νά διατηρεί μέσα του ένας τή θεία χάρη πρέπει νά είναι σέ όλα εγκρατής: στίς κινήσεις, στήν ομιλία, στήν όραση, στούς λογισμούς καί στήν τροφή.
*   *   *   *   *

Τό κύριο καί σπουδαιότερο πνευματικό έργο του Χριστιανού είναι η καθημερινή θερμή προσευχή υπέρ εαυτού, των περί αυτόν καί όλου του κόσμου. Η προσευχή δέν πρέπει νά λέγεται αδιάφορα καί ψυχρά, αλλά μέ θέρμη, μέ ευλάβεια, μέ συγκέντρωση του νου στά λεγόμενα, μέ ταπείνωση, μέ πνεύμα μετανοίας, χωρίς κατάκριση κανενός, χωρίς μνησικακία, χωρίς υστεροβουλία, αλλά μέ πίστη αταλάντευτη καί απλότητα σάν του μικρού παιδιού, ει δυνατόν καί μετά δακρύων.

Η ταπεινοφροσύνη του προσευχομένου πρέπει νά είναι τόσο μεγάλη, ώστε δέν θεωρεί πώς έχει κάποια αξία η δική του προσευχή, όσο η προσευχή των άλλων υπέρ αυτού. Είναι πολλές φορές γραμμένο στήν Αγία Γραφή, ότι ο Θεός στούς ταπεινούς δίνει χάρη, ενώ στούς υπερηφάνους αντιτάσσεται. Καί είναι υπερήφανος, όποιος δέν καλλιεργεί ενσυνείδητα τήν ταπεινοφροσύνη. ΄Οσο περισσότερο καλλιεργεί τήν ταπεινοφροσύνη, τόσο περισσότερη ευλογία αισθάνεται στήν καρδιά του.

΄Οσο διαρκεί η προσευχή, νά γίνεται τό σημείο του Σταυρού, νά σταυροκοπιέται ο προσευχόμενος, νά στέκεται όρθιος μπροστά στά εικονίσματα, νά κάμνει πολλές μικρές μετάνοιες, ακόμη καί εδαφιαίες (νά ακουμπά τό κεφάλι στό πάτωμα), εκτός αν λόγοι υγείας δέν τό επιτρέπουν. Επίσης καί νά νηστεύει όποτε τό ζητεί η Εκκλησία, αλλά καί νά μή τρώει πολύ. Δέν βοηθάνε επίσης οι άσκοπες συναντήσεις καί οι πολυλογίες. Ούτε η τηλεόραση καί οι παρέες χρειάζονται. ΄Ομως είναι εξαιρετικά ευεργετικό, νά συζητούν οι γονείς μέ τά παιδιά τους κάθε τι πού τά απασχολεί.

Η άσκηση απαιτεί διάρκεια προσευχής, ενώ η θεία Χάρη ζητεί ποιότητα προσευχής. Είναι καλή καί αναγκαία η πρό του ύπνου προσευχή, αλλά τήν μετά τόν ύπνο τήν χαίρεται περισσότερο ο αγωνιστής· τότε είναι πού αισθάνεται ιδιαίτερα τή θεία χάρη στήν καρδιά του. Μετά τόν ύπνο, εκτός πού είναι ξεκούραστο τό σώμα καί τό μυαλό καθαρό, προσφέρει στόν Θεό τήν πρωτόνοιά του (πρώτη σκέψη) καί τήν απαρχή της ημέρας του.

              Ο αββάς Λογγίνος δίδασκε: «Η νηστεία ταπεινώνει τό σώμα. Η αγρυπνία καθαρίζει τόν νου. Η ησυχία φέρνει πένθος στήν καρδιά. Καί τό πένθος βαπτίζει τόν άνθρωπο καί τόν κάνει αναμάρτητο».
              Εννοείται ότι όλα αυτά πρέπει νά γίνονται μέσα στά πλαίσια της ορθόδοξης Εκκλησίας μας, η οποία καί μόνο παρέχει τή θεία Χάρη μέσω των Μυστηρίων στούς πιστούς της. Ενώ η αίσθηση, η γεύση, η εμπειρία της θείας Χάριτος, χαρίζεται διά της ασκήσεως καί του πνευματικού αγώνα. ΄Οπως λέγει καί ο Χριστός, είναι ευτυχείς όσοι έχουν καθαρή καρδιά, διότι αυτοί θά ιδούνε τόν Θεό. Οι πνευματικές εμπειρίες προϋποθέτουν ειρηνική ζωή, χωρίς φωνές καί θυμούς, χωρίς εντάσεις καί τρεξίματα, χωρίς άγχος καί βιασύνες. ΄Ελεγε καί ο Γέροντας Παΐσιος, η ησυχία είναι σάν τήν άδηλη αναπνοή. ΄Οπως τό σώμα δέ μπορεί νά αναπνεύσει, αν δέν είναι ανοιχτοί καί καθαροί οι πόροι του δέρματος, έτσι καί στά πνευματικά, δέ μπορεί νά προκόψει κανείς χωρίς ήσυχη ζωή, πραότητα, συγχωρητικότητα καί υπομονή.
*   *   *   *   *
 Πρότυπά μας γιά τήν πνευματική ζωή είναι όλοι οι ΄Αγιοι. Τούς παλαιούς Μάρτυρες του αίματος ακολούθησαν οι Μάρτυρες της συνειδήσεως, δηλαδή οι όσιοι Ασκηταί. ΄Ολους τούς Αγίους, καί τούς παλαιούς καί τούς σύγχρονους, χαρακτηρίζει μία σπουδαία καί μεγάλη αρετή, η ανδρεία. Εφόσον προσκλήθηκαν καί φωτίσθηκαν νά αγωνισθούν γιά νά ευαρεστήσουν τόν Θεό, κοιτάζουν πάντα πρός τά εμπρός καί τόν ουρανό μέ ανδρεία θαυμαστή καί αποφασιστικά, διότι σύμφωνα καί μέ τόν λόγο του Χριστού, δέν του είναι αρεστός όποιος βάλει τά χέρια του πάνω στό άροτρο, αλλά κοιτάζει πρός τά πίσω» (Λουκ. 9,61), δηλαδή αυτός πού γυρίζει, έστω καί μέ τή σκέψη, στά παλιά.
              Καί ο Αβραάμ δέν γνώριζε τόν αληθινό Θεό, μέχρι τή στιγμή πού Αυτός τόν εκάλεσε στήν Αλήθεια. Αλλά από τήν ώρα πού τόν προσκάλεσε ο Θεός, από κείνη τή στιγμή υπάκουσε χωρίς αντιλογία στό θείο θέλημα. Καί ο εκατόνταρχος Κορνήλιος ειδωλολάτρης ήτανε· αλλά νήστευε, ελεούσε καί προσευχότανε γιά νά του αποκαλυφθεί ο Θεός. Καί από τήν ώρα πού μέ ευλάβεια άκουσε τόν Απόστολο Πέτρο, τόν φώτισε ο Θεός καί τόν γέμισε μέ τή θεία χάρη Του. Καί ο Απόστολος Παύλος προσκλήθηκε στήν Αλήθεια τήν ώρα πού κατεδίωκε τόν Χριστό, οπότε καί άκουσε τόν φοβερό λόγο, ότι όποιος τά βάζει μέ τόν Θεό, μοιάζει μέ κείνον πού κλωτσάει τά καρφιά. Αλλά μόλις φωτίσθηκε ο Παύλος, ταπεινώθηκε, μετανόησε καί στρατεύθηκε στόν αγώνα της διαδόσεως του Ευαγγελίου γιά τή σωτηρία του κόσμου.
              Δηλαδή, όποιος θέλει νά γνωρίσει τήν Αλήθεια καί νά ευτυχήσει στήν Αιωνιότητα, ας μετανοήσει καί ταπεινοφρονήσει, ας προσευχηθεί μετά δακρύων, καί τότε ο Πάνσοφος καί Παντοδύναμος έχει τή δύναμη καί τούς τρόπους νά τόν φωτίσει πώς θά εισέλθει στήν οδό της σωτηρίας. Μπορεί καί σήμερα ο Θεός στόν ειλικρινά ενδιαφερόμενο νά στείλει έναν δούλο Του, γιά νά τόν διδάξει πώς θά εισέλθει στή Βασιλεία των ουρανών, αλλά καί στήν εν Χριστώ ζωή των θείων εμπειριών καί ευλογιών κατά τή διάρκεια αυτής της πρόσκαιρης ζωής. Καί ξέρουμε βέβαια ότι ο Παράδεισος καί η Κόλαση είναι η συνέχεια των δικών μας επί της γης επιλογών.
*   *   *   *   *
Πρέπει νά έχουμε υπόψη μας ότι κάθε ορθόδοξος Χριστιανός οφείλει νά αγωνίζεται έτσι, ώστε νά αισθάνεται καθημερινά τή θεία Χάρη. Καί αν δέν τήν αισθάνεται, τουλάχιστον νά ταπεινοφρονεί. Μόνον έτσι μπορεί νά αποδείξει στή συνείδησή του ότι είναι πραγματικά ορθόδοξος Χριστιανός.
              ΄Οσοι πληροφορούνται ή τούς αποκαλύπτεται κάτι τό ιδιαίτερο καί θείο, έχουν καί μεγαλύτερη υποχρέωση απέναντι του Θεού. Διότι θυμούμαστε τόν λόγο του Χριστού, «ο γνούς καί μή ποιήσας δαρήσεται πολλάς, ο δε μή γνούς μηδέ ποιήσας δαρήσεται ολίγας» (Λουκ. 12,47). Καί ανάλογα μέ τήν περίπτωσή του αποκτά ο αγωνιστής χαρίσματα, δηλαδή αρώματα πνευματικά, πού δέν μπορεί νά τά κρύψει, αλλά δι αυτων παραστέκεται σέ όλους τούς άλλους, καί ιδιαίτερα σέ όποιον ζητά τή βοήθειά του. Επίσης αποκλείεται νά προκόψει κανείς στά πνευματικά, αν δέν ζητήσει τή συμπαράσταση κάποιου Γέροντα καί Πνευματικού πατέρα.
              «Διά των ευχών της Παναγίας σου Μητρός καί πάντων των Αγίων, Πατέρα μας ουράνιε, Κύριέ μας Ιησού Χριστέ καί Παράκλητε αγαθέ, η Παναγία Τριάς, αξίωσον ημάς των ευφροσύνων σου ευλογιών καί της αιωνίου σου μακαριότητος. Οδήγησε στή σωτηρία τόν κόσμον όλον, καί τούς απανταχού της γης Ορθοδόξους Χριστιανούς προστάτεψε από τούς εχθρούς μας καί τόν Αντίχριστο, από τούς κλέφτες, τούς τοκογλύφους καί από κάθε κακό. Αμήν».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου