Σάββατο, Αυγούστου 06, 2016

Στὴν Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος



ΑΓ. ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ

Ἐμπρός, φίλοι μου, ἂς ἁπλώσουμε σήμερα χωρὶς δισταγμὸ τὸ χέρι στοὺς θησαυροὺς τοῦ Εὐαγγελίου, γιὰνὰ ἀντλήσουμε ἀπὸ ἐκεῖ κατὰ τὴν συνήθειά μας πλοῦτο, πού ἄφθονα σὲ ὅλους διαμοιράζεται καὶ οὔτε στὸἐλάχιστο ποτὲ δὲν ξοδεύεται. Ἐλᾶτε, τὸν πάνσοφο καὶπάλι ἂς ἀκολουθήσουμε, τὸν ὡραῖο ὁδηγό μας, τὸνΛουκᾶ, νὰ δοῦμε τὸν Χριστὸ νὰ ἀνεβαίνει σὲ ὄρος ὑψηλὸκαὶ τὸν Πέτρο καὶ τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη νὰ παίρνειμάρτυρες τῆς θεϊκῆς Μεταμορφώσεως. Διότι «πῆρε μαζίΤου», λέει, «αὐτοὺς πού ἀποτελοῦσαν τὴν συντροφιὰ τοῦ Πέτρου καὶ σὲ ὄρος ὑψηλὸἀνέβηκε» ὁ Δεσπότης. Ὄρος ὑψηλό, στὸ ὁποῖο ἡ δυάδα Μωυσῆς καὶ Ἠλίαςσυζητοῦσε μὲ τὸν Χριστό...

Ὄρος ὑψηλό, ἐπάνω στὸ ὁποῖο ὁ Νόμος καὶ οἱ Προφῆτες συνομιλοῦσαν μὲτὴν Χάρη. Ὄρος ὑψηλό: σ’ αὐτὸ ὁ Μωυσῆς, πού ἔγινε σφαγέας τοῦ ἀμνοῦ γιὰ τὸπάσχα τῶν Ἰσραηλιτῶν καὶ ἔτσι μὲ τὸ αἷμα τὰ ἀνώφλια τῶν Ἑβραίων ράντισε.
Ὄρος ὑψηλό, σ’ αὐτὸ ὁ Ἠλίας, πού κοντὰ σ’ ἐκείνους τὸ βόδι εἶχε τεμαχίσει,τὴν θυσία τὴν περιχυμένη μὲ νερὸ εἶχε ἀφανίσει μὲ φωτιά. Ὄρος ὑψηλό, ὅπου ὁΜωυσῆς, ὁ ἄνθρωπος πού ἄνοιξε καὶ ἔκλεισε τῆς Ἐρυθρᾶς Θάλασσας τὰ πολλὰ καὶπάντοτε ἀξεχώριστα νερά. Ὄρος ὑψηλό, γιὰ νὰ μάθουν ὅσοι ἀνῆκαν στὸν κύκλο τοῦΠέτρου καὶ τοῦ Ἰακώβου ὅτι Αὐτὸς εἶναι τὸ πρόσωπο, ἐμπρὸς στὸ ὁποῖο κάθεγόνατο θὰ λυγίσει τῶν ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων.
Βέβαια, ἀνέβηκε μόνο μὲ τρεῖς, δὲν τοὺς πῆρε ὅλους μαζί Του, δὲν τοὺςἄφησε κάτω ὅλους, δὲν ἀπέκλεισε τοὺς ἄλλους ἀπὸ τὴν φανέρωση τῆς δόξας Του,δὲν τοὺς ἔκρινε ὑποδεέστερους, ἀφοῦ, καθὼς εἶναι δίκαιος, μὲ δικαιοσύνη τὰ πάντατακτοποιεῖ. Ἔχοντας ὅλους στὸν νοῦ Του, δὲν χωρίζει ἀπὸ τὴν μεταξύ τους ἀγάπη αὐτοὺς πού ἕνωσε. Ἀλλά, ἐπειδὴ δὲν ἦταν ἄξιος νὰ δεῖ τὸ θεϊκὸ πρόσωπο καὶ τὴν φοβερὴ ἐκείνη ὀπτασία ὁ Ἰούδας, ὁ μελλοντικὸς προδότης, γιὰ τοῦτο ὁ Κύριος καὶτοὺς ἄλλους ἀφήνει, γιὰ νὰ ἀφήσει ὕστερα κι ἐκεῖνον, πού δὲν ἀφέθηκε μόνος, τελείως ἀναπολόγητο, καὶ τοὺς τρεῖς, σύμφωνα μὲ τὸν μωσαϊκὸ Νόμο, νὰ πάρειἐπαρκεῖς μάρτυρες τῆς Μεταμορφώσεως. Αὐτοὶ ἐσωτερικά, ψυχικά, καὶ τοὺςὑπόλοιπους ἔφεραν μαζί τους. Διότι λέει ὁ Ἴδιος: «Φύλαξέ τους, Πάτερ δίκαιε, γιὰ νὰεἶναι καὶ αὐτοὶ ἕνα, ὅπως καὶ ἐμεῖς ἕνα εἴμαστε». Διότι, ἂν ἔβλεπε ὁ Ἰούδας σιμὰ στὸὅρος τὸν Ἀνδρέα, τὸν Θωμᾶ, τὸν Φίλιππο καὶ τοὺς ὑπόλοιπους νὰ βρίσκονται μαζί Του καὶ οὔτε νὰ γογγύζουν, νὰ μὴν ἀγανακτοῦν, νὰ μὴν κακολογοῦν, ἀλλά νὰχαίρονται καὶ κοινὴ νὰ λογαριάζουν γιὰ τοὺς ἑαυτούς τους καὶ τοὺς ἀπόντες τὴν χάρη ἀπὸ ψηλά, ἦταν ἀπὸ κάθε ἀπολογία στερημένος, ἀφοῦ ποτὲ γιὰ κανένα θαῦμα δὲν τὸν παρέβλεψε ὁ Χριστός. Ἀπεναντίας, καὶ τὸ κουτὶ τῶν συνεισφορῶν εἶχε, μόλο πού τὴν διάθεση τοῦ μύρου (ἀπὸ τὴν εὐγνώμονα Μαρία στὴν Βηθανία) χωρὶς λόγο ζήλευε, καὶ τὸν Διδάσκαλο στοὺς ἐχθροὺς τόλμησε νὰ προδώσει.
Τί λέει, λοιπόν, ὁ Εὐαγγελιστής; «Καὶ μεταμορφώθηκε ἐνώπιόν τους καὶἐμφανίστηκαν ὁ Μωϋσῆς καὶ ὁ Ἠλίας νὰ συζητοῦν μαζί Του». Ἀλλά ὁ Πέτρος, σὰν θερμὸς πάντα γύρω ἀπὸ ὅλα τὰ θέματα, παρότι μὲ τὰ μάτια τῆς διάνοιας εἶδε κάποια στιγμὴ αὐτοὺς πού δὲν γνώριζε νὰ συνομιλοῦν μ’ Αὐτόν, ἐλάχιστα λογαριάζοντας τὸ θαῦμα, ὑπολογίζοντας ὄχι τὸν παράδοξο χαρακτήρα τῆς θείαςἐλλάμψεως, ὀνόμαζε ὡραῖο τὸν ἔρημο τόπο. Σκηνοποιὸς ἀπὸ ψαρᾶς νὰ γίνει ἤθελε,ἀφοῦ φώναζε στὸν Σωτήρα: «Ἂς κάνουμε τρεῖς σκηνές· μία γιὰ σένα, μία γιὰ τὸν Μωυσῆ καὶ μία γιὰ τὸν Ἠλία» δίχως νὰ ξέρει τί λέει.
Ἀλλά, Πέτρο, κορυφαῖε καὶ πρῶτε στὴν χορεία τῶν Μαθητῶν, γιατί μὲοὐτιδανὲς σκέψεις ἀπερίσκεπτα προτρέχεις καὶ μὲ συλλογισμοὺς ἀνθρώπινους μιλᾶς ὁλότελα εἰς βάρος τῶν θείων, θέλοντας νὰ στήσεις τρεῖς σκηνὲς σὲ ἐρημιά;Ὅμοια μὲ τῶν δούλων ἀξία καθορίζεις γιὰ τὸν Δεσπότη; Καὶ γιὰ τὸν Χριστὸ μία σκηνὴ καὶ γιὰ τοὺς δύο ἐξίσου βιάζεσαι νὰ φτιάξεις; Μήπως, λοιπόν, ἀπὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ὅπως Αὐτός, συνελήφθη ὁ Μωυσῆς; Μήπως παρθένος γέννησε τὸν Ἠλία,ὅπως Αὐτὸν ἡ Παναγία Παρθένος Μαρία; Μήπως ὡς ἔμβρυο μέσα ἀπὸ τὴν μήτρα τὸν ἀντιλήφθηκε ὁ Πρόδρομος; Μήπως ὁ οὐρανὸς ἔδωσε μήνυμα γιὰ τοῦ Ἠλία τὴν γέννηση, οἱ μάγοι προσκύνησαν τοῦ Μωυσῆ τὰ σπάργανα; Μήπως λοιπὸν ὁΜωυσῆς καὶ ὁ Ἠλίας ἔκαμαν τόσα θαύματα ἤ ἀπὸ σπήλαιο ἀνθρώπινο ἔδιωξαν πονηρὰ πνεύματα; Ὁ Μωυσῆς, βέβαια, ὀργίστηκε κάποτε καί, σὰν χτύπησε τὸπέλαγος μὲ ράβδο, τὸ διάβηκε· ὁ διδάσκαλός σου ὅμως Ἰησοῦς πάνω στὴν θάλασσα περπάτησε μαζὶ μὲ τὸν Πέτρο καὶ βατὸν ἔκαμε τὸν βυθό. ὁ Ἠλίας μετὰ ἀπὸ ἱκεσία πλήθυνε τῆς χήρας τὸ ἀλεύρι καὶ τὸν γιὸ της ἀνέστησε ἀπό τούς νεκρούς, ἐνῶἘκεῖνος μαθητὴ Του μέσα ἀπό τούς ψαράδες σὲ πῆρε καὶ μὲ λίγους ἄρτους χιλιάδεςἀνθρώπους χόρτασε καὶ τὸν Ἅδη ἄφησε γυμνὸν ἀπὸ ἅρματα καὶ ἅρπαξε αὐτοὺς πού, ἀφότου φάνηκαν ἄνθρωποι στὴν γῆ, ἤσαν παραδομένοι σὲ ὕπνο.
Γι’ αὐτό, Πέτρο, μὴ λὲς «ἂς φτιάξουμε ἐδῶ τρεῖς σκηνές», μήτε «ὄμορφα εἶναιἐδῶ νὰ εἴμαστε», μήτε λόγο πού ἀναφέρεται σὲ κάτι ἀνθρώπινο ἡ μικροπρεπές, μήτε κάτι γήινο ἤ εὐτελές. Τὰ ἄνω νὰ σκέφτεσαι, τὰ ἄνω ν’ ἀναζητεῖς, καθὼς ὁΠαῦλος μήνυσε, ὄχι τὰ ἐπίγεια. Διότι πῶς εἶναι ὄμορφο νὰ βρισκόμαστε ἐμεῖς ἐδῶ,ὅπου ὁ Ὄφις κακομεταχειρίστηκε καὶ ἔβλαψε τὸν πρωτόπλαστο καὶ ἔτσι τὸν παράδεισο ἔκλεισε; Ὅπου τὸ ψωμὶ μὲ ἱδρῶτα τοῦ προσώπου του νὰ τρώει ἀκούσαμε;Ὅπου μάθαμε ὅτι εἰπώθηκε σ’ αὐτὸν νὰ στενάζει καὶ νὰ τρέμει γιὰ τὴν παρακοὴτοῦ ἐπάνω στὴν γῆ; Ὅπου τὰ πάντα εἶναι σκιά; Ὅπου τὰ πάντα θὰ παρέλθουν καὶθὰ χαθοῦν, σὲ χρόνο τόσο, ὅσο διαρκεῖ μιὰ ἁπλή κίνηση; Πῶς λοιπὸν τὸ νὰβρισκόμαστε ἐδῶ εἶναι ὡραῖο; Ἐὰν ἐδῶ ὁ Χριστὸς ἤθελε νὰ μᾶς παρατήσει, γιατί πῆρε αἷμα καὶ σάρκα; Ἐὰν ἐδῶ ὁ Χριστὸς ἤθελε νὰ μᾶς ἐγκαταλείψει, γιατί ἔσκυψε στὸν πεσόντα ἄνθρωπο μὲ συγκατάβαση; γιατί αὐτὸν πού βρισκόταν χάμωἀνέστησε;
Ἐὰν νομίζεις ὅτι εἶναι ὡραῖο νὰ εἴμαστε ἐπάνω στὴν γῆ, ματαίως ἔλαβες τὴν προσωνυμία «κλειδοῦχος τῶν οὐρανῶν». Σὲ ποιὰ περίπτωση, λοιπόν, μπορεῖ νὰχρησιμοποιηθοῦν τῶν οὐρανῶν τὰ κλειδιά; Ἀφοῦ τὸ ὅρος τοῦτο ποθεῖς, παράτησε στὸ ἑξῆς τοὺς οὐρανούς. Ἂν σκηνὲς νὰ σηκώσεις θέλεις, μὴ συνεχίσεις νὰ εἶσαι τῆςἘκκλησίας θεμέλιος. Διότι μεταμορφώθηκε ὁ Χριστὸς ὄχι χωρὶς ἰδιαίτερο λόγο,ἀλλά γιὰ νὰ φανερώσει σ’ ἐμᾶς μέσ’ ἀπ’ τὰ πράγματα τὴν μεταμόρφωση, πού μέλλει νὰ ὑποστεῖ ἡ φύση μας, καὶ τὸν δεύτερο σωτήριο ἐρχομό Του, ὁ ὁποῖος θὰγίνει πάνω στὶς νεφέλες, μέσα στὶς φωνὲς τῶν Ἀρχαγγέλων. Διότι ὁ Ἴδιος εἶναι πού τὸ φῶς σὰν πανωφόρι περιβάλλεται, καθὼς εἶναι κριτὴς ζωντανῶν καὶ νεκρῶν. Γι’ αὐτὸ ἐμφάνισε τὸν Μωυσῆ καὶ τὸν Ἠλία, γιὰ νὰ παρουσιάσει τὰ δείγματα τῶνἀρχαίων προσώπων.
Καὶ τί λέει ὁ μεγάλος συγγραφέας; «Ἐνῶ ἀκόμη αὐτὸς μιλοῦσε, νά, νεφέλη φωτεινὴ ἀπὸ πάνω τους κάλυψε. Καὶ ἰδού, φωνὴ ἀπὸ τὸν οὐρανὸ νὰ λέει: «Αὐτὸς εἶναι ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ὁ ὁποῖος ἔχει πλήρη τὴν εὐαρέσκειά μου. Αὐτὸν νὰἀκοῦτε». Ὅσο ἀκόμη, λέει ὁ Εὐαγγελιστής, ὁ Πέτρος μιλοῦσε, εἶπε ὡς ἀπάντηση στὰλόγια του ὁ Πατήρ: «Γιατί, Πέτρο, λὲς ὅτι εἶναι ὄμορφα, ἀφοῦ δὲν ξέρεις αὐτὸ πού λές; λησμόνησες τὸν ἑαυτό σου ἤ μήπως φθονεῖς τὸ γένος; Ἀκόμη δὲν ἔχεις παιδαγωγηθεῖ; Μέχρι τώρα δὲν ἀπέκτησες τὴν ἀσφαλῆ γνώση σχετικὰ μὲ τὴν υἱότητα, ἐσύ πού λές: «Σὺ εἶσαι ὁ Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ». Τόσα θαύματα εἶδες καθαρά, γιὲ τοῦ Ἰωνᾶ, καὶ ἀκόμα εἶσαι Σίμων; Τῶν οὐρανῶν κλειδοῦχο σὲ τοποθέτησε καὶ τῆς θαλασσινῆς δουλειᾶς ἀκόμα τὸ ροῦχο δὲν πέταξεςἀπὸ πάνω σου; Ὁρῖστε, γιὰ τρίτη φορὰ ἀντιστέκεσαι στοῦ Σωτήρα τὸ θέλημα, δίχως νὰ ξέρεις αὐτὸ πού λές. Σοῦ εἶπε δηλαδή: «Πρέπει νὰ ὑποστῶ τὸ πάθος» καὶ λές: «Νὰ μὴ σοῦ συμβεῖ αὐτό». Εἶπε πάλι: «Ὅλοι θὰ σκανδαλισθεῖτε», καὶ λές: «Ἂν ὅλοι σκανδαλισθοῦν, ἐγώ δὲν θὰ σκανδαλισθῶ». Ὁρίστε, καὶ τώρα νὰ σηκώσεις θέλεις σκηνὴ γιὰ τὸν Χριστό, ὁ Ὁποῖος μαζὶ μὲ μένα θεμελίωσε τὴν γῆ, ὁ Ὁποῖος μαζὶ μὲμένα ἕνωσε ὑδάτινους ὄγκους σὲ σύνολο ὀργανικό, τὴν θάλασσα, καὶ τὸ στερέωμα κάρφωσε, στὸν αἰθέρα ἔδωσε φωτιά· καὶ μαζὶ μὲ μένα δημιούργησε ὅλα τὰ πρὶν ἀπὸτὴν αἰσθητὴ κτίση· σκηνὴ γι’ Αὐτόν, πού γεννήθηκε ἀπὸ μένα, σκηνὴ γι’ Αὐτὸν πούὑπάρχει μέσα σὲ μένα καὶ μαζί σας, σκηνὴ γιὰ τὸν χωρὶς πατέρα Ἀδάμ, σκηνὴ γιὰτὸν χωρὶς μητέρα Θεό, σκηνὴ γι’ Αὐτὸν πού ἔκαμε δική του σκηνὴ διαλεγμένη, κοιλία παρθενική. Λοιπόν, ἐπειδὴ ἐσύ τρεῖς σκηνὲς θέλεις νὰ φτιάξεις, ἔχονταςἄγνοια γι’ αὐτὸ πού λές, ἐγώ νεφέλη φωτεινὴ χρησιμοποίησα γιὰ σκηνή. Ἔτσι,ἔκρυψα τοὺς παρόντες καὶ λέω δυνατά: «Αὐτὸς εἶναι ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός, στὸνὁποῖο εὐδόκησα». Ὄχι ὁ Μωϋσῆς καὶ ὁ Ἠλίας, ἀλλά Αὐτός· ὄχι ἐκεῖνος, ὄχι ὁ ἄλλος,ἀλλ’ Αὐτός, ἕνας και ἄν εἶναι ὁ Ἴδιος, ὁ ἐκλεκτός μου, Αὐτὸν νὰ ἀκοῦτε.
Τὸν Μωϋσῆ ἀνέδειξα δίκαιο, ἀλλά σ’ Αὐτὸν βρῆκα καθετὶ ἀρεστό. Τὸν Ἠλία τὸν πῆρα ἀπὸ τὴν γῆ, ἀλλ’ Αὐτὸν τὸν ἔστειλα ἀπὸ Παρθένο στὸν ἴδιο τὸν οὐρανό». Διότι κανείς, λέει ὁ Χριστός, δὲν ἀνέβηκε στὸν οὐρανό, παρεκτὸς ἀπ’ ἐκεῖνον πούἀπ’ τὸν οὐρανὸ κατέβηκε. Ἀπὸ ἐκεῖ λοιπὸν πραγματοποίησε τὴν κάθοδό Του στὴν γῆ, ἐκεῖ ἀπὸ τὸν ἑαυτὸ Του «ἐξῆλθε», ἔχοντας πάρει μορφὴ δούλου. Ἐὰν παρέμεινε αὐτὸ πού ἦταν καὶ δὲν ἔγινε ὅ,τι ἀκριβῶς εἴμαστε, ἂν δὲν ὑπέμεινε σταυρὸ γιὰ μᾶς μὲ σχῆμα ἀνθρώπινο καὶ δὲν ἐξαγόρασε μὲ τὸ δικό Του αἷμα τὸν κόσμο, τότε δὲν πραγματώνεται ἡ θεία Οἰκονομία καὶ ἀπομένουν ὅσα τὸν παλαιὸ καιρὸ εἶπαν οἱΠροφῆτες ἀβέβαια λόγια. «Ὅμως πᾶψε, Πέτρο, καὶ μὴν ἔχεις στὴν σκέψη σου ὅσα ταιριάζει σὲ ἀνθρώπους, ἀλλ’ αὐτὰ πού ἁρμόζουν στὸν Θεό. Διότι Αὐτὸς εἶναι ὁΥἱός μου ὁ ἀγαπητός, ὁ Ὁποῖος ἔχει τέλεια τὴν εὐαρέσκειά μου. Αὐτὸν νὰ ἀκοῦτε. Καθότι δύο φορὲς ἔχω ἐκφραστεῖ μὲ φωνή, πού μιλοῦσε γι’ Αὐτόν, τὴν μία πού εἶσθε παρόντες στὸ ὅρος αὐτό, τὴν ἄλλη παρόντος τοῦ Ἰωάννη στὸν Ἰορδάνη ποταμό».
Αὐτὴ τὴν φωνὴ θὰ παρουσιάσει ἀληθινὴ ὁ παλαιὸς Προφήτης, πού κήρυξε μεγαλόφωνα: «Τὸ Θαβὼρ καὶ τὸ Ἐρμονιήλ στὸ ὄνομά Σου θὰ ἀγαλλιάσουν». Ποιὸὄνομα; «Αὐτὸς εἶναι ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός». Διότι τοῦ χάρισε ὄνομα τρανότερο ἀπὸκάθε ὄνομα. Ἀλλά τὸ δίχως ἄλλο θὰ πεῖς, ἀγαπητέ μου: «Τί σημαίνει, Τὸ Θαβὼρ καὶτὸ Ἐρμονιήλ στὸ ὄνομά Σου θὰ νιώσουν ἀγαλλίαση»; Μάθε λοιπὸν καὶ ἀποτύπωσέ το στὴν σκέψη σου: Τὸ Θαβώρ, αὐτὸ εἶναι τὸ ὅρος, ὅπου θέλησε καὶ μεταμορφώθηκεὁ Χριστὸς καὶ δόθηκε γι’ Αὐτὸν μαρτυρία ἀπὸ τὸν Πατέρα πώς εἶναι Υἱός Του, καθὼς πρὶν ἀπὸ λίγο ἀκούσατε. Τὸ Ἐρμονιήλ πάλι εἶναι ὅρος μικρό, ἀπὸ τὴν γῆ τοῦἸορδάνη, ἀπ’ ὅπου ἔγινε ἡ ἀνάληψη τοῦ Ἠλία καὶ κοντὰ στὸ ὁποῖο, μὲς στὸτρεχούμενο νερὸ τοῦ Ἰορδάνη, ἐπεθύμησε καὶ βαπτίστηκε ὁ Χριστός, καὶ τότε δόθηκε γι’ Αὐτὸν μαρτυρία ἀπὸ τὸν Πατέρα πώς εἶναι Υἱός Του. Σ’ αὐτὰ τὰ δύο ὄρηὁ ἄχραντος Πατὴρ ἐπιβεβαιώνοντας τὴν υἱότητα, καὶ τότε καὶ τώρα γιὰ δεύτερη φορὰ λέει μὲ φωνὴ δυνατή: «Αὐτὸς εἶναι ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός, στὸν Ὁποῖο εὐδόκησα, Αὐτὸν νὰ ἀκοῦτε. Διότι αὐτὸς πού Τὸν ἀκούει καὶ ἐμένα ἀκούει. Καὶαὐτὸς πού θὰ ντραπεῖ γι’ Αὐτὸν καὶ γιὰ τὰ λόγια Του, καὶ ἐγώ θὰ ντραπῶ γι’ αὐτόν,ὅταν φανερωθῶ μὲς στὴν δόξα μου καθὼς καὶ οἱ ἅγιοι Ἄγγελοι. Αὐτὸν νὰ ἀκοῦτε, χωρὶς προσποίηση, χωρὶς κακία, χωρὶς περιέργεια, μὲ πίστη ἀναζητώντας Τον, ἀλλάὄχι θέλοντας μὲ γλωσσικὲς ἀπόπειρες νὰ ὁρίσετε τὰ μεγέθη Του, μὲ τὴν πίστη προχωρώντας στὸν χῶρο τοῦ ὑπέρλογου, ἀλλ’ ὄχι μὲ τὰ λόγια ἐπιχειρώντας νὰβρεῖτε τὰ μέτρα τοῦ Λόγου». Διότι τώρα ὁ Παῦλος, ὁ δεινὸς ὁμιλητής, βάζοντας χαλινάρι στὸν περίεργο ἄνθρωπο καὶ τὰ πάντα διδάσκοντας χωρὶς δισταγμούς, κηρύττει μεγαλοφώνως: «Βάθος πλούτου καὶ σοφίας καὶ γνώσεως Θεοῦ! Πόσοἀνεξερεύνητες εἶναι οἱ κρίσεις καὶ ἀποφάσεις Του καὶ πόσο ἀνεξιχνίαστοι οἱ δρόμοι, μέσα ἀπό τούς ὁποίους ἐνεργεῖ!»
Σὲ Αὐτὸν ἀνήκει ἡ δόξα στοὺς ἀτελείωτους αἰῶνες. Ἀμήν.

Πηγή: imaik.gr

Αναρτήθηκε από Στρατής Ανδριώτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου