Πέμπτη, Απριλίου 05, 2012

Άρδην τ. 80-89, Άρδην τ. 88, Άρδην τ. 88, Πολιτική — Απριλίου 4, 2012 3:40 μμ Η αποικιοποίηση της χώρας και ο παρατεταμένος αγώνας εναντίον της


Το εισαγωγικό κείμενο από το Άρδην (τ.88) που κυκλοφορεί
Ο Παπαδήμος και ο Βενιζέλος πανηγυρίζουν για το PSI+. Κι όμως! Πρόκειται για μια συμφωνία που δένει χειροπόδαρα την Ελλάδα στο άρμα της νέας ευρωπαϊκής κηδεμονίας. Tο τίμημα είναι τεράστιο, και δεν μπορεί να αναληφθεί από τον ελληνικό λαό μόνο και μόνο προκειμένου να αποφύγουμε μια ασύντακτη χρεοκοπία. Και αυτό γίνεται αντιληπτό, από βετεράνους της ευρωπαϊκής πολιτικής όπως ο Μισέλ Ροκάρ ο οποίος δήλωσε ότι το νέο πακέτο μέτρων που επιβάλουν η Τρόικα και οι Γερμανοί στην Ελλάδα δεν μπορεί να περάσει σε συνθήκες κανονικού δημοκρατικού πολιτεύματος, και ότι ίσως χρειαστεί μια δικτατορία για να μπορέσει να το επιβάλει!

Κανείς δεν μπορεί να αντέξει σε διαφορετική περίπτωση αυτό τον βαθύ υφεσιακό κύκλο στον οποίο υποβάλλεται η χώρα μας, με τα απανωτά μέτρα λιτότητας και περικοπών, τα οποία θα πολλαπλασιαστούν τον Ιούνιο μ’ ένα ακόμα νομοθετικό κρεσέντο.
Προσδεθήκαμε με τη θηλιά στο λαιμό στο άρμα μιας Ευρώπης σε κρίση, μιας Γερμανίας σε κρίση, η οποία προσπαθεί να αντισταθμίσει τα δικά της διαρθρωτικά και δομικά προβλήματα, εντείνοντας την απομύζηση των χωρών που έχει δορυφοροποιήσει.
Η Γερμανία έχει ένα τεράστιο δημογραφικό πρόβλημα, το οποίο αποτελεί ένα πολύ σημαντικό μειονέκτημα στον οικονομικό ανταγωνισμό με την Κίνα (υπενθυμίζουμε ότι για το 2011 η Γερμανία είναι δεύτερη σε εξαγωγές μετά την Κίνα). Το 2007, η Γερμανία είχε αναλογία γεννήσεων 1.45 τέκνων/μητέρα, (ενώ οι ΗΠΑ το 2006 είχαν 2.09). Ταυτόχρονα ο πληθυσμός της γερνάει με μεγάλη ταχύτητα, και υπολογίζεται ότι μέχρι το 2020 η Γερμανία θα έχει το μικρότερο ποσοστό νέων σε όλη την Ευρώπη και από τα  μεγαλύτερα ποσοστά μη ενεργού πληθυσμού.
Ως αντιστάθμισμα, το γερμανικό μοντέλο καταφεύγει στην εισαγωγή εργατικής δύναμης μέσω της μετανάστευσης, αλλά κυρίως στη συγκρότηση ζωνών οικονομικού ζωτικού χώρου στην Κεντρική Ευρώπη και τα Βαλκάνια. Οι ζώνες αυτές, όσο περνάμε προς την ευρωπαϊκή περιφέρεια και προσεγγίζουμε την Βαλκανική, τελούν ολοένα και περισσότερο σε συνθήκες εκτάκτου ανάγκης, λειτουργώντας με όρους μιας ληστρικής συσσώρευσης διά της αρπαγής: Μισθοί πείνας, απαλλοτρίωση των φυσικών πόρων, διατήρηση μεγάλων αποθεμάτων φτηνής εργατικής δύναμης. Μια πρόγευση μας προσφέρουν ήδη οι απαράδεκτοι όροι υλοποίησης του επενδυτικού προγράμματος «Ήλιος» ή η θέσπιση ειδικών οικονομικών ζωνών στη Θράκη ή στην Κρήτη: Η ελληνική εκδοχή της γερμανικής αποικίας περιλαμβάνει έμφαση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, σ’ ένα μοντέλο φθηνού, μαζικού τουρισμού, αλλά και τη ληστρική εξαγορά των υποδομών της χώρας.
Μέχρι στιγμής τα αποτελέσματα των επιβαλλόμενων μέτρων υπήρξαν καταστροφικά για την ελληνική κοινωνία. Σύμφωνα με δημοσίευμα των Τάιμς της Νέας Υόρκης (ΣΚΑΙ 13.3.12) το ΑΕΠ της Ελλάδας έχει καταποντιστεί στην 40η θέση, πίσω από εκείνο του Περού, ενώ εκτιμάται ότι εάν και φέτος συνεχιστεί η ύφεση στα ίδια επίπεδα, θα πέσει κάτω και από αυτό του Μπαγκλαντές! Το 2011 το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 6.5%, ενώ εκτιμάται ότι το 2012 θα μειωθεί κατά 8%, γεγονός που κάνει τους ξένους οικονομολόγους να μιλάνε για τη μεγαλύτερη μεταπολεμική ύφεση δυτικής χώρας.
Τέλος, ας μην ξεχνάμε ότι στην περιοχή μας, μαζί με την Γερμανία έρχεται πάντοτε αγκαζέ και η Τουρκία, με την οποία η Γερμανία έχει ιδιαίτερα στενές οικονομικές και στρατιωτικές σχέσεις. Αρκεί να σημειώσουμε ότι, για το 2011 η Γερμανία είναι πρώτη χώρα στις τουρκικές εισαγωγές, και 4.700 γερμανικές επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται στην Τουρκία επενδύοντας 4.7 δισ. δολάρια. Οι εμπορικές ανταλλαγές έφτασαν τα 30 δισ.$ το 2010. Ήδη, η συνεργασία των δύο δυνάμεων στην αυτοκρατορική αναδιοργάνωση της Βαλκανικής υπήρξε υποδειγματική (βλέπε τα αποτελέσματα της στο Κοσσυφοπέδιο), ενώ το ίδιο προοιωνίζεται για τις ειδικές οικονομικές ζώνες που θα επιβληθούν στον ελλαδικό χώρο. Αποδεικνύεται δηλαδή, ότι οι γελοιογραφίες με τους Γερμανούς να πουλούν την Ακρόπολη στους Τούρκους, κάθε άλλο παρά τυχαίες ήταν…
Πολιτική αποσύνθεση
Μέσα στο σκηνικό της ολοκληρωτικής αποικιοποίησης, το πολιτικό προσωπικό της χώρας, θεμελιωμένο πάνω στην εθελοδουλία και την εξάρτηση μοιάζει να βολοδέρνει δίχως μπούσουλα. Ο δικομματισμός έχει καταρρεύσει, καθώς ο διπολισμός μεταξύ παραδοσιακής αριστεράς και δεξιάς.
Κεντρικότερη φιγούρα της αποσύνθεσης αναδεικνύεται ο Βενιζέλος, ο οποίος μέσα από την αυτονόμηση της υπέρμετρης φιλοδοξίας του, απειλεί να δώσει την χαριστική βολή στο σύστημα-ΠΑΣΟΚ. Ψυχρός, απόμακρος, ανασφαλής και βαθύτατα αυταρχικός, ο Βενιζέλος φοβάται υπέρμετρα εκλογές και ψηφοφορίες. Γι’ αυτό και τα έκανε άνω κάτω στην εθνική συνδιάσκεψη του ΠΑΣΟΚ προκειμένου να μην κατέβει κανένας άλλος υποψηφίους, ούτε καν οι τριτοκλασάτοι, Τζουμάκας και Παπουτσής. Το αποτέλεσμα ήταν να καταρριφθούν ακόμα και τα τελευταία υπολείμματα κόμματος και ν’ απομείνει ένας στεγνός εξουσιαστικός μηχανισμός, ο οποίος λειτουργεί ως ιμάντας μεταβίβασης μεταξύ της Μέρκελ και των μεγάλων συμφερόντων. Εξάλλου η συγκρότηση του νέου κόμματος των ανακυκλωμένων μνημονιακών, Κατσέλη και Καστανίδη, και η δημοσκοπική άνοδος της ΔΗΜΑΡ, προοιωνίζεται την επισφράγιση του κατακερματισμού του κάποτε ενιαίου ΠΑΣΟΚ.
Ο Σαμαράς προσπαθεί με νύχια και με δόντια να χτίσει ένα ρεύμα αυτοδυναμίας: Αυτοπροβάλλεται ως μόνη δύναμη ανοικοδόμησης, τάξης και ασφάλειας, ενώ προσπαθεί να υπερβεί τον πολυκατακερματισμό του χώρου του (Καρατζαφέρης, Ντόρα, Καμμένος και στο βάθος… Χρυσή Αυγή), με μια μετωπική επίθεση προς την Αριστερά. Εντούτοις, το κεντρικό πρόβλημα παραμένει: Πώς θα μπορέσει να θέσει τη χώρα σε αναπτυξιακή στρατηγική, όταν βασικός παράγοντας ‘αποσταθεροποίησης’ είναι οι ίδιες οι συμφωνίες που κι αυτός έχει κάνει με την Μέρκελ και την Τρόικα; Τι θα γίνει τον Ιούνιο που θα έρθει το ίδιο πακέτο μέτρων; Ό,τι και λέει τώρα ο Σαμαράς, το μοιραίο βήμα, ακόμα και για τη δική του αυτοδυναμία, το έκανε όταν στήριξε τον Γιωργάκη εκείνο το βράδυ του Οκτώβρη του 2011. Στη συνέχεια, στήριξε συμφωνίες που πιο πριν είχε καταγγείλει και τώρα μάχεται για να παραλάβει μια χώρα που οδηγείται χειροπόδαρα προς τη φτωχοποίηση. Ως εκ τούτου, είναι ζήτημα χρόνου να φθαρεί εντελώς, και ν’ αποδιαλύσει την Νέα Δημοκρατία.
Στο «αντιμνημονιακό μπλοκ», δυστυχώς, το κίνημα των αγανακτισμένων που πέρυσι γέμισε σε μια πρώτη φάση κινητοποιήσεων του ελληνικού λαού τις πλατείες, δεν μπόρεσε να εκφραστεί αυτόνομα πολιτικά, μια εξέλιξη που θα επιτάχυνε τις διαδικασίες διάλυσης των παλιών σχηματισμών και την ανασύνθεση ενός νέου εαμικού τύπου αντιστασιακού πολιτικού πόλου. Έτσι τώρα, η αντιστασιακή δύναμη που εκφράστηκε την προηγούμενη χρονιά υποβιβάζεται σε απλή ψήφο διαμαρτυρίας, περισσότερο προς τον ΣΥΡΙΖΑ, λιγότερο προς το ΚΚΕ, το οποίο ακολουθεί το δικό του μοναχικό δρόμο και πιθανώς και προς τον Καμένο ή άλλα πιθανά εκλογικά σχήματα. Ωστόσο, στη γωνία περιμένει και η Χρυσή Αυγή, για να δρέψει τους καρπούς από την μετατροπή των κέντρων των μεγάλων ελληνικών πόλεων σε άτυπες φαβέλες που κυβερνάει η εξαθλίωση, το έγκλημα και ο κοινωνικός καννιβαλισμός.
Εντούτοις, και στο χώρο της αριστεράς η πλάστιγγα γέρνει περισσότερο προς την πλευρά της αποσύνθεσης, παρά την δημοσκοπική ενίσχυση των ποσοστών. Το ΚΚΕ, αντιμετωπίζει μια εσωτερική κρίση  εξαιτίας των απαράδεκτων και ανεδαφικών θέσεων του για ζητήματα, που ξεκινούν από την υποτίμηση του κεντρικού πολιτικού αγώνα ενάντια στην Τρόικα και το μνημόνιο (μ’ ένα ψευδοριζοσπαστικό άλλοθι του τύπου  «εχθρός είναι τ’ αφεντικά»…), και καταλήγουν στην κατασυκοφάντηση του «κινήματος της πατάτας». Για να μη μιλήσουμε για την απαγόρευση χρήσης του… Facebook από τα μέλη του, που έχει προκαλέσει την πανελλήνια θυμηδία.
Για τον ΣΥΡΙΖΑ, τα πράγματα είναι πιο πολύπλοκα. Ναι μεν, εισπράττει ακόμα τη μερίδα του λέοντος της αγανακτισμένης, αντιμνημονιακής ψήφου ωστόσο, αυτό το νέο «εκλογικό κεφάλαιο» συγκροτείται σε μια ιδεολογική βάση ξένη προς τον μηχανισμό και τα στελέχη του κόμματος, που επιμένουν στη γραμμή της ύστερης μεταπολίτευσης: Από τη μία δηλαδή, ο Τσίπρας, παίζει το χαρτί του αριστερού αγωνιστικού πατριωτισμού, και από την άλλη το κόμμα παραμένει εξαιρετικά αμήχανο για τις δηλώσεις του προέδρου του – αναλαμβάνει μάλιστα, μέσα από έντυπα και ιστοσελίδες να τις αντιστρέψει, παράγοντας σωρεία κειμένων ενάντια στην ‘εθνικοανεξαρτησιακή’ γραμμή. Πρόκειται για απόψεις που στην ελληνική κοινωνία αντιστοιχούν στο 1% και κάτι του εκλογικού σώματος, όπως φαίνεται από τις επιδόσεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑΣ που προωθεί αυτή τη γραμμή με μεγαλύτερη συνέπεια.
Στροφή προς την αντιπολιτική;
Μ’ αυτά και μ’ εκείνα, όμως, το πολιτικό παιχνίδι εγκατέλειψε εν μέρει τους δρόμους και τις πλατείες και επέστρεψε πάλι στα παραδοσιακά κέντρα εξουσίας και στους συνήθεις διαχειριστές του. Ο κόσμος στερείται και πάλι τη φωνή του, ενώ τις τύχες μιας ολόκληρης χώρας διαχειρίζονται μερικές χιλιάδες επαγγελματικών στελεχών, επαγγελματιών συνδικαλιστών, καναλαρχών, δημοσιογράφων και διανοουμένων.
Όταν όμως αυτή η «επιστροφή στην κανονικότητα» συμβαίνει σε συνθήκες γενικευμένης κατάρρευσης, με την φτωχοποίηση να επελαύνει και τον κοινωνικό ιστό να τσακίζεται, αναπόφευκτα ενισχύονται βίαιες και  αντιπολιτικές διέξοδοι.
Τον τελευταίο καιρό οι εκφράσεις αγανάκτησης του ελληνικού λαού, είναι περισσότερο οργίλες. Στη Ρόδο, οι διαμαρτυρόμενοι πέταξαν έξω τους πολιτικούς με κραυγές για προδοσία, και συνέχισαν την τελετή δίπλα στον στρατό και στην εκκλησία, ενώ συνεχίζεται και το «σήριαλ Νταλάρα».
Πλάι σ’ όλα αυτά, στο εύφορο έδαφος της γενικευμένης διάλυσης, σε μια κοινωνία όπου έχουμε φτάσει να συμβαίνουν περίπου 11 διαρρήξεις κάθε 60 λεπτά και 2 ανθρωποκτονίες κάθε 48 ώρες, αναπτύσσονται ήδη και θ’ αναπτυχθούν πολύ περισσότερο στο μέλλον, ένοπλες πολιτοφυλακές, ιδιωτικοί στρατοί, προστασία και συμμορίες.
Κι όμως, υπάρχουν δυνάμεις που δείχνουν να ποντάρουν σ’ αυτές τις πρακτικές τακτικά ή στρατηγικά. Μεταξύ αυτών είναι το μηδενιστικό κομμάτι του αντιεξουσιαστικού χώρου, που με εργαλείο τον φετιχισμό της βίας διαστρέφει οποιαδήποτε έκφραση λαϊκής οργής, τσακίζοντας μαζί με τις βιτρίνες και οποιαδήποτε προοπτική αυτόνομης συγκρότησης του λαϊκού κινήματος. Ύστερα, ακολουθούν οι θλιβεροί τους συναμφότεροι, δυνάμεις και ομαδοποιήσεις της άκρας δεξιάς, που σπεύδουν να εκμεταλλευτούν το κουρέλιασμα της δημοκρατίας και την κοινωνική καθίζηση για να εξαπλωθούν στο κοινωνικό σώμα. Και απειλούν να διαστρέψουν από άλλη σκοπιά τη λαϊκή οργή, όπως για παράδειγμα ενόψει των παρελάσεων της 25ης Μαρτίου, όπου προσπαθούν να μολύνουν τις λαϊκές κινητοποιήσεις με το δηλητήριο του αντιδημοκρατισμού και των αυταρχικών λύσεων που προβάλουν. Και τέλος, πάνω σ’ αυτήν την κατάσταση πλειοδοτούν και οι «δυνάμεις της τάξης και της ασφάλειας», τα ΜΜΕ (λέγε με Μπόμπολα) αλλά και συχνά άμεσα, ο ίδιος ο πρωθυπουργός ή ο υπουργός προστασίας του πολίτη, που διογκώνουν τα φαινόμενα σε μια προσπάθεια δημιουργίας ενός κλίματος τρόμου, το οποίο θα κλείσει τον κόσμο στα σπίτια του.
Ωστόσο, η επίταση αυτών των φαινομένων το μόνο που μπορούν να καταφέρουν είναι η γενικευμένη διάλυση και η λατινοαμερικανοποίηση της χώρας. Και τότε, αν σε βάθος ένα ή δύο χρόνων επικρατήσει αυτή η κατάσταση, μια μεταμοντέρνα αυταρχική εκτροπή θα ήταν εφικτή και δυνατή, ενώ θα έβρισκε υποστηρικτές σε μεγάλα τμήματα του πληθυσμού – και ίσως τα φτωχότερα, που θα πλήττονται από το χάος και τη γενικευμένη ανασφάλεια.
Οι προϋποθέσεις για μιαν έξοδο
Πώς θα θεραπευτεί αυτό το αδιέξοδο; Το πρόβλημα είναι πρωτίστως πολιτικό και όχι οικονομικό.  Και σαφέστατα το ότι δεν έχουμε βρει λύση έχει να κάνει με το γεγονός ότι τα τελευταία δύο χρόνια έχουμε περιορίσει τη δημόσια συζήτηση στην τυραννία ενός οικονομίστικου λόγου. Το ίδιο συμβαίνει και με τα αιτήματα που κατά καιρούς υποβάλλονται εντός του αντιμνημονιακού χώρου, από διάφορους, περί επιστροφής στη δραχμή, ολικής άρνησης πληρωμών ή λογιστικού ελέγχου: προσπερνώντας το πρόβλημα του ποιός θα το κάνει όλα αυτά, και το πώς, καταλήγοντας να είναι (καμιά φορά επικίνδυνα) λόγια του αέρα.
Ωστόσο, λίγο έως πολύ, είναι συγκεκριμένα τα πράγματα που μπορούν να γίνουν από όποιον θέλει να γλυτώσουμε από το μνημόνιο της υποταγής: Να καταγγείλει το PSI+ και να απειλήσει με στάση πληρωμών. να απαιτήσει μια περίοδο χάριτος μερικών ετών, όπου δεν θ’ ανταποκρίνεται σ’ όλες τις υποχρεώσεις προς τους ξένους δανειστές.  να προβεί σ’ ένα εσωτερικό ομολογιακό δάνειο με τους όρους που έχουμε περιγράψει. να απαιτήσει την καταβολή των Γερμανικών αποζημιώσεων και του κατοχικού δανείου. να δώσει προτεραιότητα σε μια εσωτερική παραγωγική ανασυγκρότηση, και μόλις σταθεί στα πόδια της να διαπραγματευτεί ποιο μέρος του χρέους είναι σε θέση ν’ αποπληρώσει.
Όλα αυτά, που ακούγονται υποτυπώδη, και δεν είναι κινήσεις πολύ πιο δύσκολες και πολύπλοκες όπως είναι η έξοδος από το ευρώ, θα χρειαστούν μια ολοκληρωτική πολιτική ανατροπή προκειμένου να υλοποιηθούν. Έτσι για να πραγματοποιηθούν απαιτούν υψηλή στρατηγική και διεθνείς συμμαχίες που θα επιτρέψουν την αποτελεσματική αμφισβήτηση του άτεγκτου και άκαμπτου γερμανικού σχεδιασμού για ολάκερη την Ευρωζώνη, και βέβαια την υπέρβαση του εγχώριου σάπιου κατεστημένου.
Άρα το πρόβλημα είναι πολιτικό και έχει να κάνει με τη δυνατότητα συγκρότησης ενός μετώπου, που να ξέρει τι θέλει και πώς να το κάνει. Ενός μετώπου το οποίο να έχει τόσο ισχυρά ερείσματα στην ελληνική κοινωνία, ώστε να μπορεί να ορθώσει το ανάστημά του απέναντι στους νέους αποικιοκράτες, δίχως να διακινδυνέψει το μέλλον της χώρας.
Παρά τα κατά καιρούς λεχθέντα, η πολιτική και ιδεολογική ταυτότητα αυτού του μετώπου δεν αποτελεί πρόβλημα. Η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού θα έλεγε ναι σ’ ένα μέτωπο εαμικού τύπου, που να συνδυάζει τα αιτήματα της εθνικής ανεξαρτησίας και αξιοπρέπειας, με αυτά της κοινωνικής δικαιοσύνης.
Το πρόβλημα έγκειται στο ποιός θα το κάνει. Και εδώ, είναι πασιφανής η αδυναμία όλου του ιδεολογικού κόσμου και του πολιτικού συστήματος. Ο λόγος είναι απλός: Το στοίχημα που παίζεται απαιτεί υψηλές ιδεολογικές συνθέσεις, ενώ οι δυνάμεις της ύστερης μεταπολίτευσης λειτουργούν στη βάση αντιθέσεων που χωρίζουν τα στοιχεία που πρέπει να συνδυαστούν: εθνικό και κοινωνικό, εκσυγχρονισμός και παράδοση, εθνικισμός ή κοσμοπολιτισμός.
Γι’ αυτό υποστηρίζαμε και υποστηρίζουμε με πείσμα και επιμονή ότι είχε και έχει πολύ μεγάλη σημασία να γεννήσει η αγανάκτηση του κόσμου ένα νέο, αυτόνομο πολιτικό υποκείμενο.
Αν ο Μίκης Θεοδωράκης το είχε αντιληφθεί αυτό, δεν θα σπαταλούσε το σημαντικό πολιτικό κεφάλαιο της Σπίθας σε διαπραγματεύσεις με τους πρώην του ΠΑΣΟΚ αρχικά, κι ύστερα με τον ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να οργανώσει κάποιο μόνο κατ’ όνομα μέτωπο. Θα είχε προχωρήσει στην αυτόνομη συγκρότηση, γεγονός που θα είχε επιταχύνει πολύ περισσότερο τις εξελίξεις και στο εσωτερικό των ήδη υπαρκτών χώρων και κομμάτων, βοηθώντας τον κόσμο να υπερβεί τις παλιές διαιρετικές τομές. Γιατί αν δύο-τρείς μήνες αυτόνομης πολιτικής έκφρασης στη Σπίθα αρχικά και στις πλατείες στη συνέχεια, ανάγκασαν πολλούς να αποτινάξουν, έστω και επιφανειακά, τον εθνομηδενισμό ή τον καθεστωτισμό τους (λέγε με ΣΥΝ ή Καμμένο), τότε τι θα συνέβαινε αν το πράγμα σοβάρευε και απειλούσε τα παγιωμένα πολιτικά φέουδα;
Δεν είναι τυχαίο που σήμερα οι βασικοί θεωρητικοί του εθνομηδενισμού, ο Λιάκος και η παρέα του οργανώνονται για να παλέψουν για το αντίθετο. Αφού για τόσα χρόνια, κατεδάφισαν κάθε πτυχή της ελληνικής αντιστασιακής συνείδησης συμβάλλοντας σ’ ένα πνευματικό μνημόνιο που προετοίμασε το έδαφος του μνημονίου της οικονομίας και της πολιτικής, τώρα ξεχνούν τις σχέσεις τους με το ΠΑΣΟΚ και το Σημίτη, και φορούν ξανά το αγωνιστικό τους προσωπείο. Συστήνουν μια πρωτοβουλία «για την υπεράσπιση της κοινωνίας και της δημοκρατίας», η οποία επαναλαμβάνει τις «εκσυγχρονιστικές» τους τακτικές σε αντιμνημονιακό τόνο. Παρεμβαίνουν για να καταγγείλουν τον «‘εθνικά υπερήφανο’ λόγο που νοσταλγεί το παρελθόν» και να προωθήσει το τρίπτυχο «κοινωνία-δημοκρατία-Ευρώπη», αποκρύπτοντας ότι αυτό που ξεπάτωσε την κοινωνία και την δημοκρατία στην Ελλάδα είναι ο ευρωπαϊσμός που προωθούσαν τόσα χρόνια!
Το εγχείρημά τους δεν απευθύνεται στην κοινωνία (πώς θα μπορούσε άλλωστε), αλλά στην αριστερά και τα διανοούμενα μεσοστρώματα, και σκοπό έχει να τους εγκλωβίσει στην παλιά, και σήμερα κενή νοήματος, διαίρεση «κοσμοπολιτισμού εναντίον εθνικισμού». Διότι  οι διεργασίες που συντελούνται τα τελευταία δύο χρόνια, απειλούν να γκρεμίσουν τον καθεστωτικό εθνομηδενισμό στον οποίον έχει βουλιάξει σύσσωμη η διανόηση και ένα πλειοψηφικό κομμάτι της αριστεράς κατά την εικοσαετία 1989-2009.
Προφανώς, η ανασυγκρότηση του λαϊκού κινήματος περνάει από την αντίθετη κατεύθυνση. Θα πρέπει, επομένως να επιτείνουμε τις ιδεολογικές και πολιτικές ζυμώσεις προς αυτήν την κατεύθυνση, σε όλη την Ελλάδα, μαζί με όλον εκείνον τον κόσμο που αντιλαμβάνεται ότι το εκλογικό παιγνίδι που θα παιχτεί κατά τους επόμενους μήνες είναι πολύ κατώτερο των τραγικών περιστάσεων που βιώνει η χώρα, γιατί δυστυχώς, θέλει ακόμα αρκετή δουλειά ώστε να καταφέρουμε να εκφραστεί η οργή και ο καημός στο κεντρικό πολιτικό σκηνικό.
Η διάλυση της χώρας, μας ενέπλεξε σ’ έναν παρατεταμένο πόλεμο με τον σάπιο κόσμο της ύστερης μεταπολίτευσης. Ο ελληνικός λαός εγκατέλειψε την καναπεδοκρατία και βγήκε στους δρόμους, όπου και παραμένει, και μέσα σε πολύ αρνητικές συγκυρίες, πραγματοποιεί νέα θετικά βήματα. Ένα από αυτά, είναι το «κίνημα της πατάτας», η πρώτη πρωτοβουλία από τους κόλπους του λαού, που κατάφερε άμεσα να ρίξει τις τιμές σε είδη πρώτης ανάγκης, σε μια στιγμή μάλιστα που η ακρίβεια θερίζει τα νοικοκυριά.
Μαζί με αυτά, μαζί με την αυτο-οργάνωση του κόσμου σε αυτόνομη βάση, πόλη την πόλη, γειτονιά τη γειτονιά, θα πρέπει να πραγματοποιηθεί μιας μεγάλης κλίμακας παιδευτική και ιδεολογική προσπάθεια, ώστε να αποφύγουμε τα λάθη, τις αδυναμίες και τις παθογένειες της προηγούμενης περιόδου. Από την επιτυχία αυτής της προσπάθειας, εξαρτάται και το πόσο άμεσα θα καταστεί εφικτή η ευρύτερη πολιτική συγκρότηση που πλέον  είναι αναγκαία.

Άρδην

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου